Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

2243 Ἀνεκτηϲάμην: ἀνωρθωϲάμην, ἀνελαβόμην.

[*](Σ)

2244 Ἀνεκυμβαλίαζον: κτύπον ἐποίουν, ἐκρότουν.

2245 Ἀνελέγετο: ἀνεπόλει, ἐξηϲκεῖτο. ὁ δὲ Σιμωνίδηϲ διαμνημονικόϲ τιϲ ἦν, εἴπερ τιϲ ἄλλοϲ. τούτῳ δ’ ἦν ἐοικὼϲ Ἀπολλώνιοϲ ὁ Τυανεύϲ, ὃϲ τὴν μὲν φωνὴν ϲιωπῇ κατεῖχε, πλεῖϲτα δὲ ἀνελέγετο. καὶ τὸ μνημονικὸν ἑκατοντούτηϲ γενόμενοϲ ἔρρωτο ὑπὲρ τὸν Σιμωνίδην. καὶ ὕμνοϲ αὐτῷ τίϲ ἐϲτιν εἰϲ μνημοϲύνην, ὃν ἦδεν, ἐν ᾧ πάντα μὲν ὑπὸ τοῦ χρόνου μαραίνεϲθαί φηϲιν, αὐτόν γε μὴν τὸν χρόνον [*](Suid.) ἀγήρω τε καὶ ἀθάνατον ὑπὸ τῆϲ μνημοϲύνηϲ εἶναι. γράφεται· καὶ ὕμνοϲ αὐτῷ τιϲ ἐϲ τὴν μνημοϲύνην ᾔδετο.

[*](Suid.)

2246 Ἀνελεήμων· ὅτι ἀϲτόργουϲ τούϲ ἀπηνεῖϲ καὶ ἀφίλουϲ φαϲίν, ἀϲπόνδουϲ δὲ τοὺϲ ἀδιαλλάκτουϲ καὶ μνηϲικάκουϲ, ἀνελεήμοναϲ δὲ τοὺϲ ἀκαμπεῖϲ καὶ ἀνενδότουϲ πρὸϲ ἔλεον.

[*](Σ)

2247 Ἀνελεύθεροϲ: ὁ μικρολόγοϲ· ἢ ὁ ἐκτὸϲ τῆϲ ἀληθείαϲ ποιῶν [*](Ε) τι. οἱ δὲ ἐϲ ἀταξίαν ἰδόντεϲ καὶ ἀνάϲτατοι γενόμενοι ἀγεννῆ καὶ ἀνελευθέραν ἐποιήϲαντο τὴν ἀναχώρηϲιν, οἴκαδε ἀπονοϲτήϲαντεϲ.

[*](Σ + Ε)

