Eumenides

Aeschylus

Aeschyli Tragoediae. Sidgwick, Arthur, editor. Oxford: Clarendon Press, 1902.

  1. ἀγαθὴ διάνοια πολίταις.
Χορός
  1. χαίρετε, χαίρετε δ᾽ αὖθις, ἐπανδιπλάζω,[*](ἐπανδιπλάζω scripsi (cf. Prom. 817): ἐπιδιπλοΐζω codd.: ἐπανδιπλοίζω Hermann)
  2. πάντες οἱ κατὰ πτόλιν,
  3. δαίμονές τε καὶ βροτοί,
  4. Παλλάδος πόλιν νέμον-
  5. τες: μετοικίαν δ᾽ ἐμὴν
  6. εὖ σέβοντες[*](εὖ σέβοντες Turnebus: εὐσεβοῦντες codd.) οὔτι μέμ-
  7. ψεσθε συμφορὰς βίου.
Ἀθηνᾶ
  1. αἰνῶ τε[*](τε Hermann: δὲ codd.) μύθους τῶνδε τῶν κατευγμάτων
  2. πέμψω τε φέγγει λαμπάδων σελασφόρων
  3. εἰς τοὺς ἔνερθε καὶ κάτω χθονὸς τόπους
  4. ξὺν προσπόλοισιν,[*](ξυμπροσπόλοισιν M) αἵτε φρουροῦσιν βρέτας
  5. τοὐμὸν δικαίως. ὄμμα γὰρ πάσης χθονὸς
  6. Θησῇδος[*](Θησῇδος Wakefield: θησηίδος (alterum η in rasura) M) ἐξίκοιτ᾽ ἂν εὐκλεὴς λόχος[*](Ante 1027 excidisse aliquid olim existimavit Hermann, postea ante 1028: in amissis et ἀνδρῶν mentionem factam, et nominis Εὐμενίδες, vid. ad argumentum fabulae)
  7. παίδων, γυναικῶν, καὶ στόλος πρεσβυτίδων,
  8. φοινικοβάπτοις ἐνδυτῶν[*](ἐνδυτῶν Hartung: ἐνδυτοῖς codd.) ἐσθήμασι
  9. τιμᾶτε,[*](τιμᾶτε V Fl: τιμᾶται (ε supra scr.) M) καὶ τὸ φέγγος ὁρμάσθω πυρός,[*](προβᾶτε Paley)
  10. ὅπως ἂν εὔφρων ἥδ᾽ ὁμιλία χθονὸς
  11. τὸ λοιπὸν εὐάνδροισι συμφοραῖς πρέπῃ.
Προπομποι
  1. βᾶτε δόμῳ, μεγάλαι φιλότιμοι