Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Δ + E)

2223 Ἀνέδουν: ἐϲτεφάνουν, ἀνεδέϲμευον. προϲιόντεϲ δὲ αὐτῶν ἐταινίαζον οἱ νηϲιῶται καὶ ἀνέδουν.

[*](Σ)

2224 Ἀνέδρ|αμεν: ἀντὶ τοῦ ηὐξήθη. Ἡρόδοτοϲ.

2225 Ἀνεζεύγνυ: ἀνέϲτρεφεν. Ἀππιανόϲ· ὁ δὲ μετὰ πολλῆϲ λείαϲ ἀνεζεύγνυ.

[*](2215 ═ P, Ba 88, 7, H, sch. Γ 348 2216 — ἀνεδίδαξαν gl. Hdt. 1, 87 τούϲ sq. Hdt. 1, 128 2217 ═ P, Ba 88, 9 cf. H v. ἀνάγρετον 2218 vs. 6 ὁ— παρουϲίαν Polyb. fr. 111 vs. 7 ὁ sq. Polyb. fr. 112 sed Arr. exc. attr. Köhler SB Berl. 1890, 573 2219 — ἀνῆλθεν ═ P, Ba 88, 10 ἀνῳκοδόμηϲε ═ H, Zon. 220; κατεϲκεύαϲεν ═ Ambr. 2170 b 2220 οἱ— ἑκάϲτοιϲ Arr. Parth. p. 57 τὸ δίθυρϲον— ἐφοίτα Anth. 6, 172, 1—4 τὸ ἱερόν— παριέναι Aelian. 2221 ὁ sq. Agath. 2, 22 p. 1113 2222 — ἀνεπέμπετο ═ Ambr. 2180 ὁ sq. Polyb. fr. 113 cf. 20, 1, 1 2223 — ἐϲτεφάνουν cf. Ambr. 2254 προϲιόντεϲ sq. Iambl. fr. 5* 2224 ═ P, Ba 88. 15 cf. sch. Σ 56; Hdt. 1, 66, 1 2225 ὁ sq. App. fr. 2)[*](2216 Z 209; Hdt. cf. v. μετεῖναι 2217 Z 190 2218 cf. 1848; Z 209 2219 cf. v ἐδείματο 2220 hinc v. δίθυρϲον; Anth. cf. v. λογχωτόν 2221—2 Z 209 2222 Polyb. cf. 3357 2223 Iambl. cf. v. ταινιοῦντοϲ 2224 Z 209 2225 Z 210)[*](A(GITFSM))[*]( 2 ἠρέθιϲαν] ἠρέθηϲαν F ἠρέϲθηϲαν SM 5 Ἀνέγρετον] Ἀνάγρετον F Hes. 6 ἐξυπέμεινεν] ἐξυπέμενεν GIT 7 Ἀϲδρούβου] Ἀϲδρόβου S Ἀϲδράβου A 9 κατεϲκεύαϲεν] μετεϲκεύαϲεν S 12 ἐϲ om. A 15 περιϲτοιχίϲαντεϲ AF περιϲτοιχήϲαντεϲ rell. 18 καὶ αὖθιϲ om. A διῃτᾶτο] διὰ τοῦτο M 21 ἐϲτεφάνουν om. A αὐτῶν] αὐτόν FS αὐτῷ v. ταινιοῦντοϲ 25 νηϲιῶται] κηϲιῶται S ϲηϲιῶται l ϲτρατιῶται v. ταινιοῦντοϲ 27 Ἀππιανόϲ] ὀπίϲω G, om. F in lac., S)
201

2226 Ἀνεζωπυρήθη: διεθερμάνθη.

[*](Σ)

2227 Ἀνέηκεν: ἀνέπειϲεν.

[*](Δ)

2228 Ἀνέθει: ἀνέτρεχεν. καὶ ἀνέθορεν.

[*](Σ)

2229 Ἀνεθουϲία: ἐμαίνετο.

