Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

1297 Συγκορυβαντιῶμεν: ἀντὶ τοῦ ϲυμμαινόμεθα, ϲυνορχούμεθα [*](Σ?) ϲυνενθουϲιῶμεν.

1298 Συγκόψαι: ἐπὶ τοῦ πληγαῖϲ αἰκίϲαϲθαι. οὕτωϲ Μεταγένηϲ.

[*](Σ)

1299 Συγκρητίϲαι: τὰ τῶν Κρητῶν φρονῆϲαι.

1300 Σύγκριμα: ἡ ἐκ πολλῶν εἰϲ ἄλληλα ϲυμφωνία, οἵα ἡ τῶν δ΄ ϲτοιχείων κοινωνία.

1301 Σύγκριϲιϲ: ἡ ἑνὸϲ πρὸϲ ἕνα ἢ πλείοναϲ. ἑνὶ γὰρ οὐ γίνεται [*](Phil.) ϲύγκριϲιϲ, εἰ μὴ κατὰ χρόνον, ὅταν ζητῶμεν τότε λευκότερον τόδε τι νῦν, ἢ πρότερον. ὅτι ἡ ϲύγκριϲιϲ κατὰ πολλοὺϲ τρόπουϲ γίνεται, ἢ γὰρ ποτέρῳ μᾶλλον τῶν ὑποκειμένων κατηγορούμενον, ὡϲ ἐπὶ τοῦ, πότερον ὁ πλοῦτοϲ ἢ ἡ ὑγεία αἱρετώτερον· ἢ πότερον μᾶλλον τῷ ὑποκειμένῳ ὑπάρχει, οἷον τῇ ὑγείᾳ τὸ ἡδὺ ἢ τὸ χρήϲιμον· πότερον τῷδε τόδε ἢ [*](1290 Ar. Eq. 852—4 c. sch. 854 1291 P, Ba 372, 27 (gl. sacra) cf. H 1292 Harp. ═ P, Et. M. 733, 15; Dem. 19, 122 1293 ═ Synt. Laur. et Gud. 1295 — παρειϲάκτων praeter ἀνθρώπων ═ P, Ba 372, 28 cf. sch. Pl. Ax. 369a. sch. Luc. 167, 19, sch. Thuc. 7, 5, 4, H 1296 — ἀργύριον ═ P, Et. M. 733, 21 Thuc. 3, 15, 2; Lys. fr. 206 1297 cf. sch. Pl. Conv. 215e, Thaedr. 228b 1298 ═ P, Et. M. 733, 19 cf. Bk. 114, 1; Metagen. fr. 9 (1, 707, K.) 1301 — πρότερον Alex. Aphr. 220, 22—25, vs. 27 ἡ sq. Alex. Aphr. 52, 417) [*](1297 cf. v. Κ 2116 1298 cf. v. Ξ 41) [*](1 Ἀριϲτοφάνηϲ—4 τυροπῶλαι om. F 3 αὐτῶν GM βυρϲοπώλην A(GFVM) AMac 6 ἔξωθεν] ἐξ ἔθουϲ Harp. 11 Συγκλώτηϲ V 14 δυϲμυρίων AV 15 καὶ ἐν AF, Thuc.: ἐν G καὶ VM 17 δὲ δῶρα] δὲ τὰ ὡραῖα Dind. δ᾿ ὀπώραν Scheibe ἡ—18 ϲυγκομιδὴ om. A(F) V mg. Ar 18 ϲυγκομιδή om. Ar 19 ϲυμβαινόμεθα AFV 22 ϲυμφρονῆϲαι GFV 24 ἡ κοινωνία AM 26 ὅταν F, Alex.: ὅτε AGVM τότε] τόδε A πότε v. l. Alex. 28 προτέρῳ V τοῦ] τὸ τοῦ AF πρότερον AFVM 29 ἡ ἡ G, Alex.: ἡ AFVM)

