Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

43 Σαλαῒζειν: θρηνεῖν.

[*](Δ)

44 Σαλάκων: προϲποιούμενοϲ πλούϲιοϲ εἶναι, πένηϲ ὤν.

[*](Σ)

45 Σαλακωνία: ἀλαζονεία ὑπὲρ τὸ δέον. καὶ ϲαλακωνίϲαι, ἀλαζονεύεϲθαι. [*](Σ) ἀλαζόναϲ δὲ ἔλεγον τοὺϲ ψεύϲταϲ, καὶ μεγαλαύχουϲ.

46 Σαλαμάνδρα: ζῷον, ὡϲ ϲαύρα τὸ μέγεθοϲ, ψυχρότατον τὴν [*](Greg.) φύϲιν, ὡϲ καὶ τὸ πῦρ εἰϲδυόμενον τὴν φλόγα ϲβεννύναι καὶ αὐτὸ μὴ πίμπραϲθαι.

47 Σαλαμινία ναῦϲ: δύο ἦϲαν νῆεϲ παρὰ τοῖϲ Ἀθηναίοιϲ ὑπηρέτιδεϲ [*](Ar.) ταχυδρόμοι, ἡ Πάραλοϲ καὶ ἡ Σαλαμινία· ὧν ἡ μὲν Σαλαμινία τοὺϲ ἐγκαλουμένουϲ εἰϲ κρίϲιν ἦγεν· ἣν καὶ ἐπὶ Ἀλκιβιάδου φηϲὶ πεμφθῆναι Θουκυδίδηϲ. ἡ δὲ Πάραλοϲ τὰϲ θεωρίαϲ ἀπῆγε, τουτέϲτι τὰ εἰϲ θυϲίαν πεμπόμενα.

[*](34 — μαρϲίπιον ═ Lex. Rom. Barocc.; — βαλάντιον ═ P, Ba 361, 7 ἐξ sq. cf. sch. Greg. PG 36, 1241d 35 cf. Ambr. 4, Et. M. 707, 30 36 sch. Ε 126 ═ Et. M. 707, 34 cf. Ap. S. 140, 3, H 37 ═ P, Ba 361, 8, H, Zon. 1626 38 ═ P cf. Bk. 113, 32; Hdt. 4, 23, 3 39 ὁ sq. los. Ant. 2, 38 ═ EV 11814 40 — ἀϲπίδα ═ P, Σᵃ. Ba 361, 13; ἀϲπίδα cf. sch. Γ 335 (unde Et. M. 707, 35), Ap. S. 140, 2 (unde H). Σάκοϲ alt. — κ cf. P, Ael. D. fr. 296 ex Eust. l. 940, 27 Moer. 209, 27, Thom. 344, 14, Phryn. Ecl. 257, sch. Ar. Ach. 822 ϲάκουϲ sq. Ar. Lys. 1209 —10 c. sch. 1211 41 cf. H, P 42 ═ Ambr. 42 cf. Gramm. Gr. 3, 2, 729, 5, Theognost. 31, 14 43 ═ Ambr. 127 cf. Et. M. 707, 50, Zon. 1631 44 ═ P, Ba 361, 14 45 ═ P cf. H 46 cf. sch. Nicand. Al. 537, fort. sch. in Greg. Naz., PG 36, 524c 47 sch. Ar. Av. 147)[*](33 ὅτι sq. ex v. Α 1641 38 Eust. I. 940, 19 (indic. Wentzel) 40 Ar. cf. v. Κ 2301 41 cf. 59)[*](1 ἀνεπτόμεϲθ᾿ GM, v. Ν 450, Ar. 2 ὅτι—3 Πορφύριοϲ om. AF; ϲχό(λιον) A( GFVM) praemisit (supra) M 2 ὅτι om. G 4 ἐξ— ϲακελλάριοϲ om. AF 7 ἀϲπιδίφοροι G ἀϲπιδόφοροι FV, Zon. 9 καὶ pr.] τὸ V 11 ἀρϲενικῶϲ G cp. A 18 κωρύκουϲ] καρύκουϲ G καρρύκουϲ M κρόκουϲ F κώρυκοϲ] κάρυκοϲ F 18 καὶ Σαλακωνία GVM 18.19 ἀλαζονεύϲαϲθαι G 22 πιπράϲκεϲθαι F 23 παρὰ τοῖϲ] παῤ G 25 φαϲὶ AM 26 Θουκυδίδην V)
314
[*](Ar.)

48 Σαλαμίνιοϲ· ὡϲ ναυτικῶν ὄντων τῶν Σαλαμινίων καὶ κατωφερῶν, δύναται δὲ καὶ ἀπὸ τῆϲ Σαλαμινίαϲ νεὼϲ νοεῖϲθαι τὸ Σάλαμίνιοϲ, ὡϲ ἀπὸ τῆϲ Παράλου Παράλιοϲ.

[*](Ar.)

49 Σαλαμῖνοϲ· μετὰ Μαραθῶνα Σαλαμῖνοϲ μέμνηται, ὅπου ναυμαχία Περϲῶν ἐγένετο, ἐν Μαραθῶνι δὲ πεζομαχία. κεῖται δὲ ἡ Σαλαμὶϲ ὀλίγον πρὸ τῆϲ Ἐλευϲῖνοϲ πόλεωϲ, ἱερᾶϲ Δήμητροϲ καὶ Κόρηϲ, πλήρηϲ κατορθωμάτων Ἑλληνικῶν. καὶ γὰρ ἐν ταύτῃ πολλὰϲ τῶν Περϲῶν Ἀθηναῖοι κατεναυμάχηϲαν τριήρειϲ ὀλίγῳ ἀριθμῷ, Θεμιϲτοκλέουϲ ϲτρατηγοῦντοϲ. ἔνθα καὶ πέτρα ἐϲτὶν Εἰρεϲία οὕτω καλουμέη, ὥϲπερ διὰ τοῦ ὀνόματοϲ τρόπαιον οὖϲα. ἔϲτι δὲ καὶ Ἀγέλαϲτοϲ πέτρα καλουμένη παρὰ τοῖϲ Ἀθηναίοιϲ, ὅπου καθίϲαι φαϲὶ Θηϲέα μέλλοτα καταβαίνειν εἰϲ δοῦ· ὅθεν καὶ τοὔνομα. ἢ ὅτι ἐκεῖ ἐκαθέϲθη ἡ Δημήτρα κλαίουϲα, ὅτε ἐζήτει τὴν κόρην. Ἀριϲτοφάνηϲ· ἐπὶ ταῖϲ πέτραιϲ οὐ φροντίζει ϲκληρῶϲ καθήμενον· οὐχ ὥϲπερ ἐγὼ ῥαψάμενόϲ ϲοι τουτὶ φέρω. ἀλλ᾿ ἐπαναίρου, κᾆτα καθίζου μαλακῶϲ, ἵνα μὴ τριβῇϲ τὴν ἐν Σαλαμῖνι.

[*](Δ)

50 Σαλαμωνεύϲ.

[*](Δ)

51 Σαλανίωνοϲ.

52 Σαλεύει: ζῇ, διάγει. τὸν τῆϲ οἰκουμένηϲ δεϲπότην, ἐν ᾧ ϲαλεύει [*](Ε) τὰ πάντα. καὶ αὖθιϲ· ὥϲπερ οὖν οὐχ ὑπὲρ τῶν ἐϲχάτων ϲαλεύουϲα, ἀλλ᾿ ἐφειμένη δρᾶν ὅ τι καὶ θέλει. καὶ αὖθιϲ· ϲαλευόντων ἐπὶ λεπταῖϲ ἐλπίϲι πολλῶν.

[*](Ε)

53 Σαλεύϲαϲ: βουλευϲάμενοϲ. πολλὰ δὴ καθ’ ἑαυτὸν ϲαλεύϲαϲ ἀνέρριψεν ἐκ τῶν παρόντων εὐτυχῆ κύβον. καὶ αὖθιϲ· τοὺϲ δὲ ἄλλουϲ ἐπʼ ὀψίαϲ τῆϲ ἀκμῆϲ ϲαλεύϲαϲ, καὶ μέντοι τῷ ἀπολέϲθαι ὁμοῦ εἶναι. καὶ αὖθιϲ· ἡνίκα ἑώρα ϲαλεύουϲαν αὐτῇ τὴν τύχην πᾶϲαν. ἀντὶ τοῦ μεταπίπτουϲαν.

[*](Ε)

54 Σαλήμ: ὄνομα πόλεωϲ. ἡ Ἱερουϲαλήμ.

[*](Δ)

55 Σάληξ: ὄνομα ποταμοῦ.

[*](Greg.)

56 Σαλμωνεύϲ· οὖτοϲ Αἰόλου μὲν υἱόϲ, βαϲιλεὺϲ δὲ Θετταλῶν· ὃϲ ἀϲεβὴϲ γεγονὼϲ διὰ μηχανῆϲ ἤϲτραπτεν, ἐβρόντα, ϲυνεκύκα τὰϲ τῶν ὑπηκόων ψυχάϲ. ὅθεν καὶ δίκην ἔδωκε τῆϲ ἀϲεβείαϲ, θεόθεν κεραυνόβλητοϲ γεγονώϲ.

[*](48 sch. Ar. Eccl. 38 49 Ar. Eq. 783—5 c. sch. 785 51 ═ Ambr. 32 52 τὸν — πάντα fort. Dam. ὥϲπερ — θέλει Aelian. fr. 322. ϲαλευόντων sq. Aelian. fr. 328 53 πολλὰ— κύβον Aelian. fr. 323. τοὺϲ— εἶναι Aelian fr. 1324. ἡνίκα — πᾶϲαν identidem Aelian. 54 l. cf. Ambr. 16 55 ═ Anmbr. 56 56 cf. Nonn. in Greg. PG 36, 1037d; Aeliano attr. Toup et Valck.)[*](52 fr. 328 cf. v. Τ 235 54 cf. v. Μ 544)[*](A(GFVM))[*](6 Δημητραϲ (sine acc. ) A 9. 10 οὕτω καλουμένη] λεγομένη G 12 ἐκεῖ om. V 14 φαντάζει G 15 τοῦτο G 18 Σαλαμινίωνοϲ F 19 ἐν] ἐφ᾿ coll. Plut. Demetr. 38, 7 Bhd. 20 καὶ αὖθιϲ om. F 23 δὴ] δὲ G 25 ἐπ᾿  ὀψίαϲ Port. ἐποψίαϲ AGMec; ἐποψία VMac ϲαλευϲάνταϲ Toup ϲαλεῦϲαι Bhd. τῷ] καὶ τῷ Hercher 26 τοῦ om. V 28 ἡ om. GVM 29 ποταμοῦ] τόπου F 30 οὖτοϲ— 33 γεγονώϲ] ὄνομα κύριον F ═ Ambr. 8 30 δὲ om. AV)
315

57 Σαλομών: ἀπὸ τοῦ Σαλήμ, ὅ ἐϲτιν εἰρήνη· ἐν γὰρ τοῖϲ χρόνοιϲ αὐτοῦ εἰρήνη ἦν.

58 Σάλοϲ: ϲαλευμόϲ, τάραχοϲ. καὶ ἡ φροντίϲ. κατέλαβον πολιϲμάτιον [*](Σ) ἀλίμενον μέν, ϲάλουϲ δὲ ἔχον καὶ προβολὰϲ περικλειούϲαϲ [*](Ε) ἐκ τῆϲ γῆϲ εὐφυεῖϲ. καὶ αὖθιϲ· καὶ τῷ ϲάλῳ ϲυνιζάνον ἐποίουν [*](Ε) αὐτὸ ϲτεριφώτερον.

59 Σάλουϲα: φροντίζουϲα. ϲάλα γὰρ ἡ φροντίϲ.

[*](Σ)

60 Σαλούϲτιοϲ, ϲοφιϲτήϲ. ἔγραψεν εἰϲ Δημοϲθένην καὶ Ἡρόδοτον [*](Hesy.) ὑπόμημα· καὶ ἄλλα.

61 Σαλούϲτιοϲ, Μοψεάτηϲ, ἰατρόϲ, ἐπὶ Τιβερίου Καίϲαροϲ. ἔγραψεν [*](Hesy.) ἰατρικά.

62 Σαλούϲτιοϲ· Δαμάϲκιόϲ φηϲι. οὗτοϲ εἰϲ Ἀλεξάνδρειαν ἧκεν Ἀθήνηθεν ϲὺν Ἰϲιδώρῳ τῷ φιλοϲόφῳ. παράδοξοϲ δὲ ὁ τρόποϲ Σαλουϲτίου πᾶϲιν ἀνθρώποιϲ, τὰ μὲν φιλοϲοφοῦντοϲ ἐπὶ τὸ καρτερώτερον, τὰ δὲ παίζονποϲ ἐπὶ τὸ γελοιότερον· ἑκάτερον, οἶμαι, πέρα τοῦ μετρίου. καὶ δεῖ κρίϲεωϲ, εἴπερ τινι ἄλλῳ, καὶ τῷδε τῷ βίῳ. καὶ δὴ Σαλούϲτιοϲ τὰ μὲν πατρόθεν ὥρμητο ἀπὸ Συρίαϲ, τὰ δὲ πρὸϲ μητρὸϲ Ἐμιϲηνὸϲ ἐγεγόνει. ὁ πατὴρ δὲ αὐτῷ Βαϲιλίδηϲ ὠνομάζετο, Θεόκλεια δὲ ἡ μήτηρ. εὐφυὴϲ δὲ ἐπὶ πολλὰ γεγονὼϲ καὶ τὸ ἦθοϲ αὐϲτηρὸϲ καὶ φιλότιμοϲ τὰ μὲν πρῶτα ἀπέβλεπεν εἰϲ τὴν πολυάρατον δικανικὴν καὶ ἐπαιδεύετο λόγοιϲ ῥητορικοῖϲ ὑπὸ Εὐνοΐῳ ϲοφιϲτῇ, τότε ὄντι κατὰ Ἔμιϲαν· ὕϲτερο δὲ οὐκέτι τῷ δικανικῷ, ἀλλ’ ἤδη τῷ ϲοφιϲτικῷ βίῳ προϲεῖχε τὸν νοῦν καὶ ἐπὶ τούτῳ διεμελέτα τοὺϲ λόγουϲ, οὐδὲν ἧττον τῆϲ φύϲεωϲ ἐπὶ τοῖϲ πόνοιϲ θαυμαζόμενοϲ· τοὺϲ μὲν γὰρ δημοϲίουϲ τοῦ Δημοϲθένουϲ λόγουϲ ὁμοῦ πάνταϲ ἐξέμαθεν. ἀλλὰ πρὸϲ τούτῳ καὶ λέγειν ἦν ἱκανόϲ, οὐ τοὺϲ νεωτέρουϲ ἐκμιμούμενοϲ ϲοφιϲτάϲ, ἀλλὰ πρὸϲ τὸν ἀρχαῖον πίνον τῆϲ λογογραφίαϲ ἁμιλλώμενοϲ. ἀμέλει καὶ ἔγραψε λόγουϲ, οὐ πολύ τι ἐκείνων ἐκλειπομένουϲ. τὸν δὲ ἡμέτερον πολίτην Μάρκελλον, ἑταῖρον τοῦ Εὐνοΐου, καὶ τοῦτον ἐκμαθόντα μὲν ἀπεμνημόνευε τὰ η΄ βιβλία τῆϲ Θουκυδίδου ἱϲτορίαϲ, οὐ μήν τι καὶ λέγοντα ἄξιον ἀκοῆϲ· καὶ Νόννον δέ φαϲιν ἐκμαθόντα ἑξάκιϲ ὅλον τὸν Δημοϲθένην, μηδὲ διᾶραι τὸ ϲτόμα δύναϲθαι πρόϲ γε λόγων ἐπιεικῶν ϲύνθεϲιν· οὐ γάρ ἐϲτι ταὐτὸν ἐϲ πλῆθοϲ ἀποϲτηθίζειν καὶ γράφειν [*](57 — εἰρήνη pr. cf. Lagarde 198, 52 58 — φροντίϲ ═ P, Ba 361, 16 cf. H, An. Ox. 2, 466, 13 κατέλαβον — εὐφυεῖϲ Polyb. 1, 53, 10 59 ═ P cf. H 62 — φιλοϲόφῳ Dam. fr. 92. παράδοξοϲ sq. Dam. fr. 250 cf. Phot. Bibl. 350b 21 27) [*](57 hinc 773 extr. 59 cf. 41 62 Δαμάϲκιόϲ φηϲι ex v. Α 3142; cf. v. Π 1621) [*](1 ἀπὸ] ὁ ἀπὸ A 2 αὐτοῦ] ἐκείνοιϲ G 3 ϲαλευϲμόϲ Kust. 5 τῷ A( GVM) ϲἀλῳ om. V 6 αὐτῷ G ϲτεριφότερον Aac Mec 61 om. post 59 G 12 Δαμάϲκιοϲ φηϲί mg. M: om. rell. cf. p 332, 27 οὖτοϲ om A 14 καρτερώτατον G 16 δεῖ GM: δὴ AV 17 τὰ pr.] τὸ Bhd. Ἐμεϲηνὸϲ V cf. Steph. Byz. 18 Βαϲιλείδηϲ Bhd. 27 πίνον] ἤγουν δύποϲ ss. V; ζήτει περὶ τούτου ἐν τῷ ἀπῆγεν mg. add. M 30 η΄] ν΄ A 31 λέγοντα] λέγειν τι Bhd.)

316
ἐϲ κάλλοϲ. ὁ δὲ Σαλούϲτιοϲ ἁδρότερον ἤδη ἁπτόμενοϲ τῆϲ τέχνηϲ, ἐλάττω ἢ καθ’ ἑαυτὸν ὑπολαβὼν τὸν Εὐνόϊον, ἀπῆρεν εἰϲ Ἀλεξᾶνδρειαν καὶ ἀπεπειρᾶτο τῶν ῥητορικῶν διδαϲκαλιῶν.