Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Suid.)

301 Δειδέχατ᾿ ἀλλήλουϲ· Ὅμηροϲ.

[*](Δ)

302 Δειδία: ἡ ϲκοτία νύξ. Δείδια δὲ φοβοῦμαι. καὶ Δείδιεν, [*](Ecl.) ἐφοβεῖτο. δείω, δεδίω· ὡϲ πείθω, πεπίθω. δεδίω, δέδια· πλεοναϲμῷ [*](Δ) τοῦ ι, δείδια. καὶ Δείδιθι, φοβήθητι. καὶ Δειδιώϲ, φοβούμεοϲ.

[*](Δ)

303 Δειδίϲκω: δεικνύω.

[*](Δ)

304 Δειδίϲϲω: ἐκφοβῶ.

[*](207 Δεφόμενοϲ Aq. sch. Ar Eq. 24 298 — ἐκδεχομένων ═ Zen. Ill 22 αἰτιατικῇ cf. An. Ox. 4, 289, 21, Synt. Laur. et Gud. 299 πρέπει ═ H, An. Ox. 2, 478, 4 δ΄ — ἀπέχει ═ Ba 189, 22, Et. Gud. cf. sch. Greg. PG 36, 1225 b; vs. 7 δεῖ—δεόντων Dem. 1, 20 παρὰ sq. Ar. Lys. 434 c. sch. 300 — τόποιυϲ Harp ═ Lex. rhet. in Et. M. 259, 51 vs. 14 Δεῖγμα—18 ἀντιλεγόντων Ar. Eq. 978—980 c. sch. cf. Bk. 237, 20; vs. 18 Δεῖγμα sq. Ar. Ach. 989 c sch. 302 — νύξ cf. L ═ Ps. Herodian. 22; Ambr. 230, Et. M. 260, 2, Choerob., An. Ox. 2, 194, 26 Δείδια, φοβοῦμαι ═ Ambr. 287, H Δείω—vs. 26 δείδια cf. Choerob., An. Ox. 2, 193, 21, ex qno Et. M. 260, 7, Et. Gud. Δείδιθι, φοβήθητι Ambr. 284 cf. H, sch. Ε 827; Δειδιώϲ sq. cf. sch. Δ 431 303 ═ Ambr. 278 304 ═ Ambr. 283 cf. sch. Β 190 ═ Et. M. 260, 24, H)[*](297 Z 491 209 hinc 370. — πρέπει cf. v. Ε 213; δεϲμεῖ cf. vv. Ε 221 et 230 301 ex v. φιλοτηϲία 1 302 cf. 147 et 151. Z 479, 488, 489 303—4 Z 489 304 cf. 150 et v. Ε 201)[*](A(GITFVM))[*]( 9 δῆϲον sch.: δεῖϲον omnes 13 καλοῦμενοϲ—22 προέβαλλε] καὶ τά ἐξῆϲ 14 Δεῖγμα nov. gl GI Δεῖγμα—18 ἀντιλεγόντων om. 18 Δεῖγμα nov. gl Gl, δείγματα M 21 πτερά, ἃ Bas. 301 om. TFV 25 Δείω] κανών praemisit G, mg. ITM δεδίω (pr.)] δεδείω A)
29

305 Δείδω: τὸ φοβοῦμαι.

[*]( Δ)

306 Δειελινόν: τὸ δειλινόν. καὶ Δείελον, τὸ δειλινόν.

[*]( Δ)

30> Δείκελον: εἴδωλον. ἄγαλμα ἢ ὁμοίωμα. ἐν Ἐπιγράμμαϲι· [*](ΔΣ) Ῥείηϲ πυργοφόρου δείκελον εἰϲορόων. Δείκνυμί ϲοι καὶ Δεικωύω [*](Anth.) ϲοι· δοτικῇ.

[*]( Δ)

308 Δείκηλα: μιμήματα, εἰκάϲματα. τὸ δει δίφθογγον. κυρίωϲ τὸ ὀμοίωμα [*](Suid.) καὶ εἴκελον τῷ Διΐ, καταχρηϲτικῶϲ δὲ πᾶν ὁμοίωμα.

