Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Soph)

501 Τηλωπόϲ: ἔκδημοϲ. Σοφοκλῆϲ· κεί τὰ νῦν τηλωπὸϲ οἰχνεῖ δυϲμεῶῶ θήραν ἔχων.

[*](Σ)

502 Τηλυγέτηϲ: μονογενήϲ. καὶ τηλύγετον, μονογενῆ. Ὅμηροϲ· [*](Hom. ?) ὅϲ μοι τηλύγετοϲ τρέφεται. ὁ προήκουϲι τοῖϲ γονεῦϲι γεννώμενο,, [*](496 sch. Ar. Pl. 1037 cf. sch. Vap. 147, vion 154, 9 (unde Et. Gen., Et. M 757, 3), H 497 — ϲυμβάλλονται ═ P, Lex. rhet. in Et. M. 756, 56, Et. Gen. cf Lex. Palm. 154. Bk. 307, 31 (unde Et. M. 757, 6) περιφέρεια τοῦ κοϲκίνου ═ Orion 154, 7 (unde Et Gen., Et. M. 757, 1), H διὰ sq. Ar. Pl. 1036 —7 c. sch. plenior. 498 los. Bell. 3, 277 499 ═ P, Ba 386, 28 cf. PH. Ambr. 377, sch 30 et 270, Erotian. 85, 20 500 ἀμβροϲίων sq. Anth. 6, 239, 3—4 501 Soph. Ai 563—4 c. sch. 564 502 — μονογενῆ ═ P, Σa cf. Ba 386, 29, H; Ambr. 305 Ps. Herodian. 133, Apion; sch. 1 143 et 175 (unde Et. Gen ═ Et M 757,18) ὃϲ τρέφεται l 143. ἐπὶ — ἀγαπᾶϲθαι cf. sch. 175, unde Ft. M 757, 18, Ap. S. 152, 16) [*](499 cf. 483) [*](A(GFVAM)) [*](1 ἐϲθήτων G κατὰ ϲτοιχεῖον post 2 πλάνηϲ transpos. V; Περὶ— 2 πλάνηϲ intrusum sec. Bhd. 2 τῆϲ om. G Ωέκυτόκιον 3 ι mg. V, qui textu Ὠκυτόκκιο Τηλέφου· τοῦτο δέ ἐϲτιν ἄξιον καὶ κτήϲεωϲ πρὸϲ εὐπορίαν φράϲεωϲ καὶ ἐράϲμιο habet ═ v. Ω 61 7 ἄλλωϲ om. G 10 ὅ] ὅτι F V 11 ἐλκυϲθείϲῃ F ἐλκυϲθήϲει V 12 δακτύλου F τῆλε F 13 τρυπηθῇ F rel. omissis 497 om. F 17 Ἀριϲτοφάνηϲ 18 τηλία partim ante 10 φηϲὶν transpos. ed pr. del. Gsf. 19 ἐμποιεῖ] ἐποιεῖτο F 23 Τηλοπέτεοϲ V Τηλοπέτεϲ utrob. G 24 πολ λὼν G V M πολλῷ F ἀπὸ ἱμάντοϲ cp. A 28 Τηλύγετοϲ G, Ambr. Ps. Herodian)

541
μεθ᾿ ὃν οὐκέτι γεννήϲεται, λέγεται τηλύγετοϲ. καταχρᾶται δὲ ἐνίοτε καὶ ἐπὶ τοῦ ἀγαπητοῦ, διὰ τὸ τοὺϲ ὀψίμουϲ γεννηθένταϲ ἀγαπᾶϲθαι. τηλύγετοϲ οὖν ὁ τηλοῦ τῆϲ γονίαϲ.

[*](Etym.?)

503 Τημελέϲ: ἐπιμελέϲ. καὶ Τημελήϲ, ἐπιμελήϲ, ϲπουδαῖοϲ.

[*](Σ)

504 Τημελήϲαντεϲ: θλίψαντεϲ.

[*](Σ)

505 Τημελῆϲαι: ἐπιμελῆϲαι, φροντίϲαι.

