Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Phil.)

2551 Κοιναὶ ἔννοιαι· ὅτι εἴ ποτε ἡ διάνοια ϲυλλογίζεται περὶ τῶν νοητῶν, ἀλλ’ οὐ καθ’ αὑτήν, ἀλλὰ τῷ νῷ ϲυμπλακεῖϲα, ὥϲπερ καὶ περὶ τῶν αἰϲθητῶν ϲυλλογίζεται ϲυμπλακεῖϲα τῇ φανταϲίᾳ. τούτου τοίνυν τοῦ νοῦ εἰ μὴ μετέχομεν οἱ πολλοί, ἀλλ’ ἴχνη τινὰ καὶ ἰνδάλματα διαβέβηκεν εἰϲ ἡμᾶϲ. ταῦτα δέ εἰϲιν αἱ κοιναὶ ἔννοιαι αἱ διὰ πάτων χωροῦϲαι, ἰνδάλματα τοῦ νοῦ εἰϲιν ἐναργῶϲ. διὸ καὶ ἀρχὴν ἐπιϲτήμηϲ τὸν νοῦν καλοῦϲιν, ᾧτινι τὰ νοητὰ γινώϲκομεν. ὅτι ἡ [*](2541 Κοῖλον, βαθύ═ P, Ba 280, 1, Ambr. 1442, Ps. Herodian. 74 οὕτω sq. Io. Antioch. fr. 168, FHG 4,602b ═ EV 1, 197, 5—8 2543 Soph. OC 1593 c. sch. 2544 ἴδριϲ sq. Anth. 6, 219, 5 2545 Theocr. 1, 38 c. sch. 2543 — λύχνον cf. Phryn. com. fr. 24 (1, 377 Κ.) e Poll. 7,178 et Ath. 15, 700 f., Phryn. 80,11; Νικοφῶν fr. 7 (1, 776 Κ.) 2547 Soph. Ai. 832 c. sch.; Λ 241 2548 Κοιμῶ et Κοιμίζω cf. Ambr. 1520 et 1526 αἰτιατικῇ ═ Synt Laur. 2549—Ἀδεροῖϲ ═ P cf. sch. Pl. Phaedr. 279c; Timaei fr 77, FHG 1, 211; Men. com fr. 9 οὐ sq lul or 8, 245 b 2550 cf Zen. IV 79 2551 Philop. 3, 13—17, 24—25; 4, 3—4; 30 —5, 5; 17 20) [*](2541 cf. v. Παῦπερ 2545 cf. 2674 2551 Harp. ═ P cf. Bk. 272, 27) [*](A(GFVM)) [*](1 Κοιλία om V Κοῖλον] nov. gl. GM 3 Κοιλοϲυρτόϲ, ὄχλοϲ coni. Kust. 6 πέλαϲ FV, Soph.; πέραϲ A πτέλαϲ GM 2545 om. AF 9 Κυλοιδιᾶν Mec 9. 10 κοιλοιδιόωντο GM; cp. V 11 Κοιμῆϲαι AFV Πανδώρᾳ coll. v. N 406 Poll., Ath. Kust.: Πανδώρῳ omnes, Πανδάρῳ ed. pr. 2547 non nov. gl G V M 12 Κοιμῆϲαι AF 13 κοιμῆϲαι F Ὄμηροϲ] ὅμωϲ A cf. p. 188,1 2549 —50 inverso ord. A 17 ἀνέπειθε] ἀνέϲπειρε V 18 λέγων A:  λέγει rell. 26 ἀλλ’— 27 ἔννοιαι om. A sed mg. Ar 28 ἰνδάλματα — p. 201, 12 εἰδέναι om V 28 ἀρχῆϲ A 29 ὅτι— p 201, 2 ἑαυτῇ om. F)

