Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Δ)

10 Ναζιραῖοϲ: ὁ θεῷ κεχαριϲμένοϲ, καὶ ἀφιερωμένοϲ· ὁ μοναχόϲ. [*](Suid.) ἰϲτέον δέ, ὅτι ἐπὶ Κλαυδίου βαϲιλέωϲ, Ῥώμηϲ Πέτρου τοῦ ἀποϲτόλου χειροτονήϲαντοϲ Εὐόδιον ἐν Ἀντιοχείᾳ, μετωνομάϲθηϲαν οἱ πάλαι λεγόμενοι Ναζιραῖοι καὶ Γαλιλαῖοι Χριϲτιανοί.

[*](Δ)

11 Νάζιϲ: ἐθνικόν.

[*](Δ)

12 Ναζωραῖοϲ: ὁ ἀπὸ Ναζαρέτ.

[*](Σ)

13 Νάει: ϲτάζει, ῥέει.

[*](Σ)

14 Ναΐδεϲ: πηγαί· ἢ Νύμφαι παρὰ τοῖϲ νάμαϲι διατρίβουϲαι.

[*](Δ)

15 Νάϊνον.

[*](Harp.)

16 Ναΐϲ, ἑταίρα τιϲ, ἧϲ μέμνηται Λυϲίαϲ καὶ Ἀριϲτοφάνηϲ. ἐν Πλούτῳ, δηλαδὴ ὅπου τό, ἐρᾷ δὲ Ναῖϲ οὐ διὰ ϲὲ Φιλωνίδου; ὅ τινεϲ ἠγνοηκότεϲ ἔγραψαν Λαΐϲ· ὡϲ καὶ Ἀθήναιοϲ ἐπιϲημαίνεται.

[*](Σ)

17 Νάκην: προβάτων δοράν.

[*](Suid.)

18 Νάκην: πόλιϲ περὶ Ἡλιούπολιν· ἐν ᾗ τὰ καλούμενα Ἄφακα. ζήτει περὶ τούτου καὶ ἐν τῷ χ εἰϲ τὸ Χριϲτόδωροϲ.

[*](Δ)

19 Νακώλεια: ὄνομα τόπου. ἰϲτέον δέ, ὅτι κοινῶϲ μὲν τεθήλυνται ἡ [*](Etym. ?) Φρυγιακὴ αὕτη πόλιϲ ἀπὸ Νακώληϲ νύμφηϲ· ἐξ ἦϲ καὶ Νακώλαιον, ἡ αὐτή· ὡϲ ἀπὸ νύμφηϲ νύμφαιον. ἐθνικὸν αὐτῆϲ Νακωλεύϲ, ὡϲ Σελευκεύϲ. εὕρηται δὲ καὶ οὐδετέρωϲ τὰ Νακώλεια.

[*](Etym. ?)

20 Νακώνη: πόλιϲ Σικελίαϲ, κατὰ τὸν Ἐθνικογράφον.

[*](8 cf. H 10 — μοναχόϲ cf. Zon. 1383, H 11 cf. Ambr. 32 12 cf. Ambr. 35; l. — Ps. Herodian. 164 13 ═ P, Ba 305, 26, H cf. sch. ζ 292 (═ Zon. 1387), Ambr. 63, Byz. Zt. 16, 63, 29 14 ═ P, Ba 305, 27 cf. Zon. 1386, H 16 — Ἀριϲτοφάνηϲ Harp. ═ P cf. Ath. 13, 592c; Lys. fr. 245, Ar. fr. 170 ἐν Πλούτῳ (179) sq. cf. Ath. 13, 592c unde Harp. Plen. 17 ═ Σα, P (in ξ 530) cf. Ba 306, 3, H v. νάκεϲι, Ap. S. 114, 31 19 — τόπου ═ Zon. 1386 cf. Ambr. 52 ἰϲτέον sq. Steph. Byz. 20 Steph. Byz.)[*](10 ἰϲτέον sq. ex v. Χριϲτιανοί 14 cf. 305 18 ex v. Χριϲτόδωροϲ)[*](A(GFVM))[*](1 δὲ om. G 3 εἰϲ A, Georg.: εἰϲ τὴν GVM μου pr. om. V καὶ — 4 μου pr. om. V 6 οὖν om. G καὶ ὑπερυψῳ om. A 10 Ναβέται F οἱ om. A 13 ἰϲτέον — 15 Χριϲτιανοί om. AF mg. ArV 13 ἰϲτέον δὲ om. ArV Ῥωμαίων Mcp, v. Χριϲτιανοί 19 παρὰ] π. τὸ F διατρίβεϲθαι ss. ϲαι F 20 Νάιον Bhd. 21 ἐν—23 ἐπιϲημαίνεται om. AFV mg. M 21 ἐν G: ἐν τῷ M 18 om. AF mg. Ar post 23 V 25 ζήτει—26 Χριϲτόδωροϲ om. V 25. 26 περὶ τούτου καὶ om. Ar 19 post 22 G, ordo poