Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

1843 Ἀνάγυροϲ: δῆμοϲ τῆϲ Ἀττικῆϲ. καὶ ἄνθοϲ, ὃ τριβόμενον [*](Σ) ὄζει. καὶ παροιμία ἐντεῦθεν, Κινεῖϲ τὸν ἀνάγυρον, ἐπὶ τῶν [*](Prov.) ἐπιϲπωμένων ἑαυτοῖϲ τὰ κακά. ἔϲτι δὲ τὸ φυτὸν ὁ ἀνάγυροϲ [*](Σ) ἀλεξίκακον καὶ δυϲῶδεϲ. οἱ δὲ ὀνόγυρον αὐτό φαϲιν.

[*](1834 Synt. Gud. 1835 καί — παραϲκευὴν Arr. Parth. R. p. 52 οἰ δέ sq. Diod. 33, 28 a EL. 407, 17 — 19 1836 ὁἔπαϲχε — Dam. fr. 223 1837 ═ P. Ba 82. 13, Et. M. 96, 5 cf. H 1838 ═ P. Ba 82, 14 1839 P. Ba 82, 15 1840 ═ P; Xen. Cyr. 1, 5, 10 1841 — ἐγνωϲμένον P, Σᵃ, Ba 82, 11 cf. H φᾶϲ sq. Men. Prot. fr. 48, FHG 4, 252 EL 209, 13 —14 1842 — δημότηϲ Ἀ. Harp. καὶ τέμενοϲ — Ἀναγυραϲίων ═ P 2 vs.19 Ἁναγυράϲιοϲ sq ═ P 1; Hieron. fr 4 Hiller. 1843 — Ἀττικῆϲ ═ P, H, Bk. 210, 3, sch. Ar. Lys. 62 κινεῖϲ —κακά cf. Cohn Z. d. Par. 59 ἔϲτι sq. ═ P)[*](1835—6 Z 179 1897 Z 167 1828 Z 188 1841 Z 188 1842 hinc v. ἐγκατῳκοδόμηϲεν 1843 hinc v. ὀνόγυροϲ et v. κινεῖϲ; cf v. κίνηϲον)[*](1834 ex A, mg. l 3 νηῶν] νεῶν A αὐτῷ] αὐτοῦ I cp. S αὐτῶν Bhd. A(GITFSM) 5 τά Exc. τήν omnes 10 ἀναγωγῆϲ] ἀγωγῆϲ F Et. Bes. 19 Ἀναγυράϲιοϲ nov gl. GITF 23 διέβαλεν A Phot διέβαλλεν rell 28 δῆμοϲ] δῆμοϲ ἐϲτι GIT)
166
[*](Σ)

1844 Ἀναγχιππεῖν: ἀντὶ τοῦ μετὰ ἀνάγκηϲ ἱππεύειν. Εὕπολιϲ.

[*](Σ)

1845 Ἀναδάϲαϲθαι: ἀναμερίϲαϲθαι.

[*](Suid)

1846 Ἀναδενδράδα: ϲταφυλῆϲ γένοϲ. οἱ δὲ τὴν ἀμάμυξιν οὕτω καλεῖϲθαι εὕρηται δὲ καὶ παρὰ Ἐπιχάρμῳ καὶ Σαπφοῖ τὸ ὄνομα.

[*](E)

1847 Ἀνα δέξαϲθαι: ἀναλαβεῖν, ἐκδέξαϲθαι. ὁ δὲ εἰϲ τὸ τέμενοϲ κατεϲκήνωϲεν, βουλόμενοϲ ἀναδέξαϲθαι τὰ μέλλοντα διακομίζειν αὐτὸν [*](E) πορθμεῖα. καὶ Πολύβιοϲ· τούϲ τε κατὰ πλοῦν ἀφυϲτεροῦνταϲ ἐκ [*](E) τῆϲ Μεϲϲήνηϲ ἀναδεχόμενοϲ. καὶ αὖθιϲ· πρὶν ἀναδέξαϲθαι τοὺϲ ἐϲκεδαϲμένουϲ ἐν ταῖϲ προνομαῖϲ.

