Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

1317 Συηναῖοϲ· καὶ Συήνη, ἡ δερματοθήκη. Συΐνη δὲ ἡ ϲυκέα

[*](Δ Suid.)

1318 Συηνία καὶ Κυηνία: ἀμαθία, ϲκαιότηϲ. παρὰ Φερεκράτει. καὶ [*](Σ) ϲυηνεῖν Πλάτων ὁ φιλόϲοφοϲ τὸ ἀμαθῶϲ ἀναϲτρέφεϲθαι καὶ ϲυῶδέϲ τι ποιεῖν. καὶ Συηνία, πόλιϲ. Συΐνη δὲ ϲυκέα.

1319 Σύινον ἔλαιον καὶ ϲηϲάμινον, ᾧ ἐχρίοντο οἱ ϲὺν Κύρῳ ϲτρατευθέντεϲ.

[*](Suid.)

1320 Συκάζειν: οὕτω τὸ ἐπηρεάζειν ἔλεγον οἱ παλαιοί. ζήτει ἐν τῷ ἀποϲυκάζειϲ.

1321 Συκάμινον: εἶδοϲ δένδρου. καὶ ϲάρκωμά τι ἢ ἕλκοϲ γινόμενον [*](Δ) ἐπί τε τοῖϲ ὀφθαλμοῖϲ καὶ ταῖϲ ἕδραιϲ, ὃ καὶ ϲῦκον λέγεται.

[*](Suid. + x)

1322 Συκέα: τὸ δένδρον. Σῦκον δὲ ὁ καρπόϲ.

[*](Δ)

1323 Συκῆ· ζήτει ἐν τῷ ὄλυνθοϲ.

1324 Σύκινον: ἀϲθενέϲ. καὶ παροιμία· Συκίνη μάχαιρα, ἀντὶ [*](Σ) τοῦ ϲυκοφάντιϲ. καὶ ἑτέρα παροιμία· Συκίνη ἐπικουρία, ἐπὶ [*](Prov.) τῶν ἀνωφελῶν. ἡμεῖϲ δὲ οἱ καθήμενοι τὴν ϲυκίνην ἐπικουρίαν, [*](Ε) τοὺϲ ϲτρατιώταϲ, προϲδεχόμενοι. ὅτι ϲυκίνη ναῦϲ τὸ εὐτελὲϲ δηλοῖ. καὶ [*](Suid.) ζήτει ἐν τῷ ἐγένετο καὶ Μάνδρωνι.

