Suidae lexicon
Suda
Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935
401 B όϲποροϲ, πόλιϲ περὶ τὸν Ἑλλήϲποντον, ἣν Βωχάνοϲ ὁ Τοῦρκοϲ [*](E) ἐπὶ Ἰουϲτινιανοῦ βαϲιλέωϲ ἐπόρθηϲε.
402 Bόϲποροι β΄· ὁ μὲν κατὰ τὴν Προποντίδα, ὁ δὲ Θρᾳκικόϲ, ὥϲ [*](Soph.) φηϲι Φιλέαϲ.
403 Βόϲτρυχοϲ: πλέγμα τριχῶν γυναικείων. ἐν Ἐπιγράμμαϲιν· [*](Anth.) εἰπὲ τίνι πλέξειϲ ἔτι βόϲτρυχον: Ἀριϲτοφάνηϲ· πάνυ γάρ τιϲ ἔρωϲ [*](Ar.) [*](392 ἐκδηλόϲ sq. Astramps. 393 ἡ sq. lambl. fr.15 396 Eutrop. p. 77 cf. lo. Antioch. fr.60, F H G 4, 559 ═ EI 66,5—13, Exc. Plan. 35 ap Cass. D.l, p. CXXI 397 — βρωτικόν Ba 180,28, H ὀξυτόνωϲ —καὶ βορόν Ar. Pac. 38 c. sch. 398 ═ Ba 181,1 cf Ambr. 715 399 τρέφουϲαν cf. H v. βόϲκομεν ἀλλ’ sq. Soph. O T 1424 —28 400 cf. Et. M. 205, 21, An. Ox. 2, 351, 3, 431,15, Ambr.757 401 Men Prot. attr .Stemplinger, Philol. 63.619. de Boor, Byz .Zt. 23,12,1 coll fr.43 ═ E L 208.1,4 402 sch. Soph.Ai.884 403 εἰπέ —βόϲτρυχον Anth.5, 227,1 πάνυ —p.482,1 βοϲτρύχων Ar.Eccl.954—5) [*](393 cf. v. κελαρύζει 393—4 Z 396 396 hinc v. ἐπιβολὴ 397 Z 401 : καὶ ὕδωρ sq. ex v. ὕδωρ βορόν 400 Z 402 401 cf. 508 401 —2 Z 396 403 Ar. cf. v. δονεῖται) [*](6 τό] τῷ V M τοῦ Port. 15 ὀξυτόνωϲ] ὀξύτονον Acp FV 16 καὶ ὕδωρ A(GITFVM) —17 βορόν om. Τ FV 22 δείκνυται] δεικνύναι Soph. τό] τῷ GlM. 27 Ἰουϲτινιανοῦ] Ἰουϲτίνου Stemplinger, de Boor 29 Φιλέαϲ FV M φιλαίαϲ rell.)
404 Βοτά: βοϲκήματα. καὶ Βοτάνη, ὁ χόρτοϲ. Καδμείων τινὲϲ [*](Ε) ἱπποβοϲκοὶ περὶ βοτάνηϲ πρόϲ τιναϲ τῶν Μινύων ἤριζον. τοὺϲ [*](Ε) πληϲίον ὑπερβάλλοντεϲ λόφουϲ μεϲτὸν εὑρήϲουϲι τὸ πεδίον παντοίων βοτῶν.
406 B οτὴρ καὶ Δ οτήρ, Δώτωρ δὲ καὶ Β ώτωρ.
407 Bοτόϲ: τροφὴ, ἢ βοϲκή. καὶ Βροτόϲ, ὁ ἄνθρωποϲ.
408 οτρυδόν: ἐπαλλήλαϲ· ἡ ἑτέρα τῆϲ ἑτέραϲ ἐχομένη, ὡϲ ῥᾶγεϲ τῶν βοτρύων.
409 Βότρυν: τὴν ὀπώραν· οὐχὶ τὴν ϲταφυλὴν μόνην. καὶ μήποτε On.τὴν βοτρυΐαν ὀπώραν. λύϲιϲ ὀνείρου· βότρυϲ κατέϲθειν ὀμβρικὴν δηλοῖ λύϲιν.
410 Βοτρυόδωροϲ: ἡ εἰρήνη. ἐπεὶ αἱ ἄμπελοι ἐν εἰρήνῃ φύονται. [*](Prov.) Ἀριϲτοφάνηϲ· ὦ πότνια βοτρυόδωρε. καὶ παροιμία· Βότρυϲ πρὸϲ β ότρυν πε παίνεται, ἐπὶ τῶν ἐξιϲοῦϲθαι φιλονεικούντων.
411 Βοτρυοϲταγῆ ἔρν η. ὑπερβεβηκέναι δὲ τοῖϲ ἐπιτηδεύμαϲι [*](EV) τὰ Βότρυοϲ ὑπομνήματα καὶ τὰ Φιλαινίδοϲ καὶ τῶν ἄλλων ἀναιϲχυντότερα γράφων.
