Ocypus

Pseudo-Lucian

Lucian (Pseudo). Luciani Samosatensis Opera, Vol. 3. Jacobitz, Karl, editor. Leipzig: Teuber, 1913.

  1. τὰ δεινὰ κρύπτων τῆς νόσου μυστήρια.
Ὠκύπους
  1. Γέρων μὲν αἰεὶ τοῖς λόγοις ὁπλίζεται
  2. καυχώμενος τὰ πάντα, μηδὲ ἓν σθένων.
  3. ὁ γὰρ πονῶν τι καὶ φίλοις ψευδὴ λέγων
  4. πεινῶντ’ ἔοικε μαστίχην μασωμένῳ.
Ἰατρός
  1. Πλανᾷς ἅπαντας, ἄλλα δ’ ἐξ ἄλλων λέγεις,
  2. λέγων πονεῖν μέν, ὃ δὲ πονεῖς οὔπω λέγεις.
Ὠκύπους
  1. Πῶς οὖν φράσω σοι τοῦ πάθους τὴν συμφοράν;
  2. πάσχων γὰρ οὐδὲν οἶδα, πλὴν πονῶ μόνον.
Ἰατρός
  1. Ὅταν ἀφορμῆς δίχα πονῇ τις τὸν πόδα,
  2. πλάσσει τὸ λοιπὸν οὓς θέλει κενοὺς λόγους
  3. εἰδὼς τὸ δεινὸν ᾧ συνέζευκται κακῷ.
  4. καὶ νῦν μὲν ἀκμὴν εἷς . . . . .
  5. ἐπὰν δὲ καὶ τὸν ἕτερον ἀλγήσῃς πόδα,