Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

185

2163 Πωλικόϲ: ὁ γενναῖοϲ. καὶ Πωλικὸνδῆγμα καὶ τὸ φρύαγμα.

[*](Δ)

2164 Πωλίον: πῶλοι κυρίωϲ τὰ γεννήματα τῶν ἵππων, καὶ τῶν [*](Ar.) ἄλλων κτηνῶν, ἅπερ ἔθοϲ ἔχομεν καταψᾶν καὶ κολακεύειν. λύϲιϲ [*](On.) ὀνείρου· ϲτρουθὸν κρατῶν φεύγοντα προϲδόκα βλάβην.

2165 Πωλίων, ὁ Ἀϲίνιοϲ χρηματίϲαϲ, Τραλλιανόϲ, ϲοφιϲτὴϲ καὶ φι. [*](Hesy.) λόϲοφοϲ· ϲοφιϲτεύϲαϲ ἐν Ῥώμη ἐπὶ Πομπηῖου τοῦ μεγάλου καὶ δια δεξάμενοϲ τὴν ϲχολὴν Τιμαγένουϲ. ἔγραψεν ἐπιτομὴν τῆϲ Φιλοχόρου Ἀγθίδοϲ, Ἀπομνημονεύματα Μουϲωνίου τοῦ φιλοϲόφου, ἐπιτομὴν τῶν Διοφάνουϲ Γεωργικῶν ἐν βιβλίοιϲ β΄, πρὸϲ Ἀριϲτοτέλην περὶ ζῴων βιβλία ι΄, περὶ τοῦ ἐμφυλίου τῆϲ Ῥώμηϲ πολέμου, ὃν ἐπολέμηϲαν Καῖϲάρ τε καὶ Πομπήῖοϲ.

2166 Πωλίων, Ἀλεξανδρεύϲ, ὁ Οὐαλέριοϲ χρηματίϲαϲ, φιλόϲοφοϲ, [*](Hesy) γεγονὼϲ ἐπὶ Ἀδριανοῦ· οὖ παῖϲ Διόδωροϲ φιλόϲοφοϲ, ὁ γράψαϲ ἐξ ἠγηϲιν τῶν ζητουμένων παρὰ τοῖϲ ι΄ ῥήτορϲιν. ἔγραψε Συναγωγὴν Ἀττικῶν λέξεων κατὰ ϲτοιχεῖον, καὶ ἄλλα τινὰ φιλόϲοφα.

2167 Πωλίων. ἣ Πωλίων, γραμματικόϲ. Περὶ τῶν παρὰ γράμμα [*](Δ) ἀμαρτανομένων.

[*](Hesy)

2168 Πωλοδάμνηϲ: πωλοδαμαϲτήϲ. γυμναϲτήϲ.

[*](Σ|)

2169 Πωλοδαμνῶ: τοὺϲ πώλουϲ δαμάζω.

[*](Δ)

2170 Πῶλοϲ, Ἀκραγαντῖνοϲ, ῥήτωρ, μᾶλλον δὲ ϲοφιϲτὴϲ τῶν πάλαι, [*](Hesy.) διδάϲκαλοϲ Λικυμνίου. ἔγραψε Γενεαλογίαν τῶν ἐπὶ Ἴλιον ϲτρατευϲάντων Ἑλλήνων καὶ βαρβάρων καὶ πῶϲ ἕκαϲτοϲ ἀπήλλαξε· τινὲϲ δὲ αὐτὸ Δαμάϲτου ἐπιγράφουϲι· Νεῶν κατάλογον, Περὶ λέξεωϲ.

2171 Πῶλοϲ: τὸ ζῷον.

[*](Δ)

2172 Πωλῶ: τὸ πιπράϲκω.

[*](Δ)

2173 Πωλῶ· γενικῇ. τὰ τῆϲ πόλεωϲ καὶ τὰ ϲφῶν αὐτῶν μικροῦ λήμματοϲ πωλοῦνται, [*](Synt.) πωλοῦντοι.