[*](1314 ═ P, Ba 373, 7 cf. H 1315 Ar. Ran. 856—9 c. sch. 859 1317 Συηναῖοϲ cf. Ambr. 888. Συήνη—Συΐνη cf. Ambr. 912 1318 — ποιεῖν ═ P, Et. M. 733, 29 cf. sch. Ar. Pac. 928; Pherecr. fr. 237, Pl. Theaet. 166c (cf. Ruhnken in Tim. v. ὑηνεῖϲ) Συηνΐα, πόλιϲ ═ Ambr. 952 1320 — παλαιοί Artem. 1, 73 p. 66, 5 1321 — δένδρου cf. H 1322 — δένδρον cf. Ambr. 919, Et. M, 733, 37. Σῦκον sq. aliter Ambr. 958 1324 ἀϲθενέϲ ═ P, H cf. sch. Ar. Pl. 946, sch. Theocr. 10, 45a. Συκίνη pr.—ϲυκοφάντιϲ ═ P, H Συκίνη alt.—ἀνωφελῶν cf. Macar. VIl 83, sch. Theocr. 10, 45c)[*](1315 cf. v. Π 2219 1316 ex v. ΑΙ 179 1317 cf. 1273, Συΐνη sq. ex 1318 1318 cf. v. Υ 81; hinc 1317 extr. 1319 ex 341 1321 ϲάρκωμά sq. praeter καὶ ταῖϲ ἕδραιϲ ex 1327 1324 Paroem. cf. v. Ο 169; ὅτι sq. ex v. Ε 49)[*](1 πυνθανομένου AG πῶϲ—2 νεκροῖϲ om. A 2 τοῖϲ tert. om. GM A(GFVM) ψυχὴν τὴν βαϲίλειαν] τὴν ψυχήν H. Stephanus ψ. τῆϲ βαϲιλείαϲ coll. Matth. 13, 19 Toup καὶ ζήτει—4 κληματίϲ ex mg. M: om. rell. 3 〈ἐν τῷ〉 supplevi 7 λοιδορεϲθ᾿ οὐ VM 1316 om. AF mg. V 12 Συΐνη—ϲυκέα om. AF post 13 Φερεκράτει V 13 Κυηνία] Ὑηνία ex Et. Kust. 15 δὲ om. G, nov. gl.; δὲ ἡ A 1319 om. AF mg. V 1320 om. mg. M 19 καὶ—20 λέγεται om. AFV 22 ζήτει M: om. G 23 Συκίνη—24 παροιμία om. A 24 ϲυκοφάντιϲ] cp. F cf. Phot. Hes. ἑτέρα παροιμία om. F, ἕτέρα om. V 25 ἡμεῖϲ— 27 Μάνδρωνι om. F 25 ὑμεῖϲ V 26 ὅτι—27 Μάνδρωνι om. AV 26 ὅτι om. G, nov. gl. 26, 27 καὶ ζήτει om. G)
454
[*](Δ)

1325 Συκομορρέα. ὅτι τῆϲ ϲυκομόρρου ὁ καρπὸϲ οὐ πεπαίνεται, εἰ μή τινα βραχεῖαν τομὴν δέξηται.

[*](Σ)

1326 Σῦκον αἰτεῖν: κολακεύειν· νεωϲτὶ γὰρ τῶν ϲύκων φαινομένων, ὡϲ ἂν εἰϲ ὥραϲ ἥκοντεϲ, ἐλιπάρουν τοὺϲ ϲυκωροὺϲ δοῦναι. ζήτει περὶ ἐρινεοῦ τοῦ καρποῦ τῆϲ ἀγρίαϲ ϲυκῆϲ ἐν τῷ ἐρινεόϲ.

[*](Prov.)

1327 Σῦκον αἰτεῖϲ: ἐπὶ τῶν κολακευόντων· οἱ γὰρ Ἀθηναῖοι ἐκολάκευον τοὺϲ γεωργούϲ, βουλόμενοι παῤ αὐτῶν λαβεῖν πρώιμα ϲῦκα· οἰωνίζοντο γὰρ αὐτοῖϲ καὶ πάλιν ἐλθεῖν ἐϲ νέωτα. καὶ πάλιν ἑτέρα παροιμία· Σῦκον ἐφ᾿ Ἑρμῇ· ἐπὶ τῶν προκειμένων ἐπ᾿ ὠφελείᾳ τοῖϲ βουλομένοιϲ· ὁπότε γὰρ φανείη ϲῦκον, τῷ Ἑρμῇ τοῦτο ἀνετίθεϲαν, Ar. καὶ ὁ βουλόμενοϲ ἐλάμβανε. καὶ ἑτέρα παροιμία· Ὥϲπερ τὰ ϲῦκ᾿ ἐπὶ τοὺϲ ὀφθαλμοὺϲ ἔφυ· ἐπὶ τῶν προϲφυῶϲ τινοϲ πράγματοϲ ἐχομένων. ϲῦκα λέγων τὰ ϲαρκώματα, ἢ ἕλκοϲ γινόμενον ἐπὶ τοῖϲ ὀφθαλμοῖϲ. ϲῦκον λέγει τὰ ἐπὶ τοὺϲ ὀφθαλμοὺϲ ϲαρκώματα, ἢ ἕλκοϲ γινόμενον ἐπὶ τοῖϲ ὀφθαλμοῖϲ. Ἀριϲτοφάνηϲ· ὥϲπερ τὰ ϲῦκ᾿ ἐπὶ τοὺϲ ὀφθαλμοὺϲ ἔφυ.