452
τόδε τῷδε, οἷον πότερον τῇ ὑγείᾳ μᾶλλον ὑπάρχει τὸ ἀγαθὸν ἢ τῇ νόϲῳ τὸ κακόν· ὅπωϲ γὰρ ἂν αἱ ϲυγκρίϲειϲ γίνωνται, ἀπὸ τοῦ ϲυμβεβηκότοϲ λέγονται. καὶ κατὰ τὸ μᾶλλον δὲ γίνεται καὶ κατὰ τὸ ἦττὸ καὶ κατὰ τὸ ὁμοίωϲ ἡ ϲύγκριϲι· ϲυγκριτικὰ γὰρ καὶ τὰ τοιαῦτα· εἰ ἡ ὑγεία μᾶλλον πλούτου οὖϲα αἱρετὴ μὴ ἔϲτι δι᾿ αὑτὴν αἱρετή. οὐδὲ ὁ πλοῦτοϲ. καὶ εἰ ἡ ἡδονὴ μᾶλλον οὖϲα ἀγαθὸν ἢ τέλοϲ μή ἐϲτιν ἀγαθόν, οὐδ᾿ ἂν τέλοϲ εἴη. καὶ πάλιν, εἰ ὁ πλοῦτοϲ ἥττων ἢ ὑγείαϲ ὢν ἀγαθὸϲ ἀγαθόν ἐϲτι, καὶ ὑγεία. καὶ εἰ ἡ ὑγεία ἧττον οὖϲα ἀγαθὸν τοῖϲ ἐν εἰρήνῃ οὖϲιν ἢ τοῖϲ πολεμοῦϲιν, ἀγαθόν ἐϲτιν ἢ τούτοιϲ κάκείνοιϲ.

[*](Σ)

1302 Συγκριτικῶϲ: ὁμοίωϲ.

[*](Σ + x)

1303 Συγκροτεῖ· δοτικῇ. ϲυνάγει, αὔξει, ϲυνιϲτᾷ, καὶ ϲυνδεῖ, πρὸϲ ἁρμνοία ἄγει. ϲυνέχει, ϲυμπράττει, οὐδένα καιρὸν παραλείπει. [*](Ε) Ἀγαθίαϲ· ϲυνεκροτοῦντο αἱ δυνάμειϲ ὑπὸ Ναρϲοῦ, καὶ ἅπαντα ἤθροιϲτο τὰ ϲτρατεύματα.

[*](Σ)

1304 Συγκρούειν: ϲυναθροίζειν. καὶ Σύγκρουϲιϲ, παραλογιϲμόϲ. Κρούϲειν, τὸ ἀπατῆϲαι τὸν ἀκούοντα· οἷον παρακρούϲαϲθαι [*](Ar.?) καὶ ϲυναρπάϲαι.

[*](Σ)

1305 Συγκυκῶν: ϲυνταράϲϲων.

[*](Σ)

1306 Συγκυροῦντα: διαφέροντα, ϲυνεγγίζοντα.

1307 Συγχαίρω· γενικῇ ϲυντάϲϲεται. ὁ μὲν ϲυνέχαιρε τῆϲ νίκηϲ, [*](Ε) ὁ δὲ ἀνθυπεκρίνετο.

[*](Synt.)

1308 Συγχέω· αἰτιατικῇ.

[*](Σ)

1309 Συγχεῖ: ἀφανίζει, ϲυμμιγνύει.

[*](Anth.)

1310 Συγχίδα ἐν Ἐπιγράμμαϲι· καὶ μονόπελμον ϲυγχίδα καὶ ϲτεγανὰν κρατὸϲ ἐρημοκόμου. ὡϲ ἔοικε, κτένα λέγει.

[*](Synt.)

1311 Συγχωρῶ· δοτικῇ.

[*](Synt.)

1312 Συγχρῶμαι· δοτικῇ.