2248 Ἀνελεῖν: ἀνατρέψαι. πρεϲβεύονται, πρῶτον τὸ κατὰ Μεγαρέων ψήφιϲμα ἀνελεῖν κελεύοντεϲ καὶ τοὺϲ Ἕλληναϲ αὐτονόμουϲ ἀφιέναι. [*](Σ) λέγεται δὲ ἀνελεῖν καὶ τὸ ἀναλαβεῖν τὰ ἔκθετα βρέφη καὶ τρέφειν, [*](Harp.) καὶ ἁπλῶϲ, ὅπερ ἄν τιϲ ἀναλαμβάνοιτο. Ἀνελοῦϲα γὰρ τὸν νόμον ἐξειροτόνηϲεν αὐτήν· τοῦτο τὸ χωρίον Δημοϲθένηϲ μὲν ἐν τῷ κατ᾿ Ἀνδροτίωνοϲ εἶπε· διττὴ δὲ φέρεται ἡ γραφή, ἡ μὲν ὡϲ προγέγραπται, ἡ δὲ ἀντὶ τοῦ αὑτῇ αὐτὴν λέγει κατ᾿ αἰτιατικήν. καὶ μὲν κατ᾿ αἰτιατικὴν προαγομένη τοιοῦτον ἔχει τὸν νοῦν· ἀνελοῦϲα [*](2240 ═ P, Ba 89, 27 2241 — εἶναι Agath. 1, 4, p. 21 διόπερ—ἦν Polyb. fr. 8 οὐκ—βλάβη Pisid. Avar. 25 ὑπομονῆϲ ἀξία ═ sch. A interl. in A 573 2244 ═ Ba 89, 29, P cf sch. Π 379 2245 ὁ— μνημοϲύνηϲ εἶναι Philostr. 1, 14 2247 — τι ═ P, Ba 89, 30; ἐκτόϲ—τι ═ H v. ἀνελευθέρωϲ οἱ sq. Arr. exc. R. p. 73 2248 — ἀνατρέψαι cf. ad 2202 πρεϲβεύονται— κελεύοντεϲ cf. Diod. 12, 39, 4 λέγεται— ἀναλαμβάνοιτο ═ P, 130, 12, Ba 89, 1 λέγεται— βρέφη ═ Et. M. 106, 44 ἀνελοῦϲα sq. Harp. ═ P, Ba 90, 1; Dem. 22. 20) [*](2245 hinc 3120 in fine, cf. v Σιμωνίδηϲ 1; γράφεται sq. ex v. Σιμωνίδηϲ 2246 ex 4245 cf. 4214 2247 Z 171 2248 Z 210; λέγεται— ἀναλαμβάνοιτο cf. 2202 et 2371. Harp. hinc 4476) [*](A(GITFSM))[*]( 2242 om. FS mg. A 17 γράφεται—18 ᾔδετο ex mg. AlM 18 ᾔδετο] ᾔδετο ἐν ᾧ καὶ ἑξῆϲ M 2246 om. TF mg. A post 2256 G post 2247 l 22 τῆϲ om. A 23 ἰδόντεϲ] ἰόντεϲ Roos 24 ἀπονοϲτήϲαντεϲ] ἀπονοϲτήϲοντεϲ Bhd. 25 ἀνατρέψαι] ἀναϲτρέψαι A 28 ἀνελοῦϲα nov. gl. GI 29 αὐτὴν] αὐτῇ l cf. Harp. 31 αὐτήν] αὐτὴν δέ F Phot.)

203
τοῦτον τὸν νόμον ἤτοι παραβᾶϲα διαχειροτονίαν περὶ ἑαυτῆϲ ἔδωκεν, ὅτι χρὴ ϲτεφανοῦν αὐτήν· ἡ δὲ κατὰ δοτικήν· ἀνελοῦϲα τοῦτον τὸν νόμον ἐχειροτόνηϲεν ἐκεῖνον ἑαυτῇ.

2249 Ἀνέλῃ: παρὰ Ἡροδότῳ ἀντὶ τοῦ χρήϲει. καὶ Ἀνεῖλεν, [*](Hdt.) ἀντὶ τοῦ ἔχρηϲεν, ὅ ἐϲτιν ἐχρηϲμοδότηϲεν.

2250 Ἀνελλιπήϲ: ἀνενδεήϲ.

2251 Ἀνελκυϲθῆναι: ἀναχθῆναι εἰϲ ὕψοϲ. ἕτερόν τε πρὸϲ τούτῳ ἱϲτίον μετὰ τάχουϲ ἀνελκυϲθῆναι ἐγκελευϲάμενοϲ.

2252 Ἀνέλπιϲτον βίον: τὸν κάλλιϲτον εἰρήκαϲιν Ἀττικοί, ἐν ᾧ [*](Σ) οὐκ εἰϲ ἐλπίδαϲ ἐπτόηνται, ἀλλὰ πάρεϲτιν ἤδη τὰ ἀγαθά.

2253 Ἀνεμάξατο· πάντα ὅϲα ἔδραϲεν ἀνεμάξατο καὶ ἔτιϲε τῇ ἑαυτοῦ κεφαλῇ. [*](Suid.) οὕτωϲ Αἰλιανὸϲ ἐν τῷ Περὶ θείων ἐναργειῶν.

2254 Ἀνέμβατοϲ: δυϲχερῶϲ δεχόμενοϲ, δυϲπειθήϲ. γυοβόροιϲ βελέεϲϲιν [*](Anth.) ἀνέμβατοϲ ὁ πρὶν Ἐρώτων.

2255 Ἀνεμεϲτώθη: ἀντὶ τοῦ ἀνεπληρώθη τὸ γραμματεύειν βουλόμενον [*](Ar.) καὶ μὴ ϲτρατεύεϲθαι, ἢ ἐπὶ κακοπραγμοϲύνῃ τούϲ γραμματεῖϲ διαβάλλει. Ἀριϲτοφάνηϲ Βατράχοιϲ· ἐκ τούτων ἡ πόλιϲ ἡμῶν ὑπὸ γραμματέων ἀνεμεϲτώθη.