412 Βούβοτον Ὀ ρβ ηλοῖο πα ρὰ ϲφυρόν. καὶ Bούβ οτοϲ. ἡ πολλὴν τροφὴν ἔχουϲα.
413 Βουβωνιῶ: φλεγμαίνω τοὺϲ βουβῶναϲ. ἐγῶ μὲν οὖν εἰϲ τὸ βαλανεῖον βούλομαι· λείπει ἀπελθεῖν· βουβωνιῶ γὰρ τὼ νεφρὼ ὑπὸ τῶν κὸπων.
414 Bουγά ϊοϲ· τὸ βου κατ’ ἐπίταϲιν· ὡϲ ἐν τῷ βουπείνα, ἡ μεγάλη πείνα, καὶ βούγλωϲϲοι.
[*](403 ἐναλείφειν sq. Synes.enc.calv.21,13 — 14, P 66.1204b 404 — βοϲκή ματα ═ Ba 181,2, sch Pl. Menex. 237d, H cf Et. M. 205,49, Ap. S 52, 6 sch.Σ 521 τούϲ sq. Dionys Hal 9, 20, 3 405 — κύπελλα Anth. 6, 170, 3 βοτῆρεϲ, ποιμένεϲ ═ Ba181, 3 cf. H, Et M 205,51 406 cf Ambr. 946, 592 407 ═ Ba 181.4; βροτόϲ sq. cf H s v. 408 Σ cf. Η, Ap. S. 52, 24 — ἐχομένη Βa 181,5 409 — ὀπώραν alt. Atticistarum — ὀπώραν p or.cf.sch. Ar. Pac. 708 βότρυϲ sq. Astramps. 410 βοτρυόδωρε Ar Pac.520 c.sch. βότρυϲ sq. ═ Paroem. ed Schneidewin. App. l 60 411 — ἔρνη Ath 1, 29 c (Archestrat. fr. 60 corp. epic lud. ed .Brandt 1,168) ὑπερβεβηκέναι sq. Polyb 12, 13.1 ═ E V 2, 129.26 — 7 412 ϲφυρόν Anth. 6, 114, 5 413 Ar. Ran 1279 — 80 c. sch. (ad 1276 positum))[*](403 Synes. cf.. ν. ὄργια 405 Anth cf. v λιβάδα. Z 402, 397 406 cf. v δοτήρ et v. δώτωρ 408 Z 403 409 On. cf. v. ϲταφύλη 411 Polyb cf v. Δ 472 412 Z 400 413 Z 403 414 ex 439)[*](A(GITFVM))[*]( 2 ἅπαϲι v.ὄργια, Synes.,pr, ἅπαϲ omnes 406 om. FV 11 ὁ om. AM 12 ὡϲ —13 βοτρύων om. F, Ba 14 μόνην] μόνον Gac I F 15 βότρυϲ A M βότρυν I 16 λύϲιν] χύϲιν T κλύϲιν Astramps., v. ϲταφύλη 21 Φιλαινίδοϲ. Polyb., v. Δ 403, Φαλαινίδοϲ omnes 21. 22 ἀναιϲχυντότερα γράφων] ἀναιϲχυντογράφων Polyb. 23 βούβοτοϲ] βούβουτοϲ Α 414 om FV post 415 AGIT; post 417 Βουγαῖοϲ: ὁ μέγα γαθριῶν τῇ βοῇ · ὁ μέγα φρονῶν add F cf. Hes. )416 ουζύγηϲ: ὁ Ἡρακλῆϲ.
417 Bοῦθοϲ περιφ οιτᾷ: ἐπὶ τῶν ἀϲυνέτων καὶ παχυφρόνων εἴρηται. [*](Prov.(Σ?)) καὶ Βουθοίναϲ, ὁ Ἡρακλῆϲ. Ὕλλου γὰρ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ [*](Greg.) πεινάϲαντοϲ, ἕνα τῶν ἀροτήρων βοῶν Θεοδάμαντοϲ θοινήϲαϲ ἔφαγεν.
418 Βουθυτεῖ· δοτικῇ. Ἀριϲτοφάνηϲ Πλούτῳ. ὁ δεϲπότηϲ ἔνδον [*](Ar.) βουθυτεῖ. καταχρηϲτικῶϲ εἴρηται ἡ βουθυϲία, δηλοῦϲα τόν τε ὄγκον τοῦ μεγέθουϲ καὶ τὸ ἐντελὲϲ τῆϲ θυϲίαϲ, ἣν ἑκατόμβην καλοῦϲι καὶ τριττύν.
419 Ὅ τι Βουκελλάριοι Ἑλληνογαλάται ὀνομάζονται καὶ ἡ τῶν Βουκελλαρίων [*](Suid.) χώρα Γαλογραικία.
420 B ουκολήϲαϲ: ἀπατήϲαϲ. καὶ Βουκόλημα, τὸ θέλγητρον. [*](Σ) ὅπωϲ ἔχῃ τι βουκόλημα τῆϲ λύπηϲ, ἐνέθηκε τοῖϲ τοίχοιϲ ποικίλαϲ γραφὰϲ ζῴων.