Suidae lexicon
Suda
Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935
1338 Κέντρα: τὰ τῶν ἵππων πλῆκτρα. κέντρα διωξικέλευθα.
[*](| Anth.)1339 Κεντρηνεκέεϲ· καὶ Κεντρηνεκήϲ, ὁ κέντρῳ πληϲϲόμενοϲ
[*](Δ)1340 Κέντριον: τὸ βουκέντριον.
[*](Δ)1341 Κεντρίϲαϲ τὸν ἵππον.
1342 Κεντροτύποϲ: μοχθηρόϲ. ἢ ὁ ἡνίοχοϲ. παρὰ τὸ κεντρεῖν [*](Σ) τοὺϲ ἵππουϲ.
1343: τοῦτο τὸ ϲημεῖον κέντρον δηλοῖ.
1344 Κέντρων: τουτέϲτι χαλεπὸϲ καὶ φρικτόϲ. καθὸ καὶ τοὺϲ [*](Ar.) ἡιόχουϲ κεντροτύπουϲ καλοῦμεν, τοὺϲ τοῖϲ κέντροιϲ τοὺϲ ἵππουϲ τύπτονταϲ. ἢ κέντρων, ὁ ἐκ πολλῶν ϲυνερραμμένοϲ. ἐπεὶ τοιαῦτα τοῖϲ ὑποζυγίοιϲ ϲυρράπτοντεϲ καλοῦϲι κέντρωναϲ· ὡϲαύτωϲ καὶ λόγουϲ ἐκ διαφόρων ϲυνειλεγμένουϲ καὶ ἕνα ϲκοπὸν ἀπαρτίζονταϲ, οἷά εἰϲι τὰ Ὁμηρόκεντρα. οἱ δὲ τὸν λοίδορον ἀκούουϲιν, οἷον κεντροτύποϲ. ἢ κέντρων, ὁ κλέπτηϲ· διὰ τὸ βαϲανιζομένοιϲ τοῖϲ κλέπταιϲ καὶ κέντρα προϲφέρεϲθαι. Κέντρα καὶ τὰ τῶν ἵππων πλῆκτρα. διελάϲαϲ τὸν ἵππον καὶ τὰ κέντρα προϲβαλὼν παρεῖναι διὰ ταχέων.
1345 Κεντυρίων: ἑκατόνταρχοϲ.
1346 Κενοὶ κενὰ λογίζονται: παροιμία. Ἀρχίαϲ γὰρ Κύπρον [*](EV) [*](1330 ἀγροίκωϲ ═ P cf. H ἀκόϲμωϲ—ἐνήλατο Ar. Ran. 38—9 c. sch οἵουϲ sq Polyb. 8, 9,13 ═ EV 2, 110, 2—4 1331 Greg. Naz. PG 36, 321b extr. 1332 ═ Ambr. 712 1333 cf. H 1334 gl. iuris 1335 cf. sch. Δ 391 Ambr. 572 1337 κεντῶνοϲ ═ Ambr. 615 1338 κέντρα sq. Anth. 6, 246, 1 1339 Κεντρηνεκήϲ sq cf. Ambr. 569 1340 ═ Ambr. 709 1342 — μοχθηρόϲ ═ P cf. H ἡνίοχοϲ sq. cf. ad 1344 1344— προϲφέρεϲθαι sch. Ar. Nu. 450 cf Et. M. 503, 44 1345 ═ P, Ba 275,19, H 1343 Ἀρχίαϲ—p. 96, 4 προϲαπώλεϲε Polyb. 