Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

312
[*](Δ)

21 Σαγηνεία: ἡ ἁλεία.

[*](Δ Anth.)

22 Σαγήνη· καὶ Σαγηνευτήρ. ὁ ἁλιεύϲ. Αἰγιαλῖτα Πρίηπε, [*](Ε) ϲαγηνευτῆρεϲ ἔθηκαν δῶρα. βαϲιλεῖ Νομάδι, ϲάγων πορφυρῶν πλῆθοϲ καὶ πόρπαϲ χρυϲείαϲ.

[*](Ar.)

23 Σάγμα: ἡ θήκη τοῦ ὅπλου. ϲάγη δὲ τὸ ὅπλον. καὶ πανϲαγία, ἡ πανοπλία. Ἀριϲτοφάνηϲ Ἀχαρνεῦϲι· τίϲ Γοργόνʼ ἐξήγειρεν ἐκ τοῦ ϲάγματοϲ; ἐν γὰρ τῇ ἀϲπίδι ἐντετύπωτο ἡ Γοργώ. λέγει οὖν, τίϲ ἐξήγαγεν ἐκ τῆϲ θήκηϲ τὸ ὅπλον; καὶ Σοφοκλῆϲ· κάλλιϲτα τεύχη δ᾿  ἐν καλοῖϲι ϲάγμαϲι.

[*](Suid.)

24 Σαγμάρια: τὸ παῤ ἡμῖν λεγόμενον τοῦλδον. τὰ βαϲτάζοντα τὴν ἀποϲκευὴν καὶ τὴν μετακομιδὴν τῶν ἐπιτηδείων.

[*](Hesy.)

25 Σαγχωνιάθων, Τύριοϲ, φιλόϲοφοϲ, ὃϲ γέγονε κατὰ τὰ Τρωϊκά. Περὶ τῆϲ Ἑρμοῦ φυϲιολογίαϲ, ἥτιϲ μετεφράϲθη, Πάτρια τε Τυρίων τῇ Φοινίκων διαλέκτῳ, Αἰγυπτιακὴν θεολογίαν· καὶ ἄλλα τινά.

[*](Δ)

26 Σαδόκ: ὄνομα κύριον.

[*](Δ)

27 Σαδδουκαῖοϲ: ἀπὸ τόπου.

[*](Suid.)

28 Σαδυάττηϲ: ὁ Ἄρδυοϲ.

[*](Ecl.)

29 Σαθρόϲ: ἀπὸ τοῦ ϲείεϲθαι ῥᾳδίωϲ. ἢ ἀπὸ τοῦ ϲείεϲθαι τὰ ἄρθρα.

[*](Ε)

30 Σαθρωθῆναι: ϲαλευθῆναι. τὰϲ μὲν ἐπάλξειϲ καταρραχθῆναι ταῖϲ βολαῖϲ καὶ τὸν τοῖχον ἅπαντα τοῦ πύργου ϲαθρωθῆναι τῇ βίᾳ. Μένανδρόϲ φηϲι.

[*](Rhet.)

31 Σαθροί: παλαιοί, φθαρέντεϲ.

[*](Ar.)

32 Σάκανδροϲ: τὸ γυναικεῖον αἰδοῖον.

[*](Ar.)

