De Resurrectione

Methodius

Methodius, De Resurrectione, Bonwetsch, Hinrichs, 1917

εἰ δὲ γενητὸς καὶ πᾶν τὸ γεγενημένον ἀπό τινος ἀρχῆς ἐγένετο καὶ ἔστιν αὐτοῦ δημιουργός, [*](1 vgl. De autex. 17, 5. 18, 8. 19. 9 S. 190, 11. 194, 4. 196, 9. De res. 37, 3 S. 278, 11 — 2 Weish. Sal. 2, 23. 1, 13. 2, 24 — 7 vgl. De autex. 17, 5. 18, 8. 19, 3 S. 190, 11ff. 194, 4f. 196, 9 — 8 vgl. De autex. 11, 8 S. 175, 4f — 10 vgl. Deautex. 19, 8 S. 198, 11f 1 Basil. PGr 31, 348 A. Chrysost. PGr 49, 260 etc.; vgl. zu S. 190, 11 — 2—6 Prokop. PGr 87, 1, 164A — 2—S. 280, 3 Oktateuchcatene, vgl. Lietzmann, Caten. gr. catal. S. 2ff 1 εἰληφὼς VU | ὁ δὲ S | ἐπ. αὐτῷ S 2 φθονῶν S Holl: φθόνος U: < V; φθόρος Md, aber bgl. Z. 4. 7 | ὁ γὰρ—πληγαί S. 280, 3 die Catene, s. Einl. | ὁ γὰρ—μαρτυρεῖ Ζ. 6 Prok | ἐπὶ ἀθανασίᾳ καὶ ἀφθαρσίᾳ S 4f διαβόλῳ las schwerl. S 5 καθ.: ὡς Prok | καὶ < Ρrok Caten | διὰ , Ρrok 6 σολομῶντος V Caten | μαρτυρεῖ: δηλοῖ Ρrok |πόθεν οὖν] Καὶ πόθεν U | ὁ < Caten | δὴ?: γὰρ S, aber wohl bo »denn« aus ubo=δὴ: δια Caten 7 εἰ] ἢ Caten? < S 8 μᾶλλον τῆς βουλ. Caten | ἰσχύει S 9 λέξωμεν U Caten: οὖν + S | οὖν < U | ἐρεῖ] φησίν Ol. ἔφη S | εἰ γὰρ < S | εἰ—αὐτόν Ζ. 11 < V 10 εἰ ἐγέν. καὶ: εἰ γὰρ S 11 αὐτόν < S | αἰτ.ἐ.Caten | τοῦ(?) εἶναι αὐτὸν κακὸν S | πανταπ.] πάντη U Caten 12 πᾶσιν] ἐστιν U: < S Caten | ἆρα V: etwa λοιποὸν + S | καὶ1 S 77 13 καὶ ἀνώλεθρος < S 13f ἁπάσης] ἅπαντα S Holl 14 δεῖ] χρῆ U | καταρᾶται S 15 ἄρα ἀλλ. U | καὶ ἀλλ. Caten | ἀλλ. κ. πάσχει] »geht zugrunde« (ἀπόλλυται?) S | τὸ ἀγέννητον U: »schuf ihn das Ursächliche« (αὐτὸν ἐποίησε τὸ αἴτιον) S 16 ἀλλὰ γενητὸς < S | εἰ δὲ — πᾶς < D | τὸ δὲ S 17 γενόμενον Caten | καὶ ἔστιν αὐτοῦ δημιουργός < S)

277
ἔστιν ἄρα τις δημιουργὸς τοῦ διαβόλου. καὶ πότερον κἀκεῖνος ἀγένητός ἐστιν ἢ γενητός; ἀλλὰ τὸ ἀγένητον ἓν εἶναι μόνον νοεῖσθαι χρὴ τὸν θεόν· οὐδὲ γὰρ εἶναι τὸ σύνολον ὅλως ἐκ παντὸς τὸ παράπαν ἕτερος δημιουργὸς δύναται πλὴν αὐτοῦ (»ἐγώ« φησὶ »πρῶτος, καὶ ἐγὼ μετὰ ταῦτα, καὶ πλὴν ἐμοῦ ἄλλος οὐκ ἔστιν θεός«), οὐδὲ μετασκευάζεσθαί τι ἢ κτίζεσθαι παρὰ τὴν αὐτοῦ δύναται βουλήν. καὶ γὰρ »ὁ υἱὸς οὐδὲν ἀφ᾿ ἑαυτοῦ δύνασθαι ποιεῖν« ὁμολογήσει, »ἐὰν μή τι βλέπῃ τὸν πατέρα ποιοῦντα· ἃ γὰρ ἄν« φησίν »ὁ πατὴρ ποιῇ, ταῦτα καὶ ὁ υἱὸς ὁμοίως ποιεῖ«.

