Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

2764 Ἀντω πεῖ· δοτικῇ. ἀντοφθαλμεῖ. ἐξ οὗ καὶ· ἀντώπηϲαν οἱ [*](Σ) ὀφθαλμοί. καὶ Ἀντωπόν: ἀντὶ τοῦ κατὰ πρόϲωπον, ἀπέναντι. [*](Δ) Ἀγαθίαϲ· ὁ δὲ οὐκ ἀνίει, νῦν μὲν ἀθρόον ἐπιὼν, νῦν δὲ ἀντωπὸϲ [*](Ε) ἠρέμα εἰϲ τοὐπίϲω ὑποχαζόμενοϲ. καὶ αὖθιϲ· οὐδ’ ἀπ’ ἐμεῖο κληΐζεται ἀντωπὸν Βοϲπόριον πέλαγοϲ.

[*](Anth.)

2765 Ἄντρα νύχια: ϲκοτεινὰ ϲπήλαια.

2766 Ἀντριάϲι: ταῖϲ τοῖϲ ἄντροιϲ φιλοχωροῦϲιν. ὄφρ’ εἴην λιπαρῶν παίγνιον Ἀντριάδων.

2767 Ἄντρον: ϲπήλαιον. καὶ Ἀντρ ώδη, ϲπηλαιώδη.

[*](ΔΣ)

2768 Ἀντρῶν εϲ; πόλιϲ ἐν Θετταλίᾳ. καὶ Ἀντρ ώνιοϲ ὄνοϲ· [*](Harp.) ὡϲ μεγίϲτων γινομένων ἐν Ἀντρῶϲιν.

[*](2762 vs. 3 ὅτι Ἀντώνιοϲ sq Aelian. fr. 112 2763 ἠξιωμένον Dam . fr. 210 2764 ἀντοφθαλμεῖ P, Ba103, 22, Σᵃ, H cf. gl. Dionys. P G 3. 24 προϲώπον ἀπέναντι ═ Ambr. 2257 cf 2194 —5 ὁ —ὑποχαζόμενοϲ Agath. 1, 15 Ρ. 45 οὐδ’ sq. Anth. 7,169.1 —2 2765 ═ P, Ba 103, 19, Σᵃ, Η 2766 δφρ᾿ sq. Ath. 6, 224, 6 2765 — ϲπήλαιον ═ H, Et. M. 115, 1 ἀντρώδη sq. ═ Ρ, Βa 103, 20, Σᵃ, Η 2768 Harp. ═ P, Ba 103, 26 cf. H Ἀντρώνιοϲ sq. ═ P cf. H)[*](2762 Aelian. cf. 2830 et v. B 483 2768 cf. 2195)[*](1 δ GI T Exc. τε A M 3 ὅτι —6 ἆθλον om. T 6 ὅμωϲ] Ὅμηροϲ A S A(GITSM) 13 καρτερώτατον] καρτερικώτατον S 16 καί om. S M 31 φιλοχωροῦϲιν] φιλοχωρούϲαιϲ pr. 34 Θετταλίᾳ] Θαλαττίᾳ A)
250
[*](Σ)

2769 Ἄντυγεϲ: περιφέρειαι τῶν ἁρμάτων. Ἕκτωρ μὲν, ᾧ δ [*](Soph.) τοῦτ’ ἐδωρήθη πάρα, ζωϲτῆρι πριϲθεὶϲ ἱππικῶν ἐξ ἀντύγων ἐκνάπτετ’ αἰὲν, εἶτ’ ἀπέψυξε βίον.

[*](Hesy)

2770 Ἄντυλλοϲ, ῥήτωρ.

[*](Δ)

2771 Ἄνοια. ἡ ἀναιϲθηϲία.

[*](ΣΔ)

2772 Ἀνοίγει καὶ Ἀνοιγνύει, διχῶϲ. Ἀνοίγω γὰρ τὸ διαχωρίζω. [*](Σ) καὶ Ἀνοιγομένοιϲ τοῖϲ κτήνεϲιν, ἀντὶ τοῦ ϲχιζομένοιϲ. [*](E) Ἡρόδοτοϲ. ἀνοιγνυμένων δὲ τῶν τάφων ὑφ’ ἡλίῳ μάρτυρι καὶ τῶν ὀϲτῶν ἀτίμωϲ ἐκκομιζομένων ἐϲ ταφὰϲ ἰδιώτιδαϲ. δοτικῇ· καὶ [*](Synt.) μετὰ αἰτιατικῆϲ ὡϲ τό· ἄνοιγε ϲὸν ϲτόμα λόγῳ θεοῦ.

2773 Ἀν οιδήϲαϲ: ἀναφλεγμήναϲ, ἀναφυϲηθείϲ. ὁ δὲ ἀνοιδήϲαϲ ὀργῇ εἶπε, κακοὺϲ κακῶϲ ὑμᾶϲ διολῶ.