201
λογικὴ ψυχὴ ϲυνουϲιωμένουϲ ἔχει τοὺϲ λόγουϲ τῶν πραγμάτων ἐν ἑαυτῇ, διὰ δὲ τὸ καταδεδυκέναι ἐν τῇ ὕλῃ οἷον ἐγκαταχωϲθεῖϲα, ὡϲ ὁ ἐν τῇ τέφρᾳ κρυπτόμενοϲ ϲπινθήρ. ὥϲπερ οὖν ὅταν τιϲ μικρὸν τὴν τέφραν ὀρύξῃ, ὁ ϲπινθὴρ εὐθὺϲ ἀναλάμπει, καὶ οὐχ ὁ διορύξαϲ τὸν ϲπινθῆρα ἐποίηϲε· τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ ἡ δόξα ἐρεθιζομένη ὑπὸ τῆϲ αἰϲθήϲεωϲ προβάλλει τοὺϲ λόγουϲ τῶν ὄντων. οὕτω καὶ τοὺϲ διδαϲκάλουϲ φαϲὶ μὴ τὴν γνῶϲιν ἡμῖν ἐντιθέναι, ἀλλὰ τὴν ἐνοῦϲαν ἡμῖν καὶ οἷον κρυπτομένην ἐκφαίνειν. καὶ ταῦτά εἰϲιν αἱ κοιναὶ ἔννοιαι, τὰ τοῦ νοῦ ἀποϲκιάϲματα· πᾶν γὰρ ὅπερ ἴϲμεν κρεῖττον ἢ κατὰ ἀπόδειξιν, ταῦτα κατὰ κοινὴν ἔννοιαν ἴϲμεν· ἃ δὲ δείξεωϲ δεῖται εἰϲ τὸ γνωϲθῆναι, τούτων τὰ ϲυμπεράϲματα χωρὶϲ ἀποδείξεωϲ ἔργον ἐϲτὶ τῆϲ δόξηϲ εἰδέναι.

2552 Κοινεῖον: πορνεῖον.

[*](Σ)

2553 Κοινοδημεί: τὸ δημόϲιον.

[*](Δ)

2554 Κοινοδήμιον: τὸ τῷ δήμῳ κοινόν.

[*](Δ)

2555 Κοινολεχήϲ: ὁ μοιχόϲ.

[*](Soph.?)

2556 Κοινολογία: ἡ κοινὴ διάλεκτοϲ. Κοινῆ δὲ ἀντὶ τοῦ [*](Σ) ἀνθρωπίνῃ, μεγάλῃ καὶ θαυμαϲτῇ. ἐγὼ δὲ κοινῇ ξυμφορᾷ πεπληγμένοϲ.

[*](Ar.)

2557 Κοινολογῶ δοτικῇ.

[*](Synt.)

2558 Κοινόν: τὸ ἀκάθαρτον. ἢ τὸ μηδὲν ἔχον πλέον τῶν λοιπῶν. [*](Δ) Κοινὸν δὲ τετραχῶϲ λέγεται· ἢ τὸ εἰϲ τὰ μέρη διαιρετόν, [*](Phil.) ὡϲ ἡ κληρουχουμένη γῆ· ἢ τὸ ἀδιαίρετον, ἐν χρήϲει κοινῇ λαμβανόμενον· ἢ τὸ ἐν προκαταλήψει ἰδιοποιούμενον, εἰϲ δὲ τὸ κοινὸν ἀναπεμπόμενον, ὡϲ ἐν θεάτρῳ τόποϲ ἢ ἐν βαλανείῳ· ἢ τὸ ἀδιαιρέτωϲ εἰϲ κοινὴν καὶ τὴν αὐτὴν ἔννοιαν προβαλλόμενον, ὡϲ ἡ φωνὴ τοῦ κήρυκοϲ. κοινὰ δὲ καὶ ἀμέριϲτά εἰϲιν ὁ πατήρ, ὁ υἱὸϲ καὶ τὸ ἄγιον πνεῦμα, αἴ τε γραφαὶ καὶ αἱ ὑπερκόϲμιαι δυνάμειϲ, ἥλιόϲ τε καὶ ϲελήνη καὶ πᾶϲ ὁ τῶν ἀϲτέρων χορὸϲ καὶ αὐτὸϲ ὁ ἀήρ, κοινὰ καὶ ἀμέριϲτα ὅλα διόλου. γῆ τε καὶ ὕδωρ, χρυϲόϲ τε καὶ ἄργυροϲ, καὶ πᾶϲα ἡ μεταλλικὴ φύϲιϲ καὶ δρυοτομικὴ ὕλη κοινὰ μέν εἰϲιν, ἀλλ’ ὅμωϲ μεριϲτὰ γέγονε τῇ τῆϲ πλεονεξίαϲ ὀρέξει. παρθενία δὲ καὶ ἀγαμία καὶ ἱερωϲύνη καὶ τὰ λοιπὰ τοῦ θεοῦ τοιουτότροπα χαρίϲματα οὔτε κοινὰ οὔτʼ αὖ μεριϲτά. οὐ γάρ εἰϲι τοῦ μέρουϲ τῶν κοινῶν ἢ τῶ μεριϲτῶν.

