Suidae lexicon
Suda
Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935
1863 Ἀναδῦναι: ἀναχωρῆϲαι.
[*](Σ)1864 Ἀναδδύντοϲ.
[*](Suid.)1865 Ἀναδυόμενοϲ: φεύγων, ἀναβαλλόμενοϲ. καὶ Ἀναδύομαι, [*](ΣΔ) μεταβουλεύομαι.
1866 Ἀνάζαρβον· ὅτι Νέρβαϲ βαϲιλεὺϲ Ῥωμαίων κατενεχθείϲηϲ [*](Ε) ὑπὸ ϲειϲμοῦ Διοκαιϲαρείαϲ, τῆϲ ἐν Κιλικίᾳ κειμένηϲ, ἔπεμψε ϲυγκλητι- [*](1854 ═ P, Ba 82,22 1855 ═ P 1856 ἀναδίκα alt. sq. Proc. h. a. 14, 5 1857 Harp. ═ P; lsae. fr. 145 1859 τιθέμενοϲ ═ P, Ba 82, 19 ϲτεφανουμένην cf. ad 1853 αἶϲχοϲ sq. Proc. h. a. 2, 9 1860 Dunap. attr. Hemst. 1861 Μένανδροϲ (fr. 516) sq. cf. P 1862 — ἀναβάϲειϲ P ἀναδρομή sq. Polyb. fr.102 1863 ═ P, Ba 82, 24 cf. H 1865 — ἀναβαλλόμενοϲ ═ P, Ba 82, 25 cf. Bk. 210, 1 ἀναδύομαι sq. ═ Ambr. 2155 cf. H.) [*](1854 Z 197 1856 Z 188 1857 Z 197, 179 1858 Z 179 1859 Z 197 1860 cf. 87 186 Z 167 1862 Z 179; hinc v. Δρομιχαίτην 1863 Z 197 1865 Z 197 1866 ct v. Διοκαιϲάρεια et v. Γύϊνδα) [*](2 νῦν om. GFS Ba 6 τὸ] τά A 7 κινήϲειϲ] κρίϲειϲ Harp. Phot. A(GITFSM) Zon. 187 9 ἀναδαϲμόϲ] ἀναδαγμόϲ M 19 ϲφαλλόμεθα] ϲφαλούμεθα Buttnerwobst 22 ἀγομένων] τῶν ἡγουμένων Schweigh. 24 ϲτρατιά] ϲτρατεία Port. 1864 ex A (post 1862), I)
1867 Ἀναζωπυρῆϲαι: ἀνανεῶϲαι, ἀνεγεῖραι, ζωῶϲαι.
1868 Ἀναζυγαῖϲ: ἀναϲτροφαῖϲ, ϲτρατοπεδείαιϲ. Πολύβιοϲ· ὁ δὲ [*](E) Φίλιπποϲ οὐδενὶ κόϲμῳ ποιηϲάμενοϲ τὴν ἀναζυγὴν καὶ τὸν ἀνάπλουν [*](E) δευτεραῖοϲ εἰϲ Κεφαλληνίαν κατῇρεν. οἱ δὲ Ῥωμαῖοι τῶν γεγονότων οὐδὲν ὅλωϲ εἰδότεϲ περὶ ἀναζυγὴν ἐγίνοντο.
1869 Ἀνάθεμα: καὶ τὸ ἀνατιθέμενον τῷ θεῷ καὶ τὸ εἰϲ ἀφανιϲμὸν ἐϲόμενον· τὰ ἀμφότερα ϲημαίνει. λέγεται δὲ καὶ Ἀνάθημα τὸ τῷ Synt θεῷ ἀνατεθειμένον. καὶ Ἄναθεματίζω· αἰτιατικῆ.
1870 Ἀναθένταϲ: ἀντὶ τοῦ ἐπιθένταϲ. Ξενοφῶν.
1871 Ἀναθεὠρηϲιϲ. μεγάληϲ δὲ οὔϲηϲ κατὰ τὴν νομοθεϲίαν [*](EV) ἀναθεωρήϲεωϲ, μιϲοπόνηροϲ φαίνεται ὁ ἀνὴρ, διὰ τὸ πάντων τῶν νομοθετῶν πικρὸτατα πρόϲτιμα θεῖναι.
1872 Ἀναθέϲθαι· Ἀντιφῶν ἐν τῷ περὶ προνοίαϲ φηϲίν· ἀναθέϲθαι ὥϲπερ πεττὸν τὸν βίον οὐκ ἔϲτιν. ἀντὶ τοῦ ἄνωθεν βιῶναι μεταννοήϲανταϲ ἐν τῷ προτέρῳ βίῳ.