οὐδὲ μήν τι πολέμιον ἢ ἀντίξουν αὐτῷ ἢ ἀντίθεόν ἐστιν· ἐπει κἂν εἰ ἀντέπρασσέ τι τῷ θεῷ, ἐπαύσατο ἂν τοῦ εἶναι, λυθείσης αὐτοῦ τῇ τοῦ θεοῦ δυνάμει καὶ ἰσχύϊ τῆς συστάσεως. τῷ γὰρ ποιήσαντι λῦσαι μόνῳ καὶ τὰ ἀθάνατα δυνατόν.

Τί οὖν ὁ διάβολος; λέξετε. πνεῦμα περὶ τὴν ὕλην ἔχον, [*](3 vgl. S. 281, 2f — 4 Jes. 44, 6 — 7 Joh. 5 19 — 9 Athenagoras, Suppl. pro christ. 24 S. 31, 24. 26ff Schwartz — 12 Plat. Tim. 32 C — 13 vgl. Athenag. Suppl. c. 24 S. 32 Schwartz. De autex. 19, 4 S. 196, 11f 19 Phot. Bibl. 234 S. 293 b, 5—21; vgl. Greg. Nyss. Or. cat. 6 S. 55 A B (30 Oehler) 1 ἔστιν ἄρα τ. δημ.] καὶ U 119v | πότερον: ubo . . ašte S | κἀ|κεῖνος V 357v | κἀκεῖνος i on: i in S 1f ἀγέν.] ἀγέννητος ἢ ἀγένητος s 2 ἓν < U | εἶναι] ἐστι Caten | νοεῖσθαι χρὴ] νοεῖται S 3 οὐδὲ] οὐ las schwerl. S | τὸ σύνολον—παράπαν < S | παντὸς εἰς τὸ U | τὸ < Caten 4 ἕτερον δημιουργὸν Caten | δύναται < U Caten | γὰρ φησι Caten S: < U 5 ἐγὼ < S | ἄ. θ. ο. ἔ. V: οὐκ ἔ. ἄ. θ. Caten | οὐδὲ —δυνατόν Ζ. 12 < Caten 5f μετασκευάζεσθαί<S: δεῖ + U 6 ἢ < S | παρὰ τὴν . . αὐτοῦ βουλήν: »ohne ihn« S 7 δύν. ποιεῖν: »schafft« S und + »ohne den Willen des Vaters« | ὁμολογεῖ U S Holl | τι < U 8 ποιεῖ V (U corrig. in ῆ) 9 ὁμοίως < U | οὐδὲ—δυνατόν Ζ. 12 < S | οὐδὲ—ἐστιν Ζ. 10: οὐχ ὅτι ἀντιδοξοῦν τί ἐστι τῷ θεῷ Athenag. | πολέμιόν τι V Dd | ἀντιξοῦν V Dd: ἀντιδοξοῦν U u. Athenag. 10 ἐπεὶ—συστάσεως Ζ. 11f auch Athenag. | ἀντέπρασεν V; ἀνθειστήκει Athenag. | ἂν < Athenag. 11 λυθήσεις U 12 μόνον V 13 vor Τί οὖν + »Was der Teufel ist, und wofür zu sorgen er beauftragt ward« mit roter Schrift S | Τί οὖν—ἀνθρώπων S. 278, 14 (außer κ. ὥσπερ S. 278, 7—ἄγγελοι Ζ. 8) bei Ph (ὁ διάβολός ἐστιν πνεῦμα etc.): Caten καὶ μετ᾿ ὀλίγα und fährt fort | λέξετε V Dd wie 36, 1. 38, 2: λέξεται U Caten: < S | πνεῦμα—πρόνοιαν S. 278, 6 fast wörtlich aus Athenag., das Weitere mit kleinen, hier nicht angemerkten, Änderungen | πνεῦμα dcݲcݲ vielleicht ursprünglich auch S, jetzt »damit« da | ἔχον < Ph Caten: ἔχῃ S)

278
καθάπερ ἐλέχθη καὶ Ἀθηναγόρα, γενόμενον ὑπὸ τοῦ θεοῦ, ὥσπερ δὴ καὶ οἱ λοιποὶ γεγόνασιν ὑπ᾿ αὐτοῦ ἄγγελοι, καὶ τὴν ἐπὶ τῇ ὕλῃ καὶ τοῖς τῆς ὕλης εἴδεσι πεπιστευμένον διοίκησιν.

τοῦτο γὰρ ἦν ἡ των ἀγγέλων σύστασις, τῷ θεῷ ἐπὶ προνοίᾳ γεγονέναι τοῖς ὑπ᾿ αὐτοῦ διακεκοσμημένοις, ἵνα τὴν μὲν πανατελικὴν καὶ γενικὴν ὁ θεὸς ἔχων τῶν ὅλων πρόνοιαν ᾖ, τὸ κῦρος καὶ τὸ κράτος ἁπάντων αὐτὸς ἀνηρτημένος καὶ ὥσπερ σκάφος τῷ τῆς σοφίας οἴακι διευθύνων ἀκλινῶς τὸ πᾶν, τὴν δὲ διὰ μέρους οἱ ἐπὶ τούτῳ ταχθέντες ἄγγελοι.