33 Σάκαϲ: ὄνομα κύριον. τραγῳδίαϲ ποιητήϲ. καὶ Σάκαι, ἔθνοϲ Θρᾳκικόν. Ἀριϲτοφάνηϲ· νόϲον νοϲοῦμεν τὴν ἐναντίαν Σάκᾳ. οὕτωϲ ἐκαλεῖτο ὁ Ἀκέϲτωρ διὰ τὸ ξένοϲ εἶναι. ὁ αὐτὸϲ Ἀριϲτοφάνηϲ· ὁ μὲν γὰρ ὢν οὐκ ἀϲτὸϲ εἰϲβιάζεται, ἡμεῖϲ δὲ φυλῇ καὶ γένει τιμώμενοι, [*](21 1. ═ Ambr. 106 22 Σαγήνη cf. Ambr. 84 Αἰγιαλῖτα +  δῶρα Anth. 6, 33, 1 — 12 23 Ar. Ach. 574 c. sch. plenior. cf. Ambr. 91, H vv. ϲόγη et ϲάγοϲ; Eur. Andr. 618 25 cf. Euseb. praep ev. 1. 9 p. 30d (ex Phil. Bybl. FHG 3, 563) 26 cf. Ambr. 7 27 l. cf. Ambr. 75 29 cf. Et. M. 707, 27, An. Ox. 2, 409, 24 (unde Et. M. 707, 29) 30 τὰϲ—βίᾳ Men. Prot. FHG 4, 670 31 ═ Bk. 305, 18 cf. Et. M. 708,18; fonti rhetor. attr. Wentzel 32 sch. Ar. Lys. 824 cf. H v. ϲάκαν 33 — p. 313, 1. 2 πατρίδοϲ Ar. Av. 31—5 c. sch. 31 cf. H) [*](22 Anth. cf. v. Π 2275 23 cf. vv. Κ 1137, Μ 1266, Π 747 24 ex vv. Α 3526 et τοῦλδον 25 cf. 166 28 ex v. Γ 472 33 Ar. cf. vv. Α 808 et 1793, Ν 450) [*](A( GFVM)) [*](21 om. G 3 δῶρα] παρακταίηϲ ϲοὶ τάδ᾿ ἀπ’ ὠφελίηϲ. καὶ δῶρα partim ex Anth. add. Port. Νομάδων G 5 ϲάγη — ὅπλον om. G 8 καὶ— 9 ϲάγμαϲι om. F 8 Σοφοκλῆϲ] Εὐριπίδηϲ H. Stephan. τεύχη δ᾿ GM, Eur.: τεύχε᾿ ἔχων AV 24 om. AF 10 τοῦλδι V 12 Σαγχουνιάθων A cf. Ath. 3, 126a ὃϲ — 14 τινά om. F 13 τε om. GVM post 25 Σαγχωνιάθηϲ, Ἀϊδωνιοϲ (Σιδιώνιοϲ Creuzer) ϲοφὸϲ τοῖϲ χρόνοιϲ κατὰ Σεμίραμιν· ἔγραψε τῇ Φοινίκων διαλέκτῳ φυϲιολογίαν καὶ ἄλλα τινά add. V 15 Σαδώκ G 28 om. AFV 18 ῥαδίωϲ— ϲείεϲθαι alt. om. FV 25 νόϲον— 26 Ἀριϲτοφάνηϲ om. G 26 ὁ αὐτὸϲ— p. 313, 1. 2 πατρίδοϲ om. F 27 ὢν] οὖν V ὑμεῖϲ GVM)

313
ἀϲτοὶ μετ᾿ ἀϲτῶν, οὐ ϲοβοῦντοϲ οὐδενὸϲ ἀνεπτόμεθ’ ἐκ τῆϲ πατρίδοϲ. ὅτι Ἀμμώνιοϲ, φιλόϲοφοϲ Ἀλεξανδρεύϲ, ὁ ἐπικληθεὶϲ Σακκᾶϲ ἀπὸ Suid. Χριϲτιανῶν γέγονεν Ἕλλην, ὥϲ φηϲι Πορφύριοϲ.

34 Σακέλλιον: βαλάντιον. μαρϲίπιον. ἐξ οὖ καὶ ϲακελλάριοϲ.

[*](Σ |)

35 Σακέρδωϲ, ϲακέρδωτοϲ: ὁ ἱερεύϲ.

[*](Δ)

36 Σακεϲπάλοϲ: ὁ πολεμικόϲ.

[*](Hom.)

37 Σακεϲφόροι: ὁπλοφόροι, ἀϲπιδηφόροι.

[*](Σ)

38 Σακεύουϲι: τὸ ὑλίζουϲι. παῤ Ἡροδότῳ.

[*](Σ)

39 Σάκκοϲ. καὶ Σακκίον. ὁ δὲ Ἰακὼβ ϲακκίον ἐξαψάμενοϲ καὶ [*](Δ) τῇ λύπῃ βαρὺϲ ἐκαθέζετο.

[*](EV)

40 Σάκοϲ: ὅπλον, ἀϲπίδα. καὶ Σάκοϲ, ἀρϲενικόν, δι᾿ ἑνὸϲ κ. Σάκουϲ [*](Σ) ἔχων καὶ κωρύκουϲ. ἀντὶ τοῦ θυλάκουϲ. κώρυκοϲ δὲ πλέγμα [*](Ar.) δεκτικὸν ἄρτων.

41 Σάλα: ἡ φροντίϲ.

[*](Σ)

42 Σαλάγγωνοϲ.

[*](Δ)