Seven Against Thebes
Aeschylus
Aeschyli Tragoediae. Sidgwick, Arthur, editor. Oxford: Clarendon Press, 1902.
- πικρὸς λυτὴρ νεικέων ὁ πόντιος
- ξεῖνος ἐκ πυρὸς συθεὶς
- θηκτὸς σίδαρος: πικρὸς δὲ χρημάτων
- κακὸς δατητὰς Ἄρης ἀρὰν πατρῴ-
- αν[*](πατρῴαν Bothe: πατρὸς codd.) τιθεὶς ἀλαθῆ.
Χορος- ἔχουσι μοῖραν λαχόντες, ὦ[*](ὦ recc.: om. M) μέλεοι,[*](personarum notas Α᾽ν. et Ι᾽ς. add. Bergk: in codd. aut desunt aut non recte disponuntur)
- διοδότων[*](διοδότων Bothe: διοσδότων codd.) ἀχέων:
- ὑπὸ δὲ σώματι γᾶς
- πλοῦτος ἄβυσσος ἔσται.
Χορος- ἰὼ πολλοῖς ἐπανθίσαντες[*](ἐπανθίσαντες Bothe: ἐπανθήσαντες codd.)
- πόνοισι γενεάν:
- τελευταῖαι δ᾽[*](τελευταῖαι δ᾽ Hermann: τελευτᾷ δ᾽ αἵδ᾽ M) ἐπηλάλαξαν
- Ἀραὶ τὸν ὀξὺν νόμον, τετραμμένου
- παντρόπῳ φυγᾷ γένους.
- ἕστακε δ᾽ Ἄτας τροπαῖον ἐν πύλαις,
- ἐν αἷς ἐθείνοντο, καὶ δυοῖν κρατή-
- σας ἔληξε δαίμων.
Αντιγονη- παισθεὶς ἔπαισας.
Ισμηνη- σὺ δ᾽ ἔθανες κατακτανών.
Αντιγονη- δορὶ δ᾽ ἔκανες[*](ἔκανες Hermann: ἔκτανες codd.)