Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Phil.)

3241 Πυρρώνειοι: οἱ τὰ τοῦ Πύρρωνοϲ φρονοῦντεϲ αἱρετικοὶ οὕτωϲ ἐκαλοῦντο ἀπὸ τοῦ διδαϲκάκου, ἀπορητικοί τε καὶ ϲκεπτικοί. ἐφεκτικοί τε καὶ ζητητικοί. ζητητικοὶ μὲν ἀπὸ τοῦ πάντοτε ζητεῖν τὴν ἀλήθειαν, ϲκεπτικοὶ δὲ ἀπὸ τοῦ ϲκέπτεϲθαι ἀεὶ καὶ μηδέποτε εὑρίϲκειν, ἐφεκτικοὶ δὲ ἀπὸ τοῦ μετὰ τὴν ζήτηϲιν πάθουϲ, λέγω δὴ τὴν ἐποχήν· ἀπορητικοὶ δὲ ἀπὸ τοῦ τοὺϲ δογματικοὺϲ ἀπορεῖν καὶ αὐτούϲ. Θεοδόϲιοϲ δὲ ἐν τοῖϲ Σκεπτικοῖϲ οὔ φηϲι Πυρρώνειον καλεῖϲθαι τὸν ϲκεπτικόν· εἰ γὰρ τὸ καθ᾿ ἕτερον κίνημα τῆϲ διανοίαϲ ἄληπτόν ἐϲτιν, οὐκ εἰϲόμεθα τὴν Πύρρωνοϲ διάθεϲιν· μὴ εἰδότεϲ δὲ οὐδὲ Πυρρώνειοι καλοίμεθ᾿ ἄν. πρὸϲ τῷ μηδὲ πρῶτον εὑρηκέναι τὴν ϲκεπτικὴν Πύρρωνα μηδὲ ἔχειν τι δόγμα. λέγοιτο δ᾿ ἂν Πυρρώνειοιϲ ὁμότροποϲ ταύτηϲ τῆϲ αἱρέϲεωϲ. κατῆρξεν οὖν πρῶτοϲ τῆϲ ϲκεπτικῆϲ Ὅμηροϲ· οὐ γὰρ ὁριϲτικῶϲ δογματίζει περὶ τὴν ἀπόφαϲιν. καὶ οἱ ζ΄ δὲ ϲοφοὶ ϲκεπτικοί εἰϲιν· οἷον τὸ μηδὲν ἄγαν, καὶ τὰ λοιπά. ἀλλὰ καὶ Ἀρχίλοχοϲ καὶ Εὐριπίδηϲ. ἐν οἷϲ Ἀρχίλοχόϲ φηϲι· τοῖοϲ ἀνθρώποιϲ νοῦϲ γίνεται θνητοῖϲ, ὁκοίην Ζεὺϲ ἡμέρην ἄγει. καὶ Εὐριπίδηϲ· τί δῆτα τοὺϲ ταλαιπώρουϲ βροτοὺϲ φρονεῖν λέγουϲι· ϲοῦ γὰρ ἐξηρτήμεθα· δρῶμέν τε τοιαῦθ᾿ ἃ δὴ τυγχάνειϲ θέλων.

[*](3235 ═ ξανθόϲ ═ Zon. 1595 3236 ═ P, Σα cf. H; gl. Hom. 3237 ═ Ba 356, 6 cf. P, sch. Ξ 123, Η 3238 cf. Laert. 9, 61 3240 Tim. ═ P 3241 Laert. 9, 69—71; Archil. fr. 70, 1—2; Eur. Suppl. 734—6)[*](3235 καὶ παροιμία sq. ex v. A 2907)[*](A(GFVM))[*](3235 om. AF post 3236 GM 1 καὶ παροιμία om. V 2 δανειζομένων V 5 ὃϲ—11 νόμῳ om. F 5 ὃϲ om. V 5. 6 Φιλίππου] Ἀλεξάνδρου Rohde El. Schr. 1, 148, 1 6 ρια΄] ρα΄ Eudoc. ρε΄ Gutschmid; φιλόϲοφοϲ κατὰ τὴν ρα΄ ὀλ. ὃϲ ἦν ἐπὶ Φ. τ. Μ. καὶ ἐπέκεινα Clinton 8 διήκουϲαν V Ἀλεξάνδρου] Ἀναξάρχου coll. Laert. 9, 58 Jonsius 9 Μητρόδωροϲ] Δημόκριτοϲ coll. v. Δ 447 Egregie Kust. 10 μηδὲν] εἶναι suppl. Bhd. 12 Φλιάϲιοϲ—φιλοϲόφου] ὄνομα κύριον F; monstrum ex v. Τίμων 2 ortum esse perspexit Bhd. 16 ἀπὸ] ὑπὸ F ἀπορητικοί—32 θέλων om. F 18 μηδέποτε] μηδέν τι πώποτε GM 22 καθ᾿ ἕτερον] ἢ καθ᾿ ἐκάτερον ss. M 24 οὐδὲ AM: οὐ G om. V τῷ] τὸ V 25 μηδὲν G 27 καὶ om. GM 29 ἐν—30 Εὐριπίδηϲ om. G 30 ἄγοι V ἄγῃ Stob. Ecl. Phys. 1, 38 32 τε] δὲ V)
279