2256 Ἀνέμητα: ἀμέριϲτα.

[*](Σ)

2257 Ἀνεμοκοῖται: οἱ ἀνέμουϲ κοιμίζοντεϲ· γένοϲ δέ φαϲι τοιοῦτον [*](Σ) ὑπάρχειν ἐν Κορίνθῳ.

2258 Ἄνεμοϲ: τὸ πνεῦμα τοῦ ἀνέμου. καὶ τὸ ϲτοιχεῖον, ἐν ᾧ πνέει [*]() ὁ ἄνεμοϲ. καὶ Ἀνεμίδιον. Πλάτων ἐν Θεαιτήτῳ· γόνιμον ἀνεμίδιον [*](Suid.) τυγχάνει.

2259 Ἀνεμοτρεφέϲ: τὸ ἐν εὐηνέμοιϲ τόποιϲ τεθραμμένον· εὔτονον [*](Σ) γὰρ τοῦτο. καὶ εὐαυξέϲ. ἢ Ἀνεμοτρεφέϲ, τὸ ὑπὸ ἀνέμων [*](Σ) περιϲτρεφόμενον.

2260 Ἀνέμου παιδίον: ἐπὶ τῶν εὐμεταβόλων καὶ κούφων.

[*](Prov.)

2261 Ἀνέμουϲ γεωργεῖϲ. ἐπὶ τῶν πονούντων καὶ μηδενὸϲ μετεχόντων.[*](Prov.) καὶ γὰρ ὁ ἄνεμοϲ πάντα μὲν φύει καὶ αὔξει, οὐδὲν δὲ ἕτερον ἢ μόνην ἄχνην ἀποφέρεται, ὥϲτε οὐδενὸϲ μεταλαμβάνει.

[*](2249 — χρήϲει gl. Hdt. 1, 13 2252 ═ P, Ba 90, 13 2254 γυοβόροιϲ sq. Anth. 5, 233, 3 2255 Ar. Ran. 1083—4 c. sch. ἀνεπληρώθη ═ Ba 94, 20 Phryn. fr. 183 cf. p. 5,19 2256 ═ P, Ba 90, 11, H 2257 ═ P, Ba 90, 19 H, Eust. O. 1645, 41 2258 — πνεῦμα ═ Ambr. 1835 2259 — τοῦτο P 132, 12, Ba 90, 17, Ap. S. 31. 22, Eust. l. 843, 1 ἀνεμοτρεφέϲ alt. sq. cf. H, P 129, 18 2260 ═ Greg. Cypr L. l 54, Philol. Suppl. 6, 259, n. 146 2261 ═ Zen. l 99, Paroem. ed. Gsf. p. 12, n. 127)[*](2249 Z 210 2251 Z 210 2253 ex 2199 2254 Z 171 2257 Z 171 2258 καὶ ἀνεμίδιον sq. ex v. ὑπηνεμία)[*](4 χρήϲει] χρήϲῃ T gl. Hdt. 7 ἕτερον—8 ἐγκελευϲάμενοϲ om. S A(GITFSM) 7 τούτῳ] τοῦτο A 2253 om. T, mg. (rasura post 2252) A, post 2254 FS 12 οὕτωϲ —ἐναργειῶν om. SM 2254 mg. A 15 τό] τῶν sch. βουλόμενον] βούλομαι G βουλομένων sch. 23 καὶ ἀνεμίδιον—24 τυγχάνει om. TF mg. A ἀνεμίδιον utrob.] ἀνεμιαῖον v. ὑπηνεμία, sch. 25 ἐν om. GIT 27 περιϲτρεφόμενον] τρεφόμενον SM Hes. 28 παιδίον] πεδίον GT cf. Paroem., Poll. 1, 196 31 μόνην FSM Prov. μόνον AGIT ὥϲτε—μεταλαμβάνει om. FS μεταλαμβάνει] γρ. μεταλαγχάνει ss. M ═ Paroem. ed. Gsf.)
204
[*](Δ)

2262 Ἀνεμοφθορία: ἡ πληγὴ τῶν ἀνέμων.