[*](Ecl.)

1328 Σῦκον: ϲτύκον τί ὄν, τὸ ἑϲτηκὸϲ καὶ μὴ ῥιπτόμενον, ὡϲ ὁ ὄλυνθοϲ. ὄλυνθοϲ δὲ παρὰ τὸ ὅλοϲ ἀνθεῖν, ἤγουν ἐκ πρώτηϲ ἀνθήϲεωϲ τὸ αὐτὸ ἔχειν. ὅτι τὸ ϲῦκον ἀλεξιφάρμακόν ἐϲτι, καὶ μόνον· καὶ ἰϲχάδεϲ ϲὺν πηγάνῳ ὀπτώμεναι καὶ νήϲταιϲ διδόμεναι, ὁμοίωϲ [*](Auth.) γλήχωνι. καί, ϲῦκόν τε μελαντραγέϲ. λύϲιϲ ὀνείρου· βρῶϲιϲ ϲύκων [*](On. )δείκνυϲι φληνάφων ψόφουϲ.

[*](Σ)

1329 Συκοφαντεῖν: κνίζειν ἐρωτικῶϲ. οὕτωϲ Πλάτων καὶ Μένανδροϲ.

[*](Σ)

1330 Συκοφαντεῖν: τὸ ψευδῶϲ τινοϲ κατηγορεῖν. κεκλῆϲθαι δέ φαϲι τοῦτο παῤ Ἀθηναίοιϲ πρῶτον εὑρεθέντοϲ τοῦ φυτοῦ τῆϲ ϲυκῆϲ καὶ διὰ τοῦτο κωλυόντων ἐξάγειν τὰ ϲῦκα. τῶν δὲ φαινόντων τοὺϲ ἐξάγονταϲ ϲυκοφαντῶν κληθέντων, ϲυνέβη καὶ τοὺϲ ὁπωϲοῦν κατηγοροῦπαϲ τινων φιλαπεχθημόνωϲ οὕτω προϲαγορευθῆναι. Ἀριϲτοφάνηϲ· [*](1325 l. cf. Ambr. 920, Ps. Herodian. 217, H 1326 δοῦναι ═ P cf. H 1327 — ἐλάμβανε ═ Zen. V 91 et 92 ὥϲπερ pr. sq. Ar. Ran. 1247 c. sch. plenior. 1328 vs. 19 ϲῦκον—μόνον cf. [Iul.] ep. 180 p. 230, 12—3 ϲῦκον τε μελ. Anth. 6, 299, 3 βρῶϲιϲ sq. Astramps. 1329 cf. Et. M. 733, 48; Pl. Rep. 340d, Men. com. fr. 1071 1330 — προϲαγορευθῆναι ═ P cf. sch. Pl. Rep. 340d, Et. M. 733, 38 (partim e Choer. Epim. Ps. 157, 8), Bk. 304, 30) [*](1327 hinc 1321 extr. 1328 init. cf. v. Ο 227 1330 Aelian. cf. v. Ι 346) [*](A(GFVM)) [*](1 Συκομορέα G, Port. Ambr. (Ps. Herodian.) Hes. 2 τινα] τι F δέξεται Bhd. 5 ζήτει—ἐρινεόϲ ex mg. M: om. rell. 6 οἱ—16 ἔφυ om. F 8 πάλιν ex A solo 12 πράγματα G πραγμάτων cp. A 15 ὀφθαλμοῖϲ om. G 17 ῥιπτώμενον A (corr. rec.) ῥιπτούμενον F νήϲτιϲ A 18 ὅλωϲ FVM, in O 227 G, ὅλαιϲ G 20 καὶ ἰϲχάδεϲ] ἰ. δὲ Gsf. νήϲτειϲ M 21 γλῆχοϲ F γλίχοϲ A 22 ψόφουϲ ArM: ψόγουϲ G λόγουϲ Astramps. 1329 om. A mg. Ar 23 οὕτωϲ—Μένανδροϲ om. Ar)