2174 Πωλῶϲι: Δίδυμοϲ φηϲὶν ἀντὶ τοῦ πορνεύουϲι φανερῶϲ· πωλεῖν [*](Harp.) Τὰρ τὸ παρέχειν ἑαυτὸν τοῖϲ βουλομένοιϲ, ὅθεν καὶ τὸ πορνεύειν, ὕπερ ἐϲτὶ περνᾶν. ἐγὼ δέ φημι, ὅτι κυρίωϲ ἔταξε νῦν ὁ ῥήτωρ τὸ [*](2163 γενναῖοϲ ═ Ambr. 1570 2164 κολακεύειν sch. Ar. Pac. 75 ϲτρουθὸν sq. Astramps. 2167 l. cf. Ambr. 1576 2168 πωλοδαμαϲτήϲ ═ P, Ba 356, 23 cf H, Ps. Herodian. 112 2169 cf. Ps. Herodian. 112, gl. Greg. An. 2, 483, 1, H, Et. M. 698, 55; l. ═ Ambr. 1587 2170 cf. sch. Pl. Phaedr. 267c 2171 aliter Ambr. 1561 2172 ═ Ambr. 1585, Ps. Herodian. 112—3, Et. M 698, 30 2173 cf. Bk. 162,1, Lex. Synt. Vat. 93; Dem. 11, 18 2174 Harp.═ T; Dem. 59, 67) [*](2164 On. cf. v. Σ 1215 2165 cf. v. A 4148 2166 cf. v. Δ1159 2170 cf. v. Δ 41) [*](1 δῆγμα] δίωγμα coll. Hes. Kust. δεῖγμα vel παραδεῖγμα coll. Et. M. 698, 15 A(GFVM) καὶ om. V τὸ del. Bhd. 2164 mg. V 2 Πωλίον om. F πῶλοι nov. gl. G(F), contra ord. 3 λύϲιϲ— 4 βλάβην mg. Ar mg. ad 2166 V om. rell. 5 Ἀϲϲύριοϲ A 6, 7 διδαξάμενοϲ G 7 Φιλοχρόνου V 8 Ἀπομνημονεύματα — φιλοϲόφου ad 2166 rettulit lonsius cf. Peter, Jb. 119, 420 sqq. 10 τερὶ—11 Πομπήϊοϲ ad v. A 4148 rettulerunt visi docti 12 ὁ om. GV 13 ὁ om. A 14 ι΄] ζ΄ V 16 ἣ] καὶ scripserim Πωλίων alt.] Πολλίων Kust.; Phot. cod. 149 contulit Bhd, qui haec ad 2166 rettulit 21. 22 ϲτρατευμάτων VM?? ϲτρατευϲαμενων v. Δ 41 23 Νεῶν] Ἐθνῶν v. Δ 41 2173 om. AFV mg. Ar 28. 27 πωλεῖπαι Ar, Vat. 93 πωλοῦντεϲ Bak. Dem. 28 Πωλοῦϲι GM??, Phot.)

186
πωλεῖν· φηϲὶ γὰρ τὸν νόμον οὐκ ἐᾶν ἐπὶ ταύτηϲ μοιχὸν λαβεῖν, ὁπόϲαι ἂν ἐπ᾿ ἐργαϲτηρίου κάθωνται ἢ ἐν τῇ ἀγορᾷ πωλῶϲί τι ἀποπεφαϲμένωϲ. Δημοϲθένηϲ ἐν τῷ κατὰ Νεαίραϲ. ἢ ἐν τῇ ἀγορᾷ.

[*](Δ)

2175 Πῶμα: ϲκέπαϲμα.

[*](Harp.+Rhet.)

2176 Πώμαλα: ἀντὶ τοῦ πόθεν. οἷον οὐδαμῶϲ. ἔϲτι δὲ τὸ μὲν πῶ Δώριον, τιθέμενον ἀντὶ τοῦ πόθεν· τὸ δὲ μαλα ἢ παρέλκει, ἢ ἐν ϲυνηθείᾳ λεγόμενον ἐν τῷ πώμαλα, οἷον οὐ μάλα. ἀντὶ τοῦ οὐ ἢ [*](Rhet.) ἀντὶ τοῦ οὐδόλωϲ. ἔϲτι δὲ Ἀττικόν. Λυϲίαϲ ἐν τῇ πρὸϲ Ἀϲύβαρον ἐπιϲτολῇ· γενναίωϲ γὰρ αἱ γυναῖκεϲ πώμαλα ἔφαϲαν ὠρχῆϲθαι αὐτάϲ, δέον οὐδὲ πιούϲαϲ ἀπηλλάχθαι τοῦ ϲυμποϲίου. ἐγένοντο.

[*](Rhet.)

2177 Πώμαλα: κεῖται καὶ παρὰ Δημοϲθένει ἡ λέξιϲ· οὐχ ἵνα ἐξέλθητε. πώμαλα. καὶ παῤ Ἀριϲτοφάνει ἐν Κωκάλῳ. δεῖ δὲ ἀναγινώϲκειν ὑφ᾿ ἓν πώμαλα.

[*](Δ)

2178 Πωμήριον: τὸ τοῦ τείχουϲ εἰκόνιϲμα.

[*](Δ)

2179 Πώποτε.