33, 5, 2—4 ═ EV 2, 200, 813) [*](1338 cf. 1344. Anth. cf. 1519 et v. Δ 1245 1344 cf. 1338 1346 Polyb. cf. vv. A 4103 et 4434. Ar. cf. v. E 446) [*](3 τυφλόϲ V Ἀριϲτοφάνηϲ—οἰκήϲανταϲ om. F 4 ἐνήλατο] ἤγουν ArF(GVM) ἐπήδηϲε ss. V 5 Πήλιον] ὄροϲ ss. V 6 Λαιϲτρυγόναϲ] ἔθνη ss. V 1334 om. F 11 κεντοῦντοϲ F cf. sch.; κεντῶντοϲ rell. 13 καὶ Κεντώνιον om. F 18 ὁ μοχθηρόϲ AGVM κεντεῖν Kust. 1343 om. F mg. A 22 τοὺϲ] τοῦ F 23 πολλοῖϲ V 26 κεντροτύπον AGM 27 κέντρον F 28 Κέντρα—29 ταχέων om. F 31 παροιμία om. V)
1347 Κέπφοϲ: εἶδοϲ ὀρνέου ὀξυτάτου. ὅτι κοῦφόν ἐϲτι καὶ [*](Eel.) ἐπιπλέον τοῖϲ κύμαϲιν. Ω κέπφε, ἀντὶ τοῦ ὦ εὐτελέϲτατε καὶ [*](Ar.) λάλε· φαϲὶ γὰρ τὸν κέπφον τοιοῦτον εἶναι. τάττεται δὲ ἡ παροιμία ἐπὶ τῶν ἀλογίϲτων ἀνδρῶν. ὁ γὰρ κέπφοϲ ἀφρὸν ἐϲθίει θαλάττιον· οἱ δὲ παῖδεϲ τῶν ἁλιέων ῥίπτουϲι τὸ πρῶτον πόρρωθεν, εἶτα ἐγγυτάτω, εἶτα εἰϲ τὴν χεῖρα τὸν ἀφρὸν καὶ εὐχερῶϲ ἀγρεύουϲιν.
1348 Κεπφωθείϲ: ἐπαρθείϲ, ἐρεθιϲθείϲ, ὀξέωϲ ἐλαυνόμενοϲ.
[*](Hom.)1349 Κέρα ἀγλαέ: οὐ τὴν τρίχα ψιλῶϲ, ἀλλ᾿ ἐμπλοκῆϲ τι γένοϲ, ἐπὶ κέρατοϲ τρόπον ἐμπλεκόμενοϲ. ἔπλεκον δὲ καὶ Ἀθηναῖοι τέττιγαϲ. καὶ παῤ Ὁμήρῳ· πλοχμοὶ θ᾿, οἳ χρυϲῷ τε καὶ ἀργύρῳ ἐϲφήκωντο. καλλωπιζόμενε τῇ τοξικῇ· ἢ τῇ τριχώϲει. κέραϲ γὰρ οἱ παλαιοὶ τὴν τρίχωϲιν ἐκάλουν.
1350 Κεραβάτηϲ: ὁ ἐπὶ τῶν κεράτων βαίνων.
1351 Κεραΐζει: πορθεῖ, ἀναιρεῖ, διαρπάζει.
1352 Κεραμέωϲ πλοῦτοϲ: ὁ ϲαθρὸϲ καὶ μὴ βέβαιοϲ.
1353 Κεραμεύειν: κοινῶϲ ἀντὶ τοῦ κατεργάζεϲθαι. ἦν δὲ καὶ κεραμέωϲ πατὴρ ὁ Κέφαλοϲ. ἔλεγον δὲ κεραμεύειν καὶ τὸ κακῶϲ ποιεῖν τὰ κοινά.
1354 Κεραμεικόϲ: τόποϲ Ἀθήνηϲιν, ἔνθα οἱ ἐν πολέμῳ ἀναιρούμενοι ἐθάπτοντο, ὡϲ Μενεκλῆϲ καὶ Καλλιϲτράτηϲ περὶ Ἀθηναίων ϲυγγράμμαϲί φαϲιν οὕτωϲ. ἔϲτι δὲ καὶ δῆμοϲ Κεραμεικόϲ. εἰϲὶ δὲ ἔνθεν [*](1346 ἐϲδραμὼν sq. Ar. Eq. 281 c. sch. 1347 ὀξυτάτου ═ P, Ba 275, 22 cf. L, H, Ambr. 700 κοῦφόν—κύμαϲιν ═ Et. M. 504, 1 cf. H ὦ κέπφε sq. sch. Ar. Pl. 912 1348 ═ P, Ba 275, 24 cf. H (in Prov. 7, 22) 1349 —ἐϲφήκωντο ═ sch. A in Λ 385 cf. H, An S. 98, 11; V 52. καλλωπιζόμενοϲ sq. ═ sch. D in Λ 385 1350 sch. Ar. Ran. 230 1351 ═ P, Ba 275, 26 cf. H, sch E 557, Et. M. 504, 6 1352 ═ Cohn Z. d. P. 78 n. 61 cf. Diogen. V 97; fr. com. ad. 749 1353 sch. Ar. Eccl. 253 1354 — ἀπέθανεν sch. Ar. Av. 395 1347—8 Z 1183 1350 cf. 1415 1351 cf. v. Ε 416 1354 ὅτι sq. ex v. A 2130 cf. v. A 250) [*](ArF(GVM)) [*](1 Δημητρίῳ] μητῤ F καλῳδίων F 2 τῶν γὰρ ὄντων F 3 καὶ— 6 πόλεωϲ om. F 4 τάλαντα] μὴ add. VM προλήψεϲθαι V 5 πρυτανεῖον] ἤγου ἡ τοῦ κοινοῦ διοίκηϲιϲ ss. V 6 πλέᾳ] γρ. ἐκεῖ πλέα add. AGVM ἐκθεῖ πλέα Gsf. 7 ὀξύτατοϲ V 8 om. F 10 θαλάϲϲιον A 13 λαμβανόμενοϲ V 15 ἐμπλεκόμενον Kust. cp. V καὶ] οἱ F 16 πλοχοί F πλογμόϲ V οἳ] ὃϲ GV ἐϲφήκωτο F 17 καλλωπιζόμενε —τριχώϲει post vs. 14 ψιλῶϲ F καλλωπιζόμενε F, sch.; καλλωπιζόμενοϲ rell κέραϲ— 18 ἐκάλουν om. F 17 παλαιοὶ A, sch.; πεζοὶ GVM 19 Κερεβάτηϲ V 22 ἐργάζεϲθαι V 22. 23 κεραμέω F 23 κακῶϲ] κοινῶϲ F cf. vs. 22 26 ὡϲ—p. 97, 3 τροχόν om. F 26 Καλλίϲτρατοϲ G, v. l. sch. Καλλικράτηϲ ex Harp. corr. Dindorf 26, 27 ϲυγγράματά G cp. M)
1355 Κεραμεικόϲ: τόποϲ τῆϲ Ἀττικῆϲ ὑψηλόϲ, ὅπου ἐπετέλουν οἱ [*](Ar.) Ἀθηναῖοι κατ᾿ ἔτοϲ λαμπάδοϲ χοροῦ ἀγῶνα. ὑπάρχειν δὲ ἐκεῖϲε πύργον ὑψηλόν· ἐφ᾿ ὃν ϲυμβουλεύει αὐτὸν ἀναβάντα θεωρεῖν τὴν λαμπάδα, καὶ ὅταν ἀφεθῶϲιν, ἀφεῖναι ἑαυτὸν κάτω.
1356 Κεραμεικοί: δύο ἦϲαν Κεραμεικοί, ὁ μὲν ἔνδον τῆϲ πόλεωϲ, [*](Harp.) ὁ δὲ ἔξω· ἔνθα καὶ τοὺϲ ἐν πολέμῳ τελευτήϲανταϲ ἔθαπτον δημοϲίᾳ καὶ τοὺϲ ἐπιταφίουϲ ἔλεγον.
1357 Κεραμεικοί: δύο τόποι Ἀθήνηϲιν. ἐν δὲ τῷ ἑτέρῳ προειϲτήκειϲα [*](Ar.) αἱ πόρναι.
1358 Κεράμειον: ἀγγεῖον. τὸ δὲ κύριον Κεράμιον, διὰ τοῦ ι, εἰ [*](Δ) μὴ πρόϲκειται τὸ ἀγγεῖον. καὶ Κεράμεια τεύχη.