455
καὶ ταῦτα μὲν δὴ ϲμικρὰ κἀπιχώρια. ἴδιον γὰρ Ἀθηναίων τὸ [*](Ar.) ϲυκοφαντεῖν. Αἰλιανόϲ· ὁ δὲ ἐϲυκοφάντει τὸν θεὸν ὀλιγωρίαϲ. ἐκ [*](Ε) δὴ τούτων νόϲοι καὶ τροφῶν ἀπορίαι τὴν Ἱμεραίων κατέϲχον.

1331 Συκοφάντηϲ: λιμοῦ γενομένου ἐν τῇ Ἀττικῇ, τινὲϲ λάθρα [*](Ar.) τὰϲ ϲυκᾶϲ τὰϲ ἀφιερωμέναϲ τοῖϲ θεοῖϲ ἐκαρποῦντο· μετὰ δὲ ταῦτα Εὐθηνίαϲ γενομένηϲ, κατηγόρουν τούτων τινέϲ. ἐκεῖθεν οὖν ϲυκοφάντηϲ λέγεται. ζήτει ἐν τῷ ἀποϲυκάζειϲ.

1332 Συκοφάντηϲ: ὁ διάβολοϲ· τὸν γὰρ θεὸν ἐϲυκοφάντηϲε, φήϲαϲ [*](Thur.) κεκωλυκέναι τοῦ ξύλου τὴν μετάληψιν· καὶ κατὰ τοῦ Ἰώβ· μὴ δωρεὰν ϲέβεται Ἰὼβ τὸν θεόν; καὶ Συκοφαντία, ἡ ψευδὴϲ κατηγορία. [*](Δ) καὶ ῥῆμα Συκοφαντῶ· αἰτιατικῇ.

1333 Συκοφάϲουϲ: ϲυκοφάνταϲ. ἦν ἄρα νικῆϲαι ϲυκοφάϲουϲ [*](Anth.) ἀδίκουϲ.

1334 Συκυαῖϲι· Φερεκράτηϲ Τυραννίδι· ἆῤ ἀραχνία, ὥϲπερ ταῖϲ ϲυκυαῖϲι ταῖϲ [*](Suid.) κεναῖϲ. ζήτει ἐν τῷ ἀράχνη.

1335 Συλλαβών: εἰϲ νοῦν λαβών. ὁ δὲ Πειϲίϲτρατοϲ ϲυλλαβὼν τὸ [*](Ε) χρηϲτήριον καὶ φὰϲ δέκεϲθαι τὸ χρηϲθέν.

1336 Σύλαϲ: τὰϲ ϲυλλήψειϲ. Δημοϲθένηϲ ἐν τῷ Περὶ ϲτεφάνου· [*](Harp.) ὁπόταν μὴ ϲύλαι ὦϲιν Ἀθηναίοιϲ. ἐν δὲ τοῖϲ ἑξῆϲ ὥϲπερ ἐξηγούμενοϲ αὐτό φηϲι· ϲεϲυλήμεθα δὲ τὰ ἡμέτερα αὐτῶν ὑπὸ Φαϲηλιτῶν, δεδομένων ϲυλῶν Φαϲηλίταιϲ κατὰ Ἀθηναίων. ἐπειδὰν γὰρ μὴ θέλωϲιν ἀποδοῦναι, ἃ ἔλαβον, τί ἄν τιϲ ἔχοι ἄλλο ὄνομα θέϲθαι τῷ τοιούτῳ, ἢ ὅτι ἀναιροῦνται τὰ ἀλλότρια; ἀντὶ τοῦ τὰϲ ϲυλλήψειϲ ϲύλαϲ ἔλεγον.