2774 Ἀν οίκειοϲ: ἀντὶ τοῦ ἀπρεπήϲ.

[*](Σ)

2775 Ἀνοικίϲαι τὴν πόλιν: ἀντὶ τοῦ ἀνακτίϲαι.

[*](Δ)

2776 Ἀνοίκτωϲ: ϲκληρῶϲ, ἀνελεημόνωϲ.

[*](Δ)

2777 Ἀνοιμωτί: ἀϲτενάκτωϲ. καὶ Ἀνοιμ ώξατε, ἀλαλάξατε.

2778 Ἀνοινάριοϲ· ὡϲ ἡ κοινὴ ϲυνήθεια. καὶ παροιμία· Ἄν [*](Prov.) οἶνον αἰτ ῇ, κονδύλουϲ αὐτῷ δίδου· ἐπὶ τῶν ἀγαθὰ αἰτούντων, κακὰ δὲ λαμβανόντων. ἡ ἱϲτορία ἀπὸ τοῦ Κύκλωποϲ οἶνον αἰτήϲαντοϲ καὶ τυφλωθέντοϲ.

[*](Σ)

2779 Ἄνοιϲ: ἀντὶ τοῦ ἀνύοιϲ. Φρύνιχοϲ.

[*](Δ)

2780 Ἀνοῖϲαι: κομίϲαι. καὶ Ἀνοιϲτέον, δεῖ κομίζειν. καὶ Ἀνοίϲω ϲοι β όαϲ, ἀνενέγκω, φέρω.

[*](Δ)

2781 Ἄν οιϲιϲ: ἀνακόμιϲιϲ.

[*](Σ)

2782 Ἀνυδρεύϲαϲθαι: ἀντλῆϲαι ὕδωρ. κατάχεον καὐτῆϲ κἀνύδρευϲαι τὸν κάδον. Κοριάννοι Φερεκράτηϲ.

[*](Δ)

2783 Ἀνύειν: τελειοῦν, πράττειν.

[*](2769 ἁρμάτων Tim. cf Βa 103, 21, 105.17, Σ, P, sch. Ε 728, Η Ἕκτωρ sq. Soph.Ai.1029 — 31 2772 — διχῶϲ P, Ba 100,6 ἀνοιγομένοιϲ— Ἡρόδοτοϲ (4, 58) ═ P, Ba100, 8 ἀνοιγνυμένων sq. Aelian. δοτικῇ sq. cf. Synt. Gud. p. 589 ἄνοιγε sq. Prov. Sal. 24, 76 2776 ϲκληρῶϲ cf. Ambr. 2350 2777 — ἀϲτενάκτωϲ aliter Ambr. 2349 2778 ἄν οἶνον sq. cf. Paroem. ed. Gsf. 12, n.121, Philol. Suppl. 6, 259, n. 151 ; δίδου cf. sch. Ar Pac.123 2779 ═ P, Ba 100,12 Phryn. com. fr. 89 2780 — κομίϲαι ═ Ambr. 2200; ἀνοιϲτέον, δεῖ κομίζειν ═Ambr. 2343 ἀνοίϲω —βόαϲ Ps. 65, 15; ἀνενέγκω cf. An. Οx. 2,429,2 2782 ═ P, Ba106, 25; Pherecr. fr. 76 2783 —τελειοῦν cf. Ambr. 2201, H v. ἀνύω)[*](2769 Soph. cf. v. τύχη 2 et v. πριϲθείϲ 2775 Z 223 2780 ἀνοίϲω sq cf. Z 223 2781 Z187 2782 cf. ν. Κοριάννοι 2783 cf. 2794 et 2799)[*](A(GITSM) )[*](3 εἶτ᾿ GI TS cf. v. τύχη, εἶτ’ ὀ A ἐϲ τ’ ἀπέφυξε M ἐϲτ’ v. πριϲθείϲ 9 δοτικῇ ante l. A supra l. lM καί—10 θεοῦ ex mg. A M post vs. 6. 7 δια χωρίζω I 10 λόγῳ θεοῦ om. l 2774 om. G TS post vs. 9 ἰδιώτιδαϲ Ι 13 Ἀνοίκειοϲ A Ἀνοίκιοϲ] M 16 Ἀνοιμωτί] Ἀνοιμωκτί Ambr. 17 Ἀνοινάριο] Ἀνονάριοϲ A 19 κακὰ δέ] καὶ κακά S 2781 om. S 24 ἀνακόμιϲι.] ἀνακόμηϲιϲ A 25 καὐτῆϲ] αὐτῆϲ Phot. Ba 26 Κοριάννοι AᵃcS Ba Κοριάννοιϲ rell. Phot. 27 τελειοῦν] τελεῖν A)