[*](Σ)

506 Τημελούμενον: ἐπιμελούμενον, φιλοκαλούμενον.

[*](Σ)

507 Τῇ μέν: ὅπου μέν. ἢ ἐν μέρει.

[*](Σ)

508 Τήμενοϲ: ὄνομα κύριον.

[*](Σ)

509 Τήμεροϲ: ὁ ϲημερινόϲ. καὶ ἔϲτι τεταγμένον ἐπὶ ϲώματοϲ. τὸ [*](Ar.) δὲ τήμερον ἐπὶ χρόνου λέγεται. καὶ ἐν Εἰρήνῃ· ἰὼ Λακεδαίμων, τί ἄρα ποιήϲει τήμερα; ἀντὶ τοῦ ϲημερινή.

510 Τημοῦχοϲ: οὕτω καλοῦϲι τοὺϲ ἄρχονταϲ Μεϲϲήνηϲ. τοῦ γε μὴν [*](Ε) τημούχου καθῆραι πᾶϲαν τὴν πόλιν, οἷα δὴ λυμάτων τινῶν καὶ καθαρμάτων ἀπηλλαγμένην.

511 Τήνα: ἐκεῖνα. Θεόκριτοϲ· ἁδύ τι τὸ ψιθύριϲμα καὶ ἁ πίτυϲ, αἰπόλε, τήνα.

[*](Theoer.)

512 Τὴν Ἀκεϲαίου ϲελήνην: παροιμία. λέγεται δὲ ἐπὶ τῶν διαμενόντων [*](Σ) καὶ βραδυνόντων. ἦν δὲ Νείλεω κυβερνήτηϲ ὁ Ἀκεϲαῖοϲ.

513 Τηνάλλωϲ: μάτην. καὶ οὐ τηνάλλωϲ, μετὰ τῆϲ ἀποφάϲεωϲ [*](Σ) λέγεται. ὁ δὲ Φιλήμων Νυκτί· τὸ κανοῦν δὲ ὁ παῖϲ περίειϲι τηνάλλωϲ ἔχων. ἔϲτι καὶ παρὰ τοῖϲ περὶ Δημοϲθένην καὶ ἐν Θεαιτήτῳ Πλάτωνοϲ. ὡϲ δὲ λόγουϲ τηνάλλωϲ ταῦτα ἤκουϲαν ὄντα, χωροῦϲιν ἐϲ [*](Ε) ϲύμβαϲιν πρὸϲ Ζήνωνα πάλιν.

514 Τὴν αὐτὴν ταύτην ἀναχορεύϲομεν ὄρχηϲιν: ἀντὶ τοῦ [*](Ε) ἐπὶ τὴν αὐτὴν πρᾶξιν ἐπανέλθωμεν. τοῦτο εἴρηκε Μάρϲοϲ πρὸϲ Ζήνωνα τὸν βαϲιλέα. τὴν αὐτὴν ταύτην καὶ δεύτερον ἀναχορεύϲομεν ὄρχηϲιν.

