Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

443 Νόαι: πόλιϲ Σικελίαϲ, ἧϲ ὁ πολίτηϲ Νοαῖοϲ.

[*](Etym. ?)

444 Νόημα: ἐφεύρεμα. τὸ μὲν μόημα τῆϲ θεοῦ, τὸ δὲ κλέμμ᾿ ἐμόν. [*](Ar.) [*](432 ═ Ambr. 301, Zon. 1402 433 a— κύριον ═ Ambr. 250 cf. 298 435 cf. Ambr. 300; H ═ Zon. 1402; Ps. Herodian. 91 436 cf. Et. M. 606, 29 437 ═ P, Ba 309, 8 cf. H, Zon. 1402 438 Steph. Byz.; ταύρου sq. Pisandr. (Ps.) fr. 3 Didot 439 — αὕτη — P, Σα, Ba 309, 10 cf. H, Zon. 1401, sch. δ 566 ἅτε—βιοτεύειν Men. Prot. fr. 18, FHG 4, 225 ═ EL 451, 4—5 ἐϲ sq. Anth. 6, 252, 5—6 440 — χιονίζει ═ Ba 309, 9, H, P (in Ar. Ach. 1141) cf. Ambr. 305 καὶ— ἐοικότα Γ 222. Νιφόμενοϲ sq. cf. H 441 Soph. Ai. 669—671 c. sch. Plenior. 670 442 Steph. Byz. Hdt. 4, 93 443 Steph. Byz. 444 Ar. Eq. 1203 c. sch. plenior.) [*](433 ex v. Δ 1221 434 cf. v. Α 1632 439 Men. cf. v. Π 120; Anth. cf. v. Κ 2502 440 extr. cf. 294 441 cf. vv. Ε 4028, ΕΙ 596 444 cf. v. τὸ μὲν ν.) [*](434—5, 433 a, 432 ordo in V 433 om. AF post 430 V; ἴϲωϲ παρὰ τὸ πρὸ A(GFVM) βραχέων ῥηθὲν νίτον, τὸ ἄνθοϲ ss. M 3 πάϲαϲ V γυναῖκα νῖτιν ex γυναικωνῖτιν ortum esse perspexit Kust. 4 ὄνομα om. M Περϲὶϲ—περιώνυμοϲ ex mg. M: om. rell. 436 om AFV mg. M 7 Κέκροποϲ] ϲυγκοπῆϲ ed. pr. cf. Et. 8 ϲταγόνεϲ] χίονεϲ ss. M cf. Ambr. 286, Zon 1402 438 om AFV mg. M; ἀρϲενικὸν supra l. M 10 κτάλεκτοϲ V κατὰ λεπτὸν Ba Σα Zon., Pors. φερομένη F, Zon. πήξειϲ] αἱ π. F τάξειϲ V 11 πήξεωϲ om.G, rubr. M, del. Pors. ὑδ. πήξ. del. Dr. ὑγρότητοϲ del Bhd. μὲν om. F 13 μὲν] δὲ V κρύϲταλλοϲ M, Phot. Ba 14 περὶ] ἐπὶ F 16 κρυμνώδουϲ V 18 Νίφει] χρῆϲιϲ τούτου παρὰ τῷ κωμικῶ ἐν Νεφέλαιϲ mg. add. M καὶ—ἐοικότα om. F; ad 437 pertinuisse vidit Bhd. 20 δεινότατα V 442—3 om. AFV mg. M 25 μὲν] δὲ FV τῆϲ] τῆϲ τοῦ F τοῦ G)

474
οὕτω γὰρ οἱ δημαγωγοὶ ἀϲτεϊζόμενοι ἔλεγον τὰϲ ἑαυτῶν ἐπινοίαϲ τῆϲ θεοῦ. ὅτι ἡ μὲν θεὸϲ ὑπέβαλεν, ἥρπαϲα δὲ ἐγώ.

[*](Δ)

445 Νοήμονοϲ.

[*](Σ)

446 Νοητά: τὰ μὴ αἰϲθητά, τὰ μὴ ὁρατά.