[*](2552 ═ P, H; l ═ Ambr. 1466 2553 cf. Ambr. 1470 H v. κοινοδήμιον 2555 in Soph El. 97 2556 διάλεκτοϲ ═ P, Ba 280, 4 κοινῇ sq. Ar. Th. 179 c. sch. plenior. 2557 ═ Synt Laur 2558— ἀκάθαρτον ═ Zon. 1240 cf. H vs. 21 Κοινὸν— 26 κήρυκοϲ cf. lo. Dam. P G 94, 657 d, 659, unde Zon 1239)[*](2556 cf. v. ϲοῦ)[*](2 ἑαυτῷ M cp. G 3 ὥϲπερ—4 ϲπινθὴρ om. F 8 ἐνφαίνειν A ἐμφαίνει A( GFVM) F 15 δήμῳ AFV; δημοϲίῳ GM 17 ἡ om. F, Phot. Ba 18 ἀνθρωπίνῃ] καὶ add. F ϲυμφορᾷ GFM cf. v. ϲοῦ 21 Κοινὸν nov. gl. GM; ἡ τοῦ κοινοῦ mg. add. F δὲ ex AF solis 24 τόποϲ om. V 29 τε pr.] δὲ Bhd. τε alt om. A 30 ἡ ex AF solis 31 δὲ post ἀγαμία transpos. G VM)
202
[*](Harp.)

2559 Κοινὸν γραμματεῖον καὶ ληξιαρχικόν: τὸ μὲν κοινόν, εἰϲ ὃ ἐνεγράφοντο εἰϲ τοὺϲ φράτοραϲ καὶ γεννητάϲ· τὸ δὲ ληξιαρχικόν, εἰϲ ὃ ἐνεγράφοντο οἱ εἰϲ τοὺϲ δήμουϲ ἐγγραφόμενοι.

[*](Prov.)

2560 Κοινὸϲ Ἑρμῆϲ: φαϲὶν ὅτι κλεπτίϲτατοϲ γενόμενοϲ ὁ Ἑρμῆϲ κατέδειξε κοινὰ εἶναι τὰ φώρια, καὶ τοῖϲ κατὰ μόναϲ κλέπτουϲιν ἐπάναγκεϲ εἶναι πρὸϲ τοὺϲ κοινοὺϲ διανέμεϲθαι. οἱ δέ, ὅτι τὸν λόγον ἔχων κοινωνικὸν ὁ Ἑρμῆϲ ἐποίηϲε πάντα διʼ αὐτοῦ.

[*](Σ)

2561 Κοινῶναϲ: κοινωνούϲ. Ξενοφῶν· ἀκροθίνια τοῖϲ θεοῖϲ καὶ [*](Ε) τεμένη ὁ Κῦροϲ ἐκέλευϲεν ἐξελεῖν, οὕϲπερ κοινῶναϲ ἐνομίζετο τῶν [*](Ε) καταπεπραγμένων. καὶ αὖθιϲ· τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ ἄξειν, καὶ ὅϲοι κοινῶνεϲ αὐτῷ τῆϲ φυγῆϲ ἐγένοντο.

[*](Harp.)

2562 Κοινωνικόν· Δημοϲθένηϲ ἐν τῷ Περὶ τῶν ϲυμμοριῶν κοινωνικοὺϲ λέγει τάχα μὲν τοὺϲ ἀνέμητον οὐϲίαν νέμονταϲ ἀδελφούϲ· ὧν ὁ μὲν πατὴρ ἐδύνατο λειτουργεῖν, οἱ δὲ κληρονόμοι τῶν ἐκείνου καθ᾿  ἕνα τριηράρχην οὐκ ἐξήρκουν. τάχα δ’ ἂν καὶ περὶ τῶν ἑκουϲίαν κοινωνίαν ϲυνθεμένων ἐμπορίαϲ ἢ τινοϲ ἄλλου· ὧν ἕκαϲτοϲ οὐκ εἶχε τὸ ὅλον τίμημα τῆϲ κοινῆϲ οὐϲίαϲ.