1873 Ἀναθέϲθαι: τὸ μεταθέϲθαι. ἀπὸ τῶν πεττευόντων καὶ τὰϲ κεκινημέναϲ ἤδη ψήφουϲ διορθούντων. οὔτε δὲ τὸ ὑπερθέϲθαι ϲημαίνει ἡ λέξιϲ οὔτε τὸ ἀνακοινώϲαϲθαι, ἀλλὰ τὸ μεταβουλεύϲαϲθαι καὶ μεταγνῶναι. πολύ ἐϲτι παρὰ Πλάτωνι τῷ φιλοϲόφῳ. Μένανδροϲ Ἀφροδιϲίῳ· ἐκφυγοῦϲα δ᾿ ἣνέεἶξεχ νόϲον, οὐκ ἔϲχε τοὺϲ ῥηθένταϲ ἀναθέϲθαι λόγουϲ.
1874 Ἀνάθεϲιϲ: ἡ ὑπέρθεϲιϲ. τὰ χρήματα δώϲειν ὑπέϲχοντο [*](Ε) τριῶν ἡμερῶν αἰτήϲαντεϲ ἀνάθεϲιν.
1875 Ἀναθεῖναι: καὶ ἐπαναθεῖναι τὸ αὐτό. Ἀραρὼϲ Ὑμεναίῳ ὅπωϲ τε τὴν νύμφην ἐὰν καιρὸϲ ᾖ μετέωρον ἐπὶ τὸ ζεῦγοϲ ἀναθήϲει ϲυμφέρειν. ὅτι τὸ ἀραρῶϲ ἐπίρρημα ἀντὶ τοῦ πρεπόντωϲ, ἀραρὼϲ δὲ ἁρμόϲα.
1876 Ἀναθείϲ: ἐπιτρέψαϲ. ἐπὶ ἀψύχων τάττεται τὸ ἀναθείϲ. Ἄρι ϲτοφάνηϲ δὲ ἐν Πλούτῳ ἐπὶ ἐμψύχων ἐχρήϲατο αὐτῷ. ἀπολῶ τὸν ἄνθρωπον ἐπὶ κρημνόν τιν᾿ ἀναθείϲ.
[*](1867 ═ P, Ba 82, 27, P 1868 — ϲτρατοπεδείαιϲ ═ P. Ba 82, 26 cf. H ὁ— κατῇρεν Polyb. 5, 110, 5 οἱ sq. Polyb. fr. 103 1869 ἀναθεματίζω sq. Synt. Laur. et Gud. 1870 ═ P: Xen. An. 3, 1, 30 1871 μεγάληϲ sq. Diod. 13, 35, 4 ═ EV 1, 232, 2 — 4 1872 Harp. ═ P: Antiph. fr. 84 1873— διορθούν των cf. H; Men. com. fr. 86 1874 τὰ sq. Herodian. hist. 7, 4, 3 fort. lo. Antioch. 1875 — Ἀραρώϲ (fr. 17) ═ P 1876 ἀπολῶ sq. Ar. Pl. 68 sq.)[*](1868 Z 179 1869 cf. 1878; Z 188 1870 Z 198 1872—3 Z 198 1874 Z 179 1876 Z 198)[*](A(GITESM))[*]( 2 ἐκάλεϲεν] ἐκάλεϲε καί GIT 8 ἀναζυγήν] ἀναζυγῆϲ A 10 τά del. Gsf. τό om. A τῷ om. SM 17 τὸν βίον] τοῦ βίου A 18 ἐν] ἐπί Harp. Phot. 23 δ᾿] δι᾿ GIT 27 Ἀραρώϲ GIM Ἀραρόϲ AFS Phot. 29 ὅτι —ἁρμόϲαϲ om. F mg. l ὅτι τό om Gl ἐπίρρημα om. GI ἀραρῶϲ pr. ἀραρόϲ omnes)1878 Ἀνάθημα: πᾶν τὸ ἀφιερωμένον θεῷ. αἰτοῦντοϲ τῷ Πέλοπι ἀνάθημα τὴν ἄρνα τὴν χρυϲῆν, ἕτερα παρέχοντι κειμήλια, ἔχρηϲεν· ὃ [*](Ar.) βούλομαι δόϲ· μὴ δίδου δ᾿ ὃ μὴ θέλω. λέγεται δὲ καὶ Ἀνάθεμα.
1879 Ἀναθολώϲει: ἀναταράξει. Πλάτων Νόμων ἑβδόμῳ· ὅπωϲ [*](Σ) ἀναθολώϲῃ. κυρίωϲ δὲ ἐπὶ τῆϲ ϲηπίαϲ, ἐπεὶ τὸ μέλαν αὐτῆϲ θολὸϲ καλεῖται.
1880 Ἀναθορόντοϲ: ἀναπηδῶντοϲ.
[*](Δ)1881 Ἀναθρούμενα: ἀναϲκοπούμενα.
[*](Σ)1882 Ἀναθρώϲκει: ἀναπηδᾷ.
[*](Σ)