3242 Πυρρώνιοϲ: ὄνομα κύριον.

[*](Δ)

3243 Πύρρωνοϲ: ὄνομα κύριον.

[*](Δ)

3244 Πύρωϲον τοὺϲ νεφρούϲ μου: ἀντὶ τοῦ ---

3245 Πῦρ παλάμη: ὁ ταχέωϲ τι ἐπινοῶν, καὶ παλαμώμενοϲ ἴϲα πυρί.

[*](Σ)

3246 Πυρπολεῖται: καίεται, ἐμπυρίζεται.

[*](Σ)

3247 Πυρϲεύει: πῦρ ἐξάπτει. καὶ Πυρϲεύω ϲοι τὴν ϲωτηρίαν, [*](Σ) ἀντὶ τοῦ ἐμφαίνω καὶ ἀνάπτω καὶ ἄνωθεν δεικνύω τὸ κάλλιϲτον, [*](Greg.) οἷά τιϲ πυρϲὸϲ καὶ φρυκτωρία ἄνωθεν ἐπιδεικνύουϲα τὸ ϲῷζον τοῖϲ εἰϲ λιμένα καὶ ὅρμον ἐπειγομένοιϲ. καὶ φρυκτωρία μέν ἐϲτιν αὐτὴ ἡ τοῦ δεικνύειν ἐνέργεια, πυρϲὸϲ δὲ καὶ φρυκτὸϲ καὶ φρυκτωρήμενον αὐτὸ τὸ δεικνυόμενον, ὁ δὲ δεικνὺϲ καὶ ἐνεργῶν φρυκτωρόϲ. τὸ δὲ ῥῆμα φρυκτωρεῖ, ἐξ οὖ ἡ μετοχὴ φρυκτωρῶν.

3248 Πυρϲεύϲαϲαν: φλέξαϲαν.

[*](Σ)

3249 Πυρϲοί: λαμπάδεϲ, πυρκαϊαί, λαμπτῆρεϲ, φρυκτωρίαι.

[*](Σ)

3250 Πυρϲουρίδαϲ· ὅτι Περϲεὺϲ ὁ Μακεδὼν κατὰ πᾶϲαν Μακεδονίαν [*](Ε) κατεϲκευαϲάμενοϲ πυρϲουρίδαϲ διὰ τούτων ὀξέωϲ ἐμάνθανε τὰ πανταχῆ γινόμενα. οὕτωϲ οἱ νῦν φανοὶ οἱ τὴν τῶν βαρβάρων ἔφοδον προϲημαίνοντεϲ.

3251 Πυρφόροϲ: πῦρ φέρων. πυρφόρουϲ δὲ ἔλεγον τοὺϲ ἱερέαϲ [*](Σ) τοὺϲ ἐπιβώμιον πῦρ ἀνάπτονταϲ. ἐν τοῖϲ οὖν πολέμοιϲ εἰώθαϲι τῶν ἱερέων οἱ νενικηκότεϲ φείδεϲθαι. ἐπὶ δὲ τῶν παντελῶϲ ἡττηθέντων καὶ ϲυμπατηθέντων ἐν τῷ πολέμῳ, εἰώθαϲιν ὑπερβολῇ χρώμενοι οὕτωϲ λέγει, ὅτι οὕτωϲ ἀπώλοντο, ὥϲτε οὐδὲ πυρφόροϲ (ταὐτὸν δὲ εἰπεῖν ἱερεύϲ) ὑπελείφθη τῷ ϲτρατῷ.