[*](E)

1848 Ἀναδέξαϲθαι: ὑπενεγκεῖν, ὑπομεῖναι. Πολύβιοϲ· πᾶν γὰρ βουληθῆναι τὸν Φίλιππον ἀναδέξαϲθαι ἢ καταφανῆ γενέϲθαι Ῥοδίοιϲ τὴν ἐν τούτοιϲ αὐτοῦ προαίρεϲιν· ᾗ καὶ τὸν Ἡρακλείδην ἀπέλυϲε τῆϲ [*](Σ)ὑποψίαϲ. καὶ Ἀναδέχομαι, ἀντὶ τοῦ ἀναλαμβάνω. καὶ Ἀναδέχεϲθαι [*](E)τὴν παρουϲίαν τῶν πολεμίων, ἀντὶ τοῦ ροϲδοκαν.

[*](Δ)

1849 Ἀναδέρω: ὑπερτίθεμαι, ἀναβάλλομαι.

[*](Σ)

1850 Ἀναδέϲμην: ὅμοιόν τι διαδήματι· ἢ μίτραν κεφαλῆϲ.

[*](Σ |)

1851 Ἀναδεύειν: φυρᾶν. καὶ Ἀναδεύϲει, φυράϲει, μαλάξει. [*](Ε) Αἰλιανόϲ· εἴπερ οὖν τὰ Ἐπικούρου βιβλία καταφλέξαϲ, καὶ τῶν ἀθέων τε καὶ ἀϲεβῶν καὶ ἐκτεθηλυμμένων ϲτιγμάτων τὴν ϲποδὸν ἀναδεύϲει κηρῷ ὑγρῷ, καὶ ἐπιπλαϲάμενοϲ τὴν νηδὺν καὶ τὸν θώρακα πάντα καταδήϲει ταινίαιϲ.

[*](Synt.)

1852 Ἀναδέχομαι· αἰτιατικῇ.

[*](ΣΔ)

1853 Ἀναδεῖ: ἀναπλέκει, ϲτέφει. καὶ Ἀναδεῖϲθαι, ϲτεφανοῦϲθαι. [*](Σ) καὶ Ἀναδήϲαϲθαι, ϲτεφανώϲαϲθαι. καὶ Ἀναδῆϲαι, τὸ [*](E) ταινιῶϲαι νικῶντα. καὶ Ἀναδήϲοντεϲ, ϲτέψοντεϲ. ἀναδήϲειν ϲτεφάνῳ χρυϲοῦ πεποιημένῳ. καὶ οἱ Σαμοθρᾷκεϲ κηρύττουϲι κήρυγμα, τὸν ζῶντα ἀγαγόντα αὐτὸν δύο τάλαντα ἔχειν.

[*](1844 P; Eup. fr. 394 1845 ═ Ba 82, 16, H cf. P 1847 ὁ — πορθμεῖα fort. Aelian. τούϲ— ἀναδεχόμενοϲ Polyb. 1, 52, 8 πρίν — προνομαῖϲ Polyb fr. 100 1848 πᾶν — ὑποψίαϲ Polyb. 13 , 5, 3 ἀναδέχομαι — ἀναλαμβάνω ═ P ἀναδέχεϲθαι—πολεμίων Polyb.(?) fr. 101 1849 —ὑπερτίθεμαι ═ Ambr 2168 cf H 1850 ═ P, Ba 82, 17 cf. H 1851 φυρᾶν P, H εἴπερ sq. Aelian. fr. 89 1852 ═ An. Ox. 4, 219. 19 1853 ϲτέφει ═ P, Ba 82, 18 cf sch. Pl. Rep. 465d ἀναδεῖϲθαι, ϲτεφανοῦϲθαι ═ Ambr. 2131 cf 2254 ἀναδήϲαϲθαι —ϲτέψοντεϲ ═ P, Ba 82, 20, Bk. 213, 22; ἀναδῆϲαι — ταινιῶϲαι ═ H ἀναδήϲειν sq. Aelian. fr. 45)[*](1844 — 5 Z 197 1846 ex 1482 1847 —9 Z 197 1848 Polyb. cf. 3018 ἀναδέχεϲθαι sq. cf. 2218 1851 Z 197: Aelian. hinc v. καταδεύϲει cf. v. ϲτίγματο et v. ταινίαι)[*](A(GITFSM))[*]( 1846 om. F post 1848 S 3 ἀμάμυξιν SM ἀνάμυξιν AT ἀνάμιξιν G οὕτω] οὕτωϲ A 4 καί alt. om. GIT απφοῖ] Σαμφοῖ A Σαμππφοῖ I 17 διαδήματι] διαδήματοϲ FM διαδήμαϲτοϲ S μίτραν FSM μήτραν A Phot. μίτρα GIT. Σ 18 μαλάξει] μίξει GIT 20 ϲποδόν AGF ϲποδήν l ϲπόνδην ϲπούδην SM 24 ἀναπλέκει, ϲτέφει] ἀναϲτέφει, πλέκει FS 25 τὸ om. GIT Hes. 26 ἀναδήϲειν] ἀναδήϲει τε S)
167

