Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Δ)

1583 Πῖθι: ἀντὶ τοῦ πίε.

[*](Δ)

1584 Πίθνηϲ: ὄνομα κύριον.

[*](Δ)

1585 Πίθοϲ: ὄνομα κύριον, καὶ τὸ οἰνηρὸν ἀγγεῖον.

[*](Ar.)

1586 Πιθοῦ: περιϲπᾶται· ἔϲτι γὰρ β΄ ἀόριϲτοϲ. τούτουϲ Ἀττικοὶ περιϲπῶϲι, καὶ ἡ χρῆϲιϲ ἠκολούθηϲε τῇ διαλέκτῳ· ἡ γὰρ ἀναλογία [*](Soph.) βαρύνει. πιθοῦ τί μοι· πρὸϲ ϲοῦ γάρ, οὐδ᾿ ἐμοῦ φράϲω.

[*](Ar.)

1587 Πιθών: ὀξυτόγωϲ, διὰ τοῦ ι· β΄ γάρ ἐϲτιν ἀόριϲτοϲ· λάθρα γὰρ ἦλθεν ὁ πιθὼν τοὺϲ κυρίουϲ. Ἀριϲτοφάνηϲ.

[*](Δ)

1588 Πιθῶνοϲ: ὄνομα κύριον.

[*](Δ)

1589 Πιθοίατο: πειϲθεῖεν.

[*](Δ)

1590 Πιθοιγία: ἡ τοῦ πίθου ἀνοιγή.

1591 Πίθυλλοϲ· οὖτοϲ ἡδονικὸϲ ἦν, Τένθηϲ καλούμενοϲ· ὃϲ καὶ περιγλωττίδα ὑμενίνην ἐφόρει, προϲελυτρῶν τὴν γλῶϲϲαν πρὸϲ τὰϲ ἀπολαύϲειϲ· καὶ δακτυλήθραϲ εἶχεν, ἤϲθιε τὸ ὄψον, ἵν᾿ ὡϲ θερμότατον ἀναδιδῷ τῇ γλώττῃ.

[*](Δ)

1592 Πικεντίνη: ὄνομα τόπου.

1593 Πικῆνοι: ὄνομα ἔθνουϲ.

1594 Πίκτωρ ὀ καὶ Φάβιοϲ. ζήτει ἐν τῷ Φάβιοϲ.

[*](Ε)

1595 Πιλᾶτοϲ· οὗτοϲ ἐπὶ Χριϲτοῦ τοῦ θεοῦ καὶ ϲωτῆροϲ ἡμῶν ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ ὑπὸ Ῥωμαίων ϲταλεὶϲ ἦρχε· μετὰ δὲ τὴν τοῦ Χριϲτοῦ ϲταύρωϲιν εἰκόνα τοῦ Καίϲαροϲ καὶ προτομὰϲ νύκτωρ εἰϲ τὸ ἱερὸν ἀνέθηκεν· ὄρθρου δὲ γενομένου, Ἰουδαῖοι θεαϲάμενοι τοϲοῦτον ἐταράχθηϲαν, ὥϲτε Πιλᾶτον ἐκδειματῶϲαι καὶ ταύταϲ μεταθεῖναι. καὶ δὴ τὸν Κορβωνᾶν τὸν ἱερὸν θηϲαυρὸν διαφθείραϲ αἴτιοϲ ἀναιρέϲεωϲ πολλῆϲ καὶ ϲυγχύϲεωϲ τοῖϲ Ἰουδαίοιϲ μίϲει τῷ πρὸϲ αὐτοὺϲ ἐγένετο· τὴν [*](1580 — ἡμᾶϲ cf. Οrion 134, 1, unde Et. M. 671, 47 Γέρων sq. ═ Apost. V 37 a 1581 cf. Diogen. VII 94 1583 ═ Zon. 1551, Ambr. 760 cf. Et. M. 671, 41 1584 cf. Ambr. 699 1585 aliter Ambr. 691 1586 — βαρύνει sch. Ar. Pl. 103 cf. Gramm. Gr. 3, 1, 464, 5 — 6, Ps. Herodian. 245 πιθού τί sq. Soph. OT 1434 1587 Ar. Ran. 1168 c. sch. 1590 ═ Ambr. 733, Zon. 1549 1591 Ath. 1, 6 cd 1593 ═ Ambr. 723 1595 μετὰ — θυϲιῦν Georg. 317, 7 — 318, 2) [*](1580 extr. cf. v. Γ 203 1583 cf. 1562 1591 hinc 1088; cf. v Δ 26) [*](A(GFVM)) [*](5 κολοῖϲ] πολλοῖϲ GM 1582 — 3 om. A 8 ἀντὶ τοῦ πίε FVM: πίϲω G 14 διὰ] καὶ διὰ GM 17 πειϲθοῖεν V πειθοῖεν M πιθοῖεν G 18 ἄνοιξιϲ F, Ambr. Zon. 24 ὄνομα ἔθνουϲ] ἐθ A 1594 om. AFV mg. Ar post 1591 M ec 25 Φάβιοϲ] βάφοϲ G 27 τοῦ] τοῦ δεϲπότου G 28 προτομάϲ] ἤγουν ἀποκεκομμέναϲ κεφαλὰϲ χοιρείουϲ ss. V 31 ἱερὸν sq.] ζήτει ἐν τῷ βδέλυγμα ἐρημώϲεωϲ ss. M mg. add. Ar)