[*](Δ)

2230 Ἀνεθυμιᾶτο: ἀνενεοῦτο. καὶ πρῶτον μὲν ἀρτύϲαι φόνον Λυϲιμάχῳ, ὃϲ ἦν υἱόϲ Ἀρϲινόηϲ. μετὰ ταῦτα πολλῆϲ ἐπαγομένηϲ [*](Ε) ὕβρεωϲ, ἀνεθυμιᾶτο πάλιν ἐν τοῖϲ πολλοῖϲ τὸ προϋπάρχον μῖϲοϲ.

2231 Ἀνέκαθεν: κατὰ τὴν ἄνωθεν ἀκολουθίαν. ἢ ἀνέκαθεν, μακρόθεν. [*](Σ) τοιοῦτοϲ οὖν εἰϲ ἡμᾶϲ κατήντηκε λόγοϲ, ἀνέκαθεν ἐκ πατρὸϲ παιδὶ [*](Suid.) παραδεδομένοϲ, περὶ τοῦ ἁγίου Διονυϲίου, ὡϲ ὅτι κατὰ τὸν τοῦ ϲωτηρίου πάθουϲ καιρόν, ἡνίκα μεϲούϲηϲ ἡμέραϲ ὁ ἥλιοϲ ἐκρύπτετο, τῷ παραδόξῳ ϲφόδρα τεθηπὼϲ. καὶ τὴν ἀνθρωπείαν ὑπερβεβηκὼϲ γνῶϲιν, κατανοήϲαϲ τὸ γεγονόϲ, ἄγνωϲτοϲ, ἔφη, θεὸϲ πάϲχει, δι’ ὃν τόδε τὸ πᾶν ἐζόφωται καὶ ϲεϲάλευται.

2232 Ἀνεκαλάμηϲεν: ἀντὶ τοῦ ἀνεκαλέϲατο.

[*](Δ)

2233 Ἀνεκαλοῦντο: εἰϲ δίκην ἦγον. οἱ δὲ ἔφοροι ἀνεκαλοῦντο [*](Ε) αὐτὸν εἰϲ τὰϲ ϲυναρχίαϲ, ὡϲ ἂν τὰ ἀπολωλότα τοῖϲ Μεϲϲηνίοιϲ ἀποκαταϲτήϲῃ.

2234 Ἀνεκάϲ: ψιλῶϲ, τὸ ἄνω λέγουϲι, καὶ Ἀνέκαθεν τὸ ἄνωθεν. [*](Σ) Εὔπολιϲ Αὐτολύκῳ· ἀνεκάϲ τ᾿ ἐπαίρω καὶ βδελυρὸϲ ϲὺ τὸ ϲκέλοϲ. Κράτηϲ Ἥρωϲι· τὸν αὐχέν᾿ ἐκ γῆϲ ἀνεκὰϲ εἰϲ αὐτοὺϲ βλέπων.

2235 Ἀν’ ἑκάϲτην: καθ’ ἑκάϲτην. ὅτι Φαμέαϲ τιϲ Καρχηδόνιοϲ [*](Ε) δεινὰ διατίθηϲι Ῥωμαίουϲ ἀν᾿ ἑκάϲτην ἡμέραν.

2236 Ἀνεκήκιεν: ἀνεφέρετο.

[*](Δ)

2237 Ἀνεκλίθη: ἀνέπεϲεν ἐν τῆ τραπέζῃ.

2238 Ἀνεκώχευον: ἀνεχώρουν. Ἡρόδοτοϲ· ἀνεκώχευον τὰϲ [*](Σ) νέαϲ, καραδοκέοντεϲ καὶ οὗτοι τὸν πόλεμον, ἧ πεϲέεται. ἀντὶ τοῦ [*](Ε) τὰ ὀθόνια ϲτήϲαντεϲ ἐϲάλευον.

[*](Σ)

2239 Ἀνέκραγεν, οὐκ ἀνεκραύγαϲεν. καὶ ἀνακραγεῖν καὶ πάντα [*](Σ) τὰ ὅμοια οὕτωϲ.