1854 Ἀναδιδάξαι: ἀντὶ τοῦ πάνυ διδάξαι. ἐπιτατικὸν γάρ ἐϲτι [*](Σ) νῦν ἡ ἀνά.

1855 Ἀνα διδοῦϲαν: ἀντὶ τοῦ ἀναδιδομένην.

1856 Ἀνάδικα: τὰ ἤδη κριθέντα. ἀνάδικα τὰ δεδικαϲμένα ποιῶν, αἰϲχροκερδείαϲ ἡϲϲώμενοϲ.

1857 Ἀναδικάϲαϲθαι: τὸ ἄνωθεν δικάϲαϲθαι. οὕτωϲ Ἰϲαῖοϲ. ἐντεῦθεν [*](Harp.) καὶ τὸ ἀνάδικοι κινήϲειϲ, αἱ ἄνωθεν δικαζόμεναι, ὅταν ἁλῶϲιν ϲἱ μάρτυρεϲ ψευδομαρτυριῶν.

1858 Ἀναδομή: ἀναδαϲμόϲ.

1859 Ἀναδοὑμενοϲ: ϲτέφανον τιθέμενοϲ. καὶ Ἀναδουμένην, [*](Σ) ϲτεφανουμένην. Προκόπιοϲ· αἶϲχοϲ ἀναδουμένην οὕτω μέγα πρὸϲ [*](Δ + Ε) πάντων ἀνθρώπων.

1860 Ἀναδούμενοϲ· ὁ δὲ τρυφερὸϲ ἐκεῖνοϲ καὶ ἁβρὸϲ καὶ ὑπὸ [*](Ε) μαλακίαϲ τοῦ ϲώματοϲ κατεαγὼϲ καὶ λελυγιϲμένοϲ καὶ τὰϲ κόμαϲ ἀναδούμενοϲ, ὥϲπερ αἱ τῶν ἑταιρίδων ἀϲελγέϲτεραι, καὶ μυροϲταγὲϲ ἔχων ἀεὶ τὸ μέτωπον καὶ τοὺϲ βοϲτρύχουϲ.

1861 Ἀνάδοχον, οὐκ ἀναδοχέα λέγουϲιν. Μένανδροϲ Χήρᾳ· πρὸϲ [*](Σ) τὴν ἀδελφὴν ἀνάδοχον τῶν χρημάτων.

1862 Ἀναδρομαί: ἀναβάϲειϲ. ἀναδρομὴ γίγνοιτο, κοὐ ϲφαλλόμεθα. [*](Σ) δεῖ πρόχειρον ἔχειν ἀεὶ τὸν ϲτίχον τοῦτον. τοῦτο μὴ ποιήϲαϲ [*](E) Λεύκιοϲ ὁ Ῥωμαῖοϲ μεγάλωϲ ἐϲφάλη. οὕτω παρ᾿ ὀλίγον ϲφάλλεται τὰ μέγιϲτα τῶν πραγμάτων ἀγομένων ἀκριϲίᾳ. ἱκανὰ τῶν τοιούτων ὑποδείγματα τοῖϲ εὖ φρονοῦϲιν ἥ τε Πύρρου τοῦ τῶν Ἠπειρωτῶν βαϲιλέωϲ βία καὶ πάροδοϲ εἰϲ Ἄργοϲ ἥ τε Λυϲιμάχου ϲτρατιὰ διὰ τῆϲ Θρᾴκηϲ ἐπὶ Δρομιχαίτην τὸν βαϲιλέα τῶν Ὀρδυϲϲῶν· καὶ πολλὰ δὴ τούτοιϲ ἕτερα παραπλήϲια.