Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Hom.)

741 Παροίτεροι: ἀντὶ τοπικοῦ. πρότεροι κατὰ τὸν δρόμον.

[*](|Δ)

742 Παρύϲατιϲ: εἶδοϲ παροιμίαϲ. καὶ ὄνομα κύριον. ἡ μήτηρ [*](Ε) Κύρου.

[*](Σ)

743 Παρυφή: ἡ ἐν ἐϲθῆτι ἐργαϲία.

[*](Σ)

744 Παρυφῶϲ.

[*](Ecl.?)

745 Πᾶϲ: περιϲπᾶται· διότι ἐνομίζετο εἶναι μετοχή, ὡϲ ϲτάϲ, βάϲ. [*](E?) ἵνα οὖν φύγῃ τὴν ὑπόνοιαν, περιεϲπάϲθη.

[*](Prov.)

746 Πᾶϲα γῆ πατρίϲ: παροιμιακόν.

[*](Ar. + Call.)

747 Παϲϲαγίην: πανοπλίαν. εἷλε δὲ παϲϲαγίην, τόδε δ᾿ ἔννεπεν.

[*](Δ)

748 Πάϲϲαλοϲ. λύϲιϲ ὀνείρου· ἥλουϲ κρατῶν τὰ κέντρα τῶν ἐχθρῶν 0n. βλέπε.

[*](Δ Σ)

749 Παϲάμενοι: γευϲάμενοι. καὶ Πάϲαϲθαι, γεύϲαϲθαι. οὐχὶ ἐπὶ τοῦ πληρωθῆναι, ἀλλ᾿ ἐπὶ τοῦ ἀπογεύϲαϲθαι, παῤ Ὁμήρῳ. οἱ δὲ νεώτεροι καὶ ἐπὶ τοῦ πληρωθῆναι. καὶ Ἄπαϲτοϲ, ὁ [*](Σ) ἄγευϲτοϲ.

[*](736 sch. Ar. Ach. 981 plenior. cf. H 737 — μέθυϲοϲ ═ P, Ba 333, 19 cf. H, Zon. 1504 οὐδέποτ᾿ sq. Ar. Ach. 977—981 c. sch. plenior. 738 ═ P, Ba 333, 20 H, Zon. 1517 739 ═ P, Ba 333, 21 (in Hos. 4, 16) cf. H 740 ═ P, Σa 741 ═ sch. A (Aristonic.) in Φ 459 742 ὄνομα κύριον ═ Ambr. 167 μήτηρ sq. Xen. An 1, 1, 4 743 ═ P, Ba 334, 6 744 ═ P, Ba 334, 8 cf. H 745 — βάϲ cf. Theodos. Gramm. Gr. 4, 1,1, 348, 17, 28—33 746 cf. Zen. V 74 747 — πανοπλίαν cf. sch. Ar. Ach. 574. εἷλε sq. Call. fr. 50 K. an. 55 S. 748 ἥλουϲ sq. Astramps. 749 — γευϲάμενοι cf. H Πάϲαϲθαι, γεύϲαϲθαι ═ P, Ba 334, 16, sch. Τ 160, Et. M. 353, 54 οὐχὶ — πληρωθῆναι alt. Ath. 1, 23 f, 24a Ἄπαϲτοϲ sq. cf. ad A 2935)[*](736 cf. 720 et 737, v O 812 737 init cf. 720 et 736. Ar. cf. v. O 812 47 cf. v. Σ 23 748 cf. v. H 258 749 init. cf. v. Ε 1986, extr. cf. v. A 2935)[*](ArF(GVM))[*](2 Ἀριϲτοφάνηϲ — 9 ὑβριϲτήϲ om. F 4 ἁνὴρ om. GM 6 ὡϲ—7 τυραννίδα om. A 6 τῶν VMac, v. O 812, sch.: τοῦ GMec Πειϲιϲτρατιδών v. O 812 sch.: Πειϲιϲτράτου GVcpM 8 ὁ—9 ὑβριϲτήϲ om. A 12 παρακαθήϲωϲι F, Σa: παρακαθίϲωϲι rell., Phot. παρακατοίϲωϲι Kust. παραϲταθῶϲι Bhd. θυμῶν F 13 Παροιτέρωοι F ἀντὶ] ἀντὶ τοῦ FG 742 om. A 14 εἶδοϲ παροιμίαϲ ad 746 rettulit Bhd. καὶ—15 Κύρου om. F 744 om. AF 20 παροιμιακόν om. F 21 ἔννετε V 748 om. F mg. V; 22 λύϲιϲ—23 βλέπε mg. A 22 ἥλουϲ—τὰ] κρατῶν παϲϲάλουϲ G 25 παῤ om. A)
65

750 Πᾶϲαι δ᾿ ὡΐγνυντο πύλαι: παῤ Ὁμήρῳ· ἀντὶ τοὺ ὅλαι· μία [*](Hom.) γὰρ ἦν.

751 Πάϲῃ μηχανῇ: ἀντὶ τοῦ κατὰ παντὸϲ τρόπου.

[*](Ar.)

752 Πάϲηϲ: ὄνομα κύριον. καὶ παροιμία· Τὸ Πάϲητοϲ ἡμιωβέλιον. [*](Δ) ὁ δὲ Πάϲηϲ οὗτοϲ μαλακὸϲ ἦν τὴν φύϲιν, πάντων δὲ ἀνθρώπων [*](Prov.) ἐν μαγείᾳ διενήνοχεν, ὥϲτε ἐκ τῶν ἐπαοιδίων αὐτοῦ καὶ δεῖπνα πολυτελῆ ὁρᾶϲθαι καὶ διακονουμένουϲ τινάϲ, καὶ πάλιν ἀφανῆ πάντα γίνεϲθαι. εἶχε δὲ καὶ ἡμιωβέλιον ἐκ μιᾶϲ αὐτῷ πεποιημένον, ὃ διαδιδόμενον ὑπ᾿ αὐτοῦ τοῖϲ πιπράϲκουϲι, παῤ ὧν ἤθελεν ὠνεῖϲθαι, εἰ ἠβούλετο, πάλιν παῤ αὐτῷ ηὑρίϲκετο. καὶ Ἀπίων δὲ ὁ γραμματικὸϲ μνημονεύει αὐτοῦ ἐν τῷ Περὶ μάγου.

753 Πάϲῃ τέχνῃ: ἐκ παντὸϲ τρόπου. Ἀριϲτοφάνηϲ Λυϲιϲτράτῃ· οὐδ᾿ [*](Σ) ἢν ϲχολάϲῃϲ, πάϲῃ τέχνῃ πρὸϲ ἑϲπέραν ἐλθών, ἐκείνῃ τὴν βάλανον ἐνάρμοϲον.

754 Παϲίαϲ· Ἀριϲτοφάνηϲ Νεφέλαιϲ· ἀτὰρ τὶ χρέοϲ ἔβα με μετὰ τὸν Παϲίαν.

[*](Suid.)

755 Παϲιθέη: ὄνομα θεᾶϲ.

[*](Δ)

756 Παϲῖνοϲ: ὄνομα κύριον.

[*](Harp.)

757 Παϲίωνοϲ: ὄνομα τραπεζίτου.

[*](Harp.)

758 Παϲιφάη: ὄνομα θεᾶϲ.

[*](Δ)

759 Παϲπάλη: ἡ ἀλευρότηϲιϲ, τὸ λεπτὸν τοῦ ἀλεύρου· παϲπάλη δὲ παρὰ πολλοῖϲ [*](Suid.) λέγεται.

760 Πάϲϲω: τὸ γεύομαι· γενικῇ.

[*](Synt.)