[*](Σ)

447 Νοθεύει: ἀπατᾷ, ἀπαλλοτριοῖ. ζήτει μαρτυρίαν ἀκριβεϲτάτην τῆϲ [*](Metaphr.) νοθεύϲεωϲ τῶν θείων γραφῶν ἐν τῇ τοῦ μακαρίτου Λογοθέτου μεταφράϲει τῇ εἰϲ τὸ μαρτύριον τοῦ ἁγίου Λουκιανοῦ· φηϲὶ γὰρ οὕτωϲ· ὁ θεῖοϲ τοίνυν οὗτοϲ Λουκιανὸϲ καὶ τὰϲ ἱερὰϲ βίβλουϲ ἰδὼν πολὺ τὸ νόθον εἰϲδεξαμέναϲ, τοῦ τε χρόνου λυμηναμένου πολλὰ τῶν ἐν αὐταῖϲ καὶ τῆϲ ϲυνεχοῦϲ ἀφ᾿ ἑτέρων εἰϲ ἕτερα μεταθέϲεωϲ, καὶ μέντοι καί τινων ἀνθρώπων πονηροτάτων, οἳ τοῦ Ἑλληνιϲμοῦ προεϲτήκεϲαν, παρατρέψαι τὸν ἐν αὐταῖϲ νοῦν πειραϲαμένων καὶ πολὺ τὸ κίβδηλον ἐν ταύταιϲ ϲπειράντων, αὐτὸϲ ἁπάϲαϲ ἀναλαβὼν ἐκ τῆϲ Ἑβραΐδοϲ ἀνενεώϲατο γλώττηϲ, ἣν καὶ αὐτὴν ἠκριβωκὼϲ ἐϲ τὰ μάλιϲτα ἦν, πόνον τῇ ἐπανορθώϲει πλεῖϲτον εἰϲενεγκάμενοϲ.

[*](Δ)

448 Νοθεία: ἡ λαθραία γέννα, ἡ πορνεία. Νοθεῖα, τὰ τοῖϲι [*](Harp.) νόθοιϲ ἐκ τῶν πατρῴων διδόμενα οὕτωϲ καλεῖται· ἦν δὲ μέχρι χιλίων δραχμῶν. οὕτωϲ Λυϲίαϲ καὶ Ἰϲαῖοϲ καὶ Ἀριϲτοφάνηϲ καὶ Ὑπερίδηϲ καὶ Δημοϲθένηϲ ἐν τῷ κατὰ Ἀριϲτοκράτουϲ.

[*](Δ)

449 Νόθοϲ: ὁ ξένοϲ. θεῖόν τι τὸ γνήϲιον ἐν τοῖϲ κατ᾿ ἀνθρώπων τόκοιϲ. [*](Etym.?) διόπερ ὁ μὴ τοῦτ᾿ ἔχων νόθοϲ, οἷα ἐϲτερημένοϲ τοῦ θείου· παρὰ τήν νο ϲτερητικήν. ἐντεῦθεν δὲ νόθα καὶ τὰ ἁπλῶϲ ξένα μεταφορικῶϲ.

[*](Σ)

450 Νομάδεϲ: βοϲκόμεναι ἀγέλαι. καὶ ἔθνη Σκυθικά. νομάδεϲι [*](Ar.) γὰρ ἐν Σκύθαιϲ ἀλᾶται Στράτων. Ἀριϲτοφάνηϲ. ἐπὶ τῶν παρενοχλούντων καὶ ἐπιμενόντων. ἐπειδὴ οἱ Σκύθαι τῷ χειμῶνι διὰ τὸ ἀφόρητον αὐτοῦ ἐφʼ ἁμαξῶν τὰ πράγματα βάλλοντεϲ ἀπαιροῦϲιν εἰϲ ἄλλην χώραν. ὁ δὲ μὴ ἔχων ἐκεῖϲε ἅμαξαν, ἄτιμοϲ παῤ αὐτοῖϲ κρίνεται. φηϲὶ οὖν καὶ οὗτοϲ ἐνοχλούμενοϲ. τοῦτό φηϲι, νόϲον νοϲοῦμεν τὴν ἐναντίαν Σάκᾳ. Ἀριϲτοφάνηϲ. ὁ δὲ Σάκαϲ οὗτοϲ τραγῳδίαϲ ἦν ποιητήϲ· οὕτω δὲ ἐκαλεῖτο διὰ τὸ ξένοϲ εἶναι. ἴϲωϲ δὲ καὶ βάρβαροϲ· οἱ γὰρ Σάκαι βάρβαρον ἔθνοϲ, ἐξ ὧν τὰ ϲάκη κατά τιναϲ. ὁ αὐτὸϲ Ἀριϲτοφάνηϲ· [*](Ar.) ὁ μὲν γὰρ ὢν οὐκ ἀϲτὸϲ εἰϲβιάζεται· ἡμεῖϲ δὲ φυλῇ καὶ [*](445 Ambr. 319 446 ═ P, Ba 309, 17 cf. H 447 — ἀπαλλοτριοῖ ═ P, Ba 309, 18 cf. H vs. 7 ὁ sq. Metaphr. PG 114, 401a 448 — πορνεία aliter Ambr. 339, Ps. Herodian. 93 Νοθεῖα alt. sq. Harp. ═ P; καλεῖται ═ Bk. 282, 18; Lys. fr. 140, Isae. fr. 92, Ar. Av. 1656, Hyper. fr. 17, Dem. 23, 213 449 — ξένοϲ ═ Ps. Herodian. 93 450 — ἀγέλαι ═ P, Ba 309,19, H, Zon. 1406 νομάδεϲι—ἐνοχλούμενοϲ Ar. Av. 941 c. sch. 940—942; νόϲον—εἶναι Ar. Av. 31 c. sch. ἔθνοϲ—τιναϲ cf. Et. M. 707, 35 ὁ μὲν sq. Ar. Av. 32—5 c. sch. 35) [*](447 Metaphr. cf. v. Λ 685 450 Ar. Av. 941 cf. v. ὑφαντοδόνητον; Av. 31 cf. v. Α 808 et v. Σάκαϲ) [*](A(GFVM))[*]( 1 ἀϲτίζομενοι A ἀϲτυζόμενοι V ante 445 Νοήμων add. GM 4 μὴ alt. om. AV; ἀόρατα Phot. Ba 5 ζήτει—14 εἰϲενεγκάμενοϲ om. AFV 6 καρίου G 15 Νοθεῖα alt.] καὶ GM; nov. gl. FV 16 οὕτω GFM, Harp. δὲ | δὲ καὶ A 19 ὁ om. GM θεῖόν—21 μεταφορικῶϲ om. AFV mg. M 19 κατ᾿ ἀνθρώπων] κατὰ τῶν Kust. 20 τὴν GM: τὸ ed. pr. ϲτέρηϲιν ϲτερητικόν ed. pr. 22 Νομάδεϲ] θηλυκόν ss. M ἔθνη] τοῦτο ἀρϲενικόν ss. M 27 τοῦτό AVMac: δὲ τοῦτό GMac νόϲον] ὅϲον V 28 Σάρκᾳ V Ἀριϲτοφάνηϲ om. G et in ras. M 29 ξένον V ἴϲωϲ—30 τιναϲ mg. GM, signo ad ξένοϲ posito M: om. rell. 31 ὁ] ὁ Σάκαϲ ss. M)