2180 Πῶροϲ, βαϲιλεὺϲ Ἰνδῶν· ὃϲ ἐγένετο κάλλιϲτοϲ Ἰνδῶν καὶ μῆκοϲ ὅϲον οὔπω τιϲ ἀνθρώπων τῶν μετὰ τοὺϲ Τρωϊκοὺϲ ἄνδραϲ. ἦν δὲ κομιδῇ πάνυ νέοϲ, ὅτε ϲυνῆν Ἀλεξάνδρῳ καὶ τούτῳ ἐπολέμει. τοῦτον ἤρετο περὶ διαίτηϲ ὁ Ἀπολλώνιοϲ. ὁ δέ, οἴνου μέν, ἔφη, πίνω τοϲοῦτον, ὅϲον τῷ ἡλίῳ ϲπένδω· ἃ δ᾿ ἂν ἐν θήρᾳ λάβω, ταῦτα ϲιτοῦνται ἕτεροι, ἐμοὶ δὲ ἀπόχρη τὸ γεγυμνάϲθαι. τὰ δὲ ἐμὰ ϲιτία λάχανα καὶ φοινίκων ἐγκέφαλοι καὶ καρπὸϲ τῶν φοινίκων καὶ ὁπόϲα μοι ὁ ποταμὸϲ κηπεύει· πολλὰ δέ μοι καὶ ἀπὸ δένδρων φύεται, ὧν γεωργοὶ αἵδε αἱ χεῖρεϲ. ταῦτα ἀκούων ὁ Ἀπολλώνιοϲ ὑπερήδετό τε καὶ ἐϲ τὸν Δᾶμιν θαμὰ ἑώρα.

[*](Δ)

2181 Πῶροϲ: ἀπολίθωϲιϲ ὑγροῦ. καὶ Πωρῶ, ῥῆμα, τὸ ϲκληρύνω, καὶ λιθοποιῶ. Πιϲίδηϲ· καὶ τὰϲ ἰκμάδαϲ πωροῦντα καὶ ϲφίγγοντα [*](Δ) λιθώδει τρόπῳ. καὶ Πώρινοϲ λίθοϲ.

[*](2175 ═ Ambr. 1581, Ps. Herodian. 113 cf. Zon. 1601 2176 — vs. 7 μάλα praeter ἐν ϲυνηθείᾳ Harp. ═ P cf. Orion 137, 12 (unde Et. M. 698, 45), H, Bk. 289, 3, Σa sch. Ar. Pl. 66 ἀντὶ τοῦ οὐ cf. Σa; ἔϲτι δὲ Ἀττικὸν ═ sch. Ar. Pl. 66; Lys. fr. 254 2177 cf. Harp. plen., Bk.193, 3, Σa, sch. Dem. 19, 51, H; fomti rhetoric attr. Wentzel; Dem. 19, 51, Ar. fr. 346 2178 cf. Zon. 1601 2179 ═ Ambr. 1588 2180 Philostr. 2, 21 et 26 2181 — ἀπολίθωϲιϲ cf. Ps. Herodian. 113 καὶ τὰϲ—τρόπῳ Pisid. fr. 138 Πώρινοϲ λίθοϲ ═ Ambr. 1565 cf. Ps. Herodian. 113 ═ Zon. 1600; H)[*](2180 cf. vv. οἴνου πιεἶν et φοινίκων ἐγκέφαλοι)[*](A(GFVM))[*](1 ταύταιϲ G, v. l. Harp. plen., Dem. 2 κάθηνται GMec, v. l. Harp. Plen. πωλοῦϲί G, phot. cf. Harp. 2. 3 ἀποπεφαϲμένα G 3 ἢ—ἀγορᾷ del Port. sed cf. Harp. Phot. 5 δὲ om. G 7 τοῦ] τῆϲ V 8 ἔϲτι—10 ἐγένοντο om. F 8 Ἀϲόβαρον G 9 πώμαλα] πῶμα A; post οὐδὲ transtulit Bhd. ὀρχεῖϲθαι G ὀρχήϲαϲθαι Bhd. 10 ἐγένοντο del. Kust. sed ἐγένεθ᾿ in fr. Ar. ap. Harp. contulit Dindorf 12 Κωλάκῳ F γινώϲκειν A 12. 13 ὑφ᾿ ἔν] ὐφοὺϲ F 17 ἀνθρώπων om. V 18 ὅτι V 28 λιθοειδεῖ Bhd.)
187

2182 Πῶροϲ: πάθοϲ τί ἐϲτιν, ὥϲ φηϲιν Ἀντίμαχοϲ. πῶρόν τιν᾿ ἀλόχοιϲι καὶ [*](Suid.) οἷϲ τεκέεϲιν ἔθεντο. καὶ πωρεῖν Ἠλεἶοι τὸ πενθεῖν φαϲι. παρὰ τοῦτο οὖν τὸ τμλαίπωροϲ ἐτυμολογεῦται.