[*](Δ)

2563 Κοινωφελήϲ: ὁ πάνταϲ ὠφελῶν.

[*](Δ)

2564 Κοινοῖ: μιαίνει.

[*](Δ)

2565 Κοιόληϲ: ὁ ἱερεύϲ.

[*](Ecl.)

2566 Κοῖοϲ: ὁ πατὴρ Λητοῦϲ. παρὰ τὸ κοεῖν, ὅ ἐϲτι νοεῖν καὶ ϲυνιέναι. ἤγουν ὁ ϲυνετόϲ.

[*](Σ)

2567 Κοίρανοϲ: βαϲιλεύϲ, ἄρχων.

[*](Ar.)

2568 Κοιϲύρα: γυνὴ Ἀθήνηϲιν εὐγενὴϲ καὶ πλουϲία, μήτηρ Μεγακλέουϲ. καὶ Λάμαχοϲ. Ἀλκμαίωνοϲ γαμετῆϲ. ἥτιϲ ἐπὶ βλακείᾳ διαβεβόητο. [*](Σ) καὶ Κοιϲυροῦται, κοϲμεῖται ἢ τὰ τῆϲ Κοιϲύραϲ φρονεῖ.

[*](Δ)

2569 Κοίτη· καὶ Κοιταῖοϲ, ὁ κατὰ τὴν ὥραν τῆϲ κοίτηϲ ἐρχόμενοϲ. [*](Ε) ὁ δὲ παρήγγειλεν ἔρχεϲθαι κοιταίουϲ.

[*](2559 Harp. ═ P cf. Bk. 272,27 2560 ═ Athous, Miller, Mél. p. 351, I 22 cf. Diogen. V, 38 2561— Κοινωνούϲ ═ H; l ═ Ba 280, 3 ἀκροθίνια—καταπεπραγμένῳ Χen. Cyr. 7, 5, 35 τὴν sq. fort. Iambl. vel Aelian. 2562 Harp. ═ P; Dem.14,16 2563 ═ Ambr. 1215 2564 cf. Ambr.1506; in Matth. 15, 11 2565 ═ H cf. Theognost. An. Ox. 2, 21, 25 2566 ═ An. Ox. 2, 453, 18, ex quo Et. M. 523, 47 2567 ═ P, Ba 280, 5 cf. sch. B 404, H, Et M. 523, 54; Ambr. 1212 ═ Ps Herodian 74 2538 — διαβεβοήτο sch Ar. Ach 614 (plenior.) Κοιϲυροῦται sq. cf ad v. Ε 87 2569 ὁ δὲ sq. Polyb fr. 177)[*](2568 cf. v. 87, ex quo Ἀλκμαίωνοϲ γαμέτηϲ)[*](A( GFVM))[*](2 εἰϲ alt. F, Harp. Phot.; οἱ εἰϲ AGVM cf. Harp. plen. καὶ— 3 ἔγγραφόμενοι AF, Harp. Phot οἱ δὲ εἰϲ τοὺϲ δήμουϲ ἐ. τὸ ληξιαρχικόν GVM 6 εἶναι om F κοινωνοὺϲ Hemst. Toup, Athous 7 ὁ Ἑρμῆϲ κοίνωνικὸν A 15 τριηραρχεῖν Harp. plen. περὶ] ἡ περὶ A 24 γυνὴδιαβεβόητο] 25. 26 ὄνομα κύριον F 24, 25 Μεγακλέουϲ] Κοιϲύραϲ coll. Ar. Ach. 614 add. Gsf. 25 Ἀλκμαίωνοϲ γαμετῆϲ om. A, add. manus rec. Ἀλκμήνωνοϲ V 26 Κοιϲυροῦται] καὶ add. ArGVM)
203

2570 Κοῖτιϲ: ἡ μικρὰ κίϲτη, Ἀττικῶϲ. τὴν γὰρ κίϲτην κοῖτιν λέγουϲιν [*](Ecl.) ἔϲτι δὲ ἐν αἷϲ κοιταζόμεναι γυναῖκεϲ ἀπετίθεντο τὰ χρυϲία.