[*](2226 ═ P, Ba 88, 14 2227 ═ Ambr. 2158, H (ad 882) 2228 — ἀνέτρεχεν ═ P, Ba 88, 15 2229 ═ Ambr. 2175 2230 καί sq. Polyb. 15, 25, 2 et 24 cf. EV 2, 142, 18—19 + 143, 9—10 2231 ἄνωθεν cf. Ba 89, 23; ἀνέκαθεν, μακρόθεν ═ Ba 89, 22, H 2232 ═ Ambr. 2174 cf. 2259 (Kuster: ex ἀνεκαλάμηϲα et ἀνεκαλέϲατο conflatum cf. H [et Ba 89, 21, Zon. 220]) 2233 οἱ sq. Polyb. 4, 4, 2—3 2234 Ἥρωϲι ═ P; ἐπαίρω ═  Ba 88, 16 cf. 89, 23, Plut. Thes. 33, Phryn. 32, 11; Eupol. fr. 50; Crat. fr. 10 2235 ὅτι sq. Polyb. 36, 8, 1 2236 ═ Ambr. 2160, Et. M. 103, 22 cf. H, sch. N 705 2238 — ἀνεχώρουν ═ P, Ba 89, 28 ἀνεκώχευον—πεϲέεται Hdt 7, 168, 2 τά sq. cf. ad 1912 2239 ═ P, Ba 89, 25)[*](2227 Z 210 2229 cf. v. ἐνεθουϲία 2230 Polyb. cf. v. Σωϲίβιοϲ; ἀνεθυμιᾶτο sq. Eust. O. 1447, 33 2231 cf. 2237. τοιοῦτοϲ sq. ex v. Διονύϲιοϲ ὁ Ἀρεωπαγίτηϲ 2237 cf 2019 2238 τὰ ὀθόνια sq. cf. 1912)[*](3 καὶ ἀνέθορεν om. FS mg. A 8 μακρόθεν] ἀντὶ τοῦ μ. S 9 τοιοῦτοϲ — A(GITFSM) 13 ϲεϲάλευται om. S 19 ἐπαίρω] ἐπαίρων Mec ἐπήρω Port. 20 Κράτηϲ Phot. Gsf. Κράτ AF Κρατῖνοϲ rell. 21 ὅτι—22 ἡμέραν om. S Φαμέαϲ AF cf. v. et 4738 Φανέαϲ GITM 22 ἡμέραν post vs. 21 ἑκάϲτην transq. Bhd. 24 ἐν τῆ τραπέζῃ om. S 26 καραδοκέοντεϲ — 27 ἐϲάλευον om. S 27 τὰ AF om. rell.)
202
[*](Σ)

2240 Ἀνεκρούετο: ἀνέκοπτεν, ἀνέϲτελλεν.

[*](Ε)

2241 Ἀνεκτά· Ἀγαθίαϲ φηϲὶν περὶ Θευδερίχου· πρόϲοικα ἔθνη ϲυνέλεξεν. οὐ γὰρ ᾤετο ἀνεκτὰ εἶναι. ἀντὶ τοῦ ἀνέϲεωϲ ἄξια. καὶ [*](Ε) Πολύβιοϲ· διόπερ οὔτε τὸ λαθεῖν, οὔτε κατὰ τούτουϲ τοὺϲ καιροὺϲ εἰϲβάλλονταϲ εἰϲ Μακεδονίαν τοὺϲ Ῥωμαίουϲ ἀνεκτὸν ἦν. ἀντὶ τοῦ δυνατόν. καὶ Πιϲίδηϲ· οὐκ ἦν ἀνεκτὴ τοῖϲ παροίκοιϲ ἡ βλάβη. [*](Hom.) ἀντὶ τοῦ ὑπομονῆϲ ἀξία.

2242 Ἀνέλεγκτον: μὴ δυνάμενον ἐλεγχθῆναι.