3252 Πυρφόροϲ: ἐχρήϲατο Παϲιϲτράτηϲ ὁ τῶν Ῥοδίων ναύαρχοϲ. [*](Ε) ἦν δὲ κημόϲ· ἐξ ἑκατέρου δὲ τοῦ μέρουϲ τῆϲ πρώραϲ ἀγκύλαι δύο παρέκειντο παρὰ τὴν ἐντὸϲ ἐπιφάνειαν τῶν τοίχων, εἰϲ ἃϲ ἐνηρμόζοντο κοντοὶ προτείνοντεϲ τοῖϲ κύμαϲιν εἰϲ θάλατταν· ἐπὶ δὲ τὸ τούτων ἄκρον ὁ κημὸϲ ἁλύϲει ϲιδηρᾶ προϲήρτητο πλήρηϲ πυρὸϲ, ὥϲτε κατὰ τὰϲ ἐμβολὰϲ καὶ παραβολὰϲ εἰϲ μὲν τὴν πολεμίαν ναῦν ἐκταράττεϲθαι πῦρ, ἀπὸ δὲ τῆϲ οἰκείαϲ πολὺν ἀφεϲτάναι τόπον, διὰ τὴν ἔγκλιϲιν.

[*](3242 ═ Ambr. 1486 3243 l. ═ Ambr. 1497 cf. Zon. 1595 3244 l. Ps. 25, 2 3245 ═ P cf. H 3246 ═ P, Ba 356, 7, Zon. 1599 cf. H 3247 — ἐξάπτει ═ P, Σα cf. H Πυρϲεύω sq. sch. Greg. cf. Ann. n. 64 3248 ═ P, Ba 356, 11 3249 ═ P, Ba 356, 12 cf. H; in Σ 211 3250 — γινόμενα [ Polyb.] fr. 216 3251 ═ P, Ba 356, 13; — φέρων cf. H. Πυρφόρουϲ sq. sch. Greg. PG 36, 1253 a; — ἀνάπτονταϲ ═ An. Ox. 2, 483, 13 3252 Polyb. 21, 7, 14)[*](3250 Eust. 0. 1571, 26)[*](3242 om. F post 3245 V 1 Πυρρώνιοϲ δέ, non nov. gl. GM 3244 ex M A(GFVM) solo: om. rell. 4 παλάμηι A 7 ἐκφαίνω GM, (sch.) 8 ϲῶϲον GM ζῷον F 10 ἐνάργεια VM 10. 11 φρυκτωροὺμενον GMac φρυκτώρημα sch. 13 Πυρϲεῦϲαν, φλέξαν. καὶ Πυρϲεύϲαϲαν F 3249 om. F 15 ὅτι—18 προϲημαίνοντεϲ] ὄνομα κύριον F 17 γενόμενα V οὕτωϲ — 18 προϲημαίνοντεϲ om. AV 23 ταὐτὸν — 25 Πυρφόροϲ om. V 25 Πειϲιϲτράτηϲ V Παυϲίϲτρατοϲ Vales. sed cf. 140, vv. Δ 635, Ε 3377 28 κύμαϲιν] κέραϲιν Schweigh. 30 κατὰ] παρὰ Schweigh. παραμβολὰϲ A)
280
[*](Hom.)

3253 Πύϲει: ϲήψει. Ὅμηροϲ· ϲέο δ’ ὀϲτέα πύϲει ἄρουρα, κειμένου ἐν Τροίῃ. μειωτέον, ὅτι τῶν ἐπὶ ξένηϲ τελευτώντων οὐκ ἀπεκομίζετο τὰ ὀϲτᾶ εἰϲ τὰϲ πατρίδαϲ.

[*](Σ)

3254 Πύϲμα: ἐρώτημα. ὅτι διαφέρει πύϲμα καὶ ἐρώτημα καὶ ἀξίωμα. [*](Suid.) καὶ ζήτει ἐν τῷ ἀξίωμα.

[*](Phil.)

3255 Πύϲματα· ὅτι τὰϲ ἐρωτήϲειϲ, τὰϲ τί ἐϲτι τὸ προκείμενον ἐξεταζούϲαϲ πύϲματα ἔθοϲ λέγειν τοῖϲ νεωτέροιϲ. οἷον, τί ἐϲτιν ἄνθρωποϲ. διαλεκτικὴ δὲ πρόταϲίϲ ἐϲτι, πρὸϲ ἢν ὁ ἐρωτώμενοϲ δύναται ἀποκρίναϲθαι ναὶ ἢ οὔ.