1313 Συγχρωτίζεϲθαι: πληϲιάζειν. Ζήνωνι γὰρ τῷ Κιτιεῖ ἐχρήϲθη, [*](1302 ═ P, Σa cf. H, Ba 372, 31 1303 — δοτικῇ cf. Synt. Gud. ϲυνάγει— ἄγει ═ P, Ba 373, 2 cf. sch. Greg. PG 36, 1225b, H, sch. Luc. 3, 28 ϲυνεκροτοῦτο sq. Agath. 2, 1 p. 63, 2 1304 — ϲυναθροίζειν ═ P, Σa cf. H 1305 ═ P, Ba 373, 4 1306 ═ P, Ba 373, 5 cf. H 1307 — ϲυντάϲϲεται aliter Synt. Laur. et Gud. 1308 ═ Synt. Laur. 1309 ═ P, Ba 373, 6 (aliter H, sch. Ι 608) 1310 καὶ μονόπελμον—ἐρημοκόμου Anth. 6, 294, 3—4 1311 Synt. Laur. et Gud. 1312 ═ Synt. Gud. 1813 Ζήνωνι p. 453, 2 ἀρχαίων Laert. 7, 2) [*](1303 Agath. cf. v. Π 3225 1304 Κρούϲειν sq. cf. v. Κ 2486 1313 cf. vv. ΑΙ 76 et Ζ 79) [*](A(GFVM)) [*](2 γίνονται F, v. l. Alex. γίνεται Mcp 5 εἰ ἡ F, Alex.: εἰ A ἐν GVM cf. vs. 6 5 αἱρετὴ pr.—6 μᾶλλον om. V 6 εἰ ἡ FecM, Wallies: εἰ AFac, v. l. Alex. ἡ G, v. l. Alex. 7 ὁ om. V ἥττων om. F 8 ἡ—ἡ om. F ἡ pr. V, Alex.: om. AGM ἡ alt. A, Alex.: om. GVM 14 ϲυνεκροτοῦντο— 15"/τρατεύματα om. F 14 ϲυνήθροιϲτο GVM 17 Κροῦϲαι ed. pr. ἀπαιτῆϲαι V 20 διαφερόντωϲ G 22 ἀνθυπεκρίνατο F 25 μονόπεπλον G 26 ἐρημοκόμον G ἐρημοκόκου V κατένα AV 29 ἐχρήϲθη—p. 453, 2 ἀρχαίων om. F)

453
πυθανομένῳ περὶ βίου, πῶϲ ἂν εὐδαίμων γένοιτο, εἰ ϲυγχρωτίζοιτο τοῖϲ νεκροῖϲ· ὅ ἐϲτι τοῖϲ βιβλίοιϲ τοῖϲ τῶν ἀρχαίων. τουτέϲτι μελέτην ἀϲκεῖν καὶ λόγοιϲ τρέφειν ψυχὴν τὴν βαϲίλειαν. καὶ ζήτει ἐν τῷ Αἰγυπτία κληματίϲ.

1314 Συγχυθείϲ: ϲυνταραχθείϲ.

[*](Σ)

1315 Σὐ δὲ μὴ πρὸϲ ὀργήν ἀλλὰ πραόνωϲ ἔλεγχ᾿, ἐλέγχου. [*](Ar.) λοιδορεῖϲθαι δ᾿ οὐ πρέπει ἄνδραϲ ποιητάϲ, ὥϲπερ ἀρτοπώλιδαϲ. ϲὺ δ᾿ εὐθὺϲ ὥϲπερ πρῖνοϲ ἐμπρηϲθεὶϲ βοᾷϲ. καὶ γὰρ ἡ πρῖνοϲ καιομένη ψόφον ποιεῖ.

1316 Συέδρων· ὅτι Αἰλιανὸϲ ἐπὶ Οὐάλεντοϲ ἐϲτρατήγηϲεν. ἦν δὲ ἐκ Συέδρων, [*](Suid.) ἐλεύθεροϲ ἄγαν καὶ ἀνεϲτηκώϲ. καὶ ζήτει ἐν τῷ Αἰλιανόϲ.