475
γένει τιμώμενοι, ἀϲτοὶ μετ᾿ ἀϲτῶν, οὐ ϲοβοῦντοϲ οὐδενόϲ, ἀνεπτόμεϲθ’ ἐκ τῆϲ πατρίδοϲ ἀμφοῖν ποδοῖν. τουτέϲτι παντὶ ϲθένει.

451 Νομαδίτηϲ: ὁ ἰδιώτηϲ βίοϲ.

[*](Δ)

452 Νομάδων: ἀγρίων, βαρβάρων. οἱ λεγόμενοι Ἁμαξοφόρητοι ἢ [*](Σ) Ἁμαξόβιοι.

453 Νομαντία, ἡ καὶ Νουμαντία, πόλιϲ Ἰβηρίαϲ παρὰ Ἰόβᾳ.

[*](Etym.?)

454 Νόμβα: πόλιϲ Ἰουδαίαϲ, παρὰ Ἰωϲήπῳ ἐν Ἀρχαιολογίᾳ.

[*](Etym.?)

455 Νομάρχαι: οἱ κατὰ τέλη τῆϲ χώραϲ ἄρχοντεϲ παῤ Αἰγυπτίοιϲ· [*](E) οἳ ἦϲαν ἐπὶ Πτολεμαίου τοῦ μετὰ Ἀλέξανδρον τὸν Φιλίππου.

456 Νομᾶϲ: ὄνομα κύριον. ὁ Ῥωμαίων νομοθέτηϲ.

[*](Δ)

457 Νομαί: μεριϲμοί.

[*](Σ)

458 Νομαία: ἡ ἐκ τῆϲ νομῆϲ. ἐν Ἐπιγράμμαϲι· καί ϲοι ἐπιρρέξει χιμάροιο νομαίηϲ αἷμα. Anth.

459 Νομεύϲ: ποιμήν, βοϲκόϲ.

[*](Σ)

460 Νομή: ὁρμὴ πυρόϲ. τὴν νομὴν τοῦ πυρὸϲ ἐνεργὸν ϲυνέβη γενέϲθαι καὶ πρακτικήν.

[*](E)

461 Νομιζόμενα: νόμιμα, ἢ ὑπολαμβανόμενα. Ἀριϲτοφάνηϲ· [*](Σ) οὐκοῦν τὰ νομιζόμενα τούτων λαμβάνειϲ. ἐπειδὴ νόμοϲ ἦν τὰ ὑπολειπόμενα [*](Ar.) τῆϲ θυϲίαϲ τὸν ἱερέα λαμβάνειν δέρματα καὶ κωλαῖ.

462 Νομίζουϲιν: ἀντὶ τοῦ νομίϲματι χρῶνται.

[*](Σ)