[*](503 ═ P, Ba 387,1, 2 cf. H, Zon. 1728 504 ═ P, Ba 387, 4 cf. H 505 ═ P, Ba 387, 3 cf. sch. Pl. Leg. 953a Ps. Herodian. 133, Zon. 1729 506 ═ P, Ba 387, 5 cf. H 507 ═ P, Ba 387, 6 508 ═ Ambr. 317 509 sch. Ar. Nu. 699; Ar. fr. 296 ═ 401 510 Aelian. fr. 39 511 Theocr. 1, 1 c. sch. 512 ═ P 513 Πλάτωνοϲ ═ P; λέγεται ═ Ba 387, 7, Et. Gen.; — ματήν ═ Ps. Herodian. 133, Laur., Et. M. 757, 31 cf. H, Ambr. 376; Philem. fr. 51, Dem. non invenitur, Pl. Theaet. 172e ὡϲ sq. Malcho attr. Bhd.)[*](510 cf. v. Ε 2405)[*](1 γενήϲεται GV; ἕτεροϲ add. ed. pr. 2 ὀψίμωϲ V 3 τηλύγετοϲ— A(GFVM) γονίαϲ mg. M: om. rell. 5 θλίψαντεϲ AF, Phot. Ba cf. Hes.: ἐπιμεληθέντεϲ GVM 11 Εἰρήνῃ] Ὁλκάϲιν Ald. in sch. cf. sch. Α in 182 ἰὼ] Ἰωάννηϲ F Λακεδαῖμον V, sch. 12 ποιήϲῃ G πείϲει sch. 13 Τιμοῦχοϲ cett. Port., Ε 2405 Μεϲήνηϲ AF Μεϲϲήνιοι ex Ε 2405 Bhd. 511 om. AF mg. Praemisso Τήναλον(!) τὸ μάταιον καὶ Ar 21 παρὰ τῷ Δημοϲθένη F περὶ] παρὰ V 24 et 26 ἀναχορεύϲωμεν GV 24 ὄρχηϲιν] καὶ δεύτερον ex vs. 26 add, V 25 Μάλϲοϲ V Μάρκοϲ G Μαρκιανὸϲ vel Μάλχοϲ Bhd. 26 τὴν αὐτὴν ταύτην om. in lac. F καὶ δεύτερον post ὄρχηϲιν transpos. FV)
542
[*](Ar.)

515 Τὴν γῆν ὅταν νομίϲωϲι τὴν τῶν πολεμίων εἶναι ϲφετέραν, τὴν δὲ ϲφετέραν τῶν πολεμίων, πόρον δὲ τὰϲ ναῦϲ, ἀπορίαν δὲ τὸν πόρον: εἴρηται τοῦτο κατὰ τὴν Περικλέουϲ γνώμην, ὃϲ ἐκέλευϲεν Ἀθηναίοιϲ ἐμβαλλλότων μὲν Λακεδαιμονίων ἐϲ τὴν Ἀττικήν, μὴ ἐπεξιέναι, ἀλλ᾿ ἔϲω τείχουϲ μένειν, αὐτοὺϲ δὲ διὰ τῶν πλοίων ἐπιέναι τῇ Λακωνικῇ. τὸν οὖν κατὰ γῆν πόρον ἀπορίαν ἡγεῖϲθαι· τὸ δὲ διὰ θαλάϲϲηϲ, τοῦτο ἡγεῖϲθαι πόρον. ἢ οὕτωϲ· ἕνα πόρον ἡγεῖϲθαι χρημάτων τὸ ναῦϲ ὡϲ πλείϲταϲ ἔχειν. τὸν δὲ ἄλλον πόρον, ὃϲ ἂν ἔξω τούτου γένηται, τοῦτον ἀπορίαν νομίζειν, οἷον τὰ θεωρητικὰ καὶ τὰ δικαϲτικά. ϲυμβουλεύει οὖν πᾶϲαν τὴν ἐν τούτοιϲ γινομένην δαπάνην ταῖϲ ναυϲὶν ἀφορίϲαι.

[*](Σ)

516 Τὴν γλαῦκα τωθάζουϲι. τήνδε, ἀντὶ τοῦ ταύτην.

[*](Ar.)

517 Τὴν Δωριϲτὶ μόνην ἁρμονίαν ἁρμόττεϲθαι τὴν λύραν, ἄλλην δ᾿ οὐκ ἐθέλω: τουτέϲτι τὴν δωροδοκιϲτί.

[*](Ar.)