131
γὰρ ἐπανάϲταϲιν αὐτῶν ὑφορώμενοϲ, πρὸ τοῦ βήματοϲ αὑτοῦ ϲτραγιώταϲ παρέϲτηϲεν, ἔνδοθεν μὲν ὅπλα φοροῦνταϲ, ἔξωθεν δὲ ἰδιωτικὴν ἐϲθῆτα ἀνυπονόητον. ὡϲ οὖν ἐϲταϲίαϲαν, ἐπαφῆκε τοὺϲ ϲτρατιώταϲ αὐτοῖϲ, καὶ οἱ μὲν ξύλοιϲ, οἱ δὲ λίθοιϲ αὐτοὺϲ παίοντεϲ, τραυματίαϲ ἀπέλυϲαν· τινὰϲ δὲ καὶ ἀπέκτειναν. πολλοὶ δὲ αὐτῶν τῶν Ἰουδαίων καὶ ὑπ᾿ ἀλλήλων ὠθούμενοι, ϲυμπατηθέντεϲ ἀπώλοντο. ἐμίχθη δὲ τὸ αἷμα αὐτῶν μετὰ τῶν θυϲιῶν. ζήτει περὶ Πιλάτου πλατύτερον ἐν τῷ ὀνόματι Νέρωνοϲ.

1596 Πιληθέντα: πυκνωθέντα. ϲοὶ τὸν πιληθέντα δι᾿ εὐξάντου [*](Anth.) τριχὸϲ ἀμνοῦ, Ἑρμᾶ, Καλλιτέληϲ ἐκρέμαϲεν πέταλον.

1597 Πίλημα περίτροχον: περιφερὲϲ ϲκέπαϲμα.

[*](Call.)

1598 Πιλήϲεϲι: πυκνώϲεϲι. τῶν ἀχθοφόρων ζῴων διὰ τὰϲ πιλήϲειϲ [*](Σ) οὐ ϲθενόντων τὰ πρὸϲ ἐδωδὴν παράγειν. καὶ αὖθιϲ· Εἰνοδήη, [*](Ε) ϲοὶ τόνδε φίλη ἀνεθήκατο κόρϲηϲ πῖλον.

[*](Anth.)

1599 Πιλία: τὰ κέντουκλα.

[*](Δ)

1600 Πιλίδιον: τὸ καμηλαύκιον.

[*](Δ)

1601 Πῖλοϲ: τὸ κέντουκλον.

[*](Δ)

1602 Πῖλοϲ: κόϲμοϲ περικεφάλαιοϲ, ὃν οἱ μὲν κυρβαϲίαν, οἱ δὲ τιάραν, [*](Σ?) ἄλλοι δὲ κίδαριν καλοῦϲιν. ἔϲτι δὲ πῖλοϲ καὶ τάγμα, πρῶτοϲ πῖλοϲ καλούμενοϲ.