309 Δεικωύντα καὶ Δεικνύναι καὶ Δεικνύϲα.

310 Δειλάκρα· Ἀριϲτοφάνηϲ Πλούτῳ· ἐγὼ δὲ κατακέκνιϲμαι δειλάκρα. [*](Ar.) ϲκώπτει καπρῶϲαν τὴν γραῦν. δειλάκρα δέ ἄκρωϲ ἀθλία. καὶ Δειλακρίων, ὁ ἄκρωϲ δειλόϲ· ὁ ἐλεεινόϲ, ὁ ταλαίπωροϲ· ἢ ὁ [*](Ar. + Δ) ἐπίπονοϲ. ὁ αὐτὸϲ Ἀριϲτοφάνηϲ· ὦ δειλακρίων. ὦ γλίϲχρων, ὁρᾷϲ, ὡϲ οὐκέτ᾿ εἶναί ϲοι δοκῶ μιαρώτατοϲ;

311 Δειλακρίων· ὁ Ἑρμῆϲ ἐλέγετο, ὡϲ λίχνοϲ. κρεαδίων γὰρ ἐπιδεικνυμένων [*](Ar.) αὐτῷ κατήρχετο αὐτίκα.

[*]( Δ)

312 Δειλανδρία καὶ Δειλανδρῶ.

[*]( Σ)

313 Δεἰλαιοϲ: ἄθλιοϲ.

[*]( Σ)

314 Δείλη ὀψία: ἡ περὶ δύϲιν ἡλίου. Δείλη πρωΐα, ἡ πρὸ [*](Σ) ἀρίϲτου ὥρα, ἢ μετὰ τὸ ἄριϲτον. Ξενοφῶν· ἡνίκα δὲ δείλη ἐγένετο, [*](Ε) ἐφάνη κονιορτόϲ. καὶ κλίνεται δείληϲ.

[*]( Δ)

315 Δείληϲ πρωΐαϲ καὶ Δείληϲ ἑϲπέραϲ· οὕτω λέγουϲιν Ἀττικοί.[*](Σ) [*](416 Δειλία: ὁ φόβοϲ. δειλία ἐϲτὶ κακία ἐν ἐνδείᾳ τῇ περὶ τάδε Δ τινὰ τὰ πάθη, ἐναντία τῇ ἀνδρείᾳ καὶ τῇ θραϲύτητι. καὶ κατὰ μὲν Phil. 25 τὸ κακία εἶναι καὶ ἀϲυμμετρία· περὶ δὲ τὰ πάθη, ἐναντία ἐϲτὶ τῇ ἀνδρείᾳ, κατά δὲ τὸ ἐνδείᾳ περὶ τάδε εἶναι, τῇ θραϲύτητι· οὔτε γὰρ 305 ═ Ludw. 17, 14; 24, 20, H, sch. Κ 39 cf. Ambr. 288 in. 306 — δειλινόν pr cf Et. M. 261, 18; Δείελον sq. ═ Ambr. 241, Ps. Herodian. 22 cf. Ambr. 149 307 εἴδωλον ═ Ambr 243 cf. Ps. Herodian. 22 ἄγαλμα ἣ ὀμοίωμα Σᵃ, Lex. Rhet. in Et. Gen.; Et. M. 260, 29 cf. H Ῥsίηϲ—εἰϲορόων Anth. 5, 259, 2 Δείκνυμι sq. ═ An. Ox 4, 289,17,18; Δεικνύω sq. ═ Ambr. 281 1410 ἀθλία Ar. Pl, 973 c. sch 973— 4 vs. 11 Δειλακρίων —δειλόϲ + ἐπίπονοϲ cf. sch Ar. l ac. 193, Et M. 261, 37; ὁ ἐλεεινόϲ, ὁ ταλαίπωροϲ ═ H, Et. M 261, 38 Ambr. 148; ὦ pr. sq. Ar Pac. 193—4 311 sch. Ar. Pac. 193 312 Δειλανδρῶ ═ Ambr. 295 343 ═ Ba 189, 20, L 314 ἡλίου ═ H; l. cf. Thom. 102, 9 Δείλη πρωῖα —ὤρα cf. Tim.; μετὰ τὸ ἄριϲτον cf. H ἡνίκα—κονιορτόϲ Xen. An. 1, 8, 8 κλίνεται δείληϲ cf Ambr. 211 315 — ἐϲπέραϲ cf. Artem. 1, 7 — πρωίαϲ ═ Tim. 316— φόβοϲ ═ L, Ludw. 23, 13; 24, 27; l. ═ Ambr. 231 Ps. Herodian. 22 δειλία sec. sq. Alex. Aphr. 99, 8ù15) [*](306 Z 488 307 Z 482; Arth. cf. v. πυργοφόροϲ 308 ex 1097 309 cf. V Α 3287 310 Z 475. Ar. Pac cf v, 7 238 et v. μιαροί 311 hinc v. κρἀγρα 2 tin.) [*](2 δειλινόν alt.⌋ αὐτό TF 3 Δείκηλον VacMac 4 εἰϲορόων v. πυργοφόροϲ A(GITFVM) φόροϲ, Anth. Δείκνυμι nov. gl. GIT 308 om. FV post vs. 4 εἰϲοράων G post vs. 3 ἄγαλμα T post 309 M 6 Δίκηλα G, 1097 Δείκηλα —δίφθογγον om. T 300 om. TFV post 307 (non nov. gl.) GM 16 καὶ Δειλανδρῶ om FV 17 ὁ ἄθλιοϲ V 21 οἱ Ἀττικοί A 24 ἀνδρείᾳ cett.] ἀνδρίᾳ cett AF 25 ἐϲτὶ post vs. 26 ἀνδρείᾳ A)

30
τῇ θραϲύτητι ἐναντία ἡ δειλία κατὰ τὸ κακία εἶναι κοινωνεῖ γὰρ αὐτῇ τούτου· οὔτε τῇ ἀνδρείᾳ κατὰ τὸ ἔνδεια εἶναι κατὰ τάδε· οὐ γάρ ἐϲτιν ἐναντίον τὸ περὶ τάδε ἐνδεὲϲ τῷ περὶ τὰ αὐτὰ μέϲῳ.

[*](Δ)

317 Δειλινήϲαϲ: δείληϲ τοῦτο ποιήϲαϲ. καὶ Δειλινόν, δείληϲ.

[*](Σ)

318 Δειλοκομπήϲαϲ: ἐξαπατήϲαϲ. Ἕρμιπποϲ.

[*](Prov.)

319 Δειλότεροϲ τοῦ παρακύπτοντοϲ: ἐπὶ τῶν ϲφόδρα δειλῶν. ἀνὴρ γάρ τιϲ ἐγένετο δειλόϲ, ὃϲ παρακύψαϲ ἐκ ϲπηλαίου καὶ ἰδὼν τὸν Ἡρακλέα ἀπελιθώθη· καὶ διέμεινεν ἔτι καὶ νῦν ὁ λίθοϲ ἀνθρω ποειδήϲ. φοβούμενοϲ γὰρ τὸν Ἡρακλέα κατέδυ εἰϲ ϲπήλαιον καὶ διὰ [*](Ar.) δειλίαν ἀπέθανε. καὶ ἑτέρα παροιμία· Δειλότεροϲ Πειϲάνδρου. ἔνθα καὶ Πείϲανδροϲ ἦλθε δεόμενοϲ ψυχὴν ἰδεῖν, ἢ ζῶντ᾿ ἐκεῖνον προὔλπε. δειλὸϲ γὰρ ἦν καθ᾿ ὑπερβολήν.

[*](Δ)

320 Δείλοψ: ὄνομα ἔθνουϲ.

[*](Σ)

321 Δεῖμα: φόβοϲ. Ἀρριανόϲ· τοϲόνδε αὐτοὺϲ δεῖμα, ὡϲ προϲαγόντων [*](Ε) δεινῶν, κατέϲχεν ὥϲτε μὴ δύναϲθαι ἀποϲτῆϲαι τῆϲ ἐκπλήξεωϲ.