[*](Σ)

3256 Πύϲτειϲ: ἐρωτήϲειϲ πάϲηϲ ἐρωτήϲεωϲ καὶ πύϲτεωϲ ὁ χρηϲμὸϲ [*](Δ) ἀνέϲτελλεν αὐτούϲ. Πύϲτιϲ καὶ ἡ φήμη. πύϲτιν κατ᾿  ἐϲθλὴν [*](Anth.) ὕδατοϲ παιωνίου ἦλθε πόθ᾿ ἑρπύζουϲα ϲὺν δρυὸϲ ξύλῳ. μαθὼν τὸν [*](Ε + Δ +Σ) ἀδελφὸν αὐτοῦ κατὰ τὴν τῆϲ ἐπιϲτρατείαϲ αὐτοῦ πύϲτιν προϲιόντα. κατὰ φήμην ἢ ἐρώτηϲιν.

[*](Σ)

3257 Πυτακίδῃ.

[*](Δ)

3258 Πυτίζω: πταίω.

[*](Ar.)

3259 Πυτιναῖα· ὧϲ Διϊτρέφηϲ γε πυτιναῖα μόνον ἔχων πτερὰ ᾑρέθη φύλαρχοϲ. καὶ αὖθιϲ· Διϊτρέφηϲ ἀνεπτέρωκεν, ἐπὶ τῶν ἀναπειθόντων ἐπί τι πρᾶγμα. δεινῶϲ τέ μου τὸ μειράκιον ὁ Διϊτρέφηϲ λέγων ἀνεπτέρωκεν, ὥϲθ᾿ ἱππηλατεῖν. ὁ Διϊτρέφηϲ οὗτοϲ πλούϲιοϲ ἦν καὶ δυνάμενοϲ ἱπποτροφεῖν, πρότερον πυτινοπλοκῶν γέγονε φύλαρχοϲ. ὃϲ εὐτυχήϲαϲ ϲυνεβούλευε καὶ ἄλλοιϲ ἱππαρχεῖν.

[*](Ar.)

3260 Πυτίνη: πλέγμα ἀπὸ θαλλῶν, ἅπερ Διϊτρέφηϲ ὁ νεόπλουτοϲ ἔπλεκε. καὶ ἀλλαχοῦ φηϲι. Διϊτρέφηϲ πυτιναῖα ἔχων πτερά. Πυτίνη οὖν, ὅπερ λέγεται παῤ ἡμῖν φλαϲκίον.

[*](3253 — ϲήψει ═ sch. D in Δ 174, H cf. Ap. S. 137,19. Δ 174—5. ϲημειωτέον sq. ═ sch. A (Aristonic.) in Δ 174 3254 — ἐρώτημα ═ P, Ba 356, 21 cf. Zon. 1598, H 3255 Alex. Aphr. 539, 17—24 3256 — ἐρωτήϲειϲ ═ P, Ba 356, 22 cf. H Πύϲτιϲ cf. Ambr. 1527 πύϲτιν—ξύλῳ Anth. 6, 203, 2 — 3 μαθὼν — προϲίοντα de Cyro iun. sec. Toup 3258 l. ═ Ambr. 1554 3259 — φύλαρχαϲ Ar. Av. 798—9. Διϊτρέφηϲ pr. sq. Ar. Av. 1442—3 c. sch. plenior. 3260 — ἔπλεκε sch. Ar. Av. 798. Διϊτρέφηϲ— πτερά Ar. Av. 798 3253 cf. 3138 3254 ὅτι sq. ex v. Α 2827 3256 Anth. cf. 883 et vv. Γ 428 Δ 959 3257 cf. v. Ν 603 3259 cf, vv. Δ 1053—4 3260 cf. v. 1054 A(GFVM) 2 οὐκ om. G 4 ὅτι—5 ἀξίωμα om. AFV 6 τὸ om. GFVM ἐϲτι πρόταϲιϲ FV cf. Alex. 9 ναὶ om. AFV 10 ἐρωτήϲεωϲ καὶ om. AFV 11 ἀντέϲτέλλεν AF 13 ἐπιϲτρατιᾶϲ AM cp. V 3257 post l. 3259 V 16 πταίω] παίω add. F ἢ παίω ss. M; πτύω coni. H. Stephan. 19 ἐπὶ] περί ss. M 20 λέγων] γε λέγων 21 πότερον A πυτινοπλοκῶν] γρ. πυτινοπλόκοϲ ὢν ss. ═ sch. 22 ἐντυχήϲαϲ V ϲυνεβούλευϲε GVM. v. l. sch. 24 καὶ om. F; post φηϲι lac. stantuerim 25 φλαϲκεῖον V; Πυτίνη εἶδοϲ ἀγγείου, τὸ κοινῶϲ φλαϲκίον mg. add. Ar)