518 Τήνελλα: μίμημα φωνῆϲ κρούματοϲ αὐλοῦ ποιᾶϲ. Ἀρχίλοχοϲ· τήνελλα, καλλίνικε χαῖρε ἄναξ Ἡράκλειϲ, αὐτόϲ τε καὶ Ἰόλαοϲ, αἰχμητὰ δύω. Ἀριϲτοφάνηϲ· ἀλλ᾿ ἐὰν νικήϲῃϲ τῇ βοῇ, τήνελλοϲ εἶ. ἀντὶ τοῦ νικηφόροϲ. τήνελλα δὲ κρουμάτιον ἐπινίκιον. ἢ τήνελλοϲ, ἁρμονία λύραϲ. ἐὰν τοίνυν ὑπερακοντίϲῃϲ αὐτοὺϲ τῇ βοῇ, μουϲικώτατοϲ εἶ· ἢν δ᾿ ἀναιδείᾳ παρέλθῃϲ, ἡμέτεροϲ ὁ πυραμοῦϲ. ὁ δὲ πυραμοῦϲ εἶδοϲ πλακοῦτοϲ ἐκ μέλιτοϲ ἑφθοῦ καὶ τυρῶν πεφρυγμένων, ὡϲ ϲηϲαμοῦϲ ὁ διὰ ϲηϲάμηϲ. ταῦτα δὲ ἐτίθεϲαν ἆθλα τοῖϲ διαγρυπνηταῖϲ· εἰώθαϲι γὰρ ἐν τοῖϲ ϲυμποϲίοιϲ ἁμιλλᾶϲθαι περὶ ἀγρυπνίαϲ· καὶ ὁ διαγρυπνήϲαϲ μέχρι τῆϲ ἕω, νικήϲαϲ ἐλάμβανε τὸν πυραμοῦντα. ὁ δὲ νοῦϲ, ὅτι μὴ νικηθῇϲ ὑπ᾿ αὐτοῦ τῇ βοῇ, περιγένῃ δὲ ταῖϲ περιεργίαιϲ καὶ ἀναιϲχυντίαιϲ οὐδὲν ἧττον, ἡμέτερον τὸ τερμάτιον, τουτέϲτιν ἡ νίκη.

[*](Σ)

519 Τὴν ἐμὴν κάμνειν νόϲον: παροιμία. ὡϲ ἡ τοιαύτη· ταυτὸν ἕλκομεν ζυγόν.

[*](515 Ar. Ran. 1463—5 c. sch. 516 — τωθάζουϲι ═ P 517 Ar. Eq.989—91 c. sch. 989 518 δύω sch. Ar. Ach. 1230 cf. sch. Av. 1764, sch. Pind. O 9, 1a; P ═ Ba 387,9, Et. Gen., Et. M. 757, 32; Archil. fr. 119. ἀλλ᾿ ἐὰν sq. Ar. Eq. 276—7 c. sch. plenior. 519 ═ P; l. ═ fr. trag. ad. 334, fr. com. ad. 1316)[*](515 cf v. Π 1181 517 cf. v. Δ 1465 518 cf. 439 et v, Π 3192 519 cf. v. Ε 151)[*](A(GFVM))[*](515 om. F 4 ἐμβαλόντων GVM 5 αὐτὸϲ G 5. 6 τὴν Λακωνικήν 6 τὸν] τὸ AM γοῦν V τὸ] τὸν V, v. l. sch. 7 τοῦτον V, v. l. sch. 9 θεωρητὰ GVM θεωρικά Π 1181, sch., Kust. cf. porro 1, 704, 22 10 ϲυμβουλεύειν V γενομένην AM 516 post vs. 18 νικηφόροι V; παροιμία praemis. F cf. Phot. 12 τήνδε—ταύτην om. AF, Phot. mg. Ar 13 ἐναρμοττεϲθαι F 518 post 515 V 16 κάλλικε GM 18 ἁρμονίαν A 19 αὐτὸν e sch. Bhd. 20 ἦν] εἰ V 21 πυρῶν sch. Port. cf. Π 3192 25 μὴ] ἂν μή ed. pr. ἂν μὲν Dr. νικηθεὶϲ VM περιγένηται V, Bhd. ταῖϲ περιεργίαιϲ] ἐν πανουργίαιϲ Bhd. 26 ἑρμάτιον cod. M in Ar. ἕρμαιον Schnee κερμάτιον Bhd. 27 κάμνοι GFVM κάμνειϲ Bhd.)
543

520 Τὴν θύραν ἔχων τετρημένην, ὥϲπερ αἱ ποῖμναι: ἐπὶ [*](Prov.) τοῦ ἀπανθρώπου καὶ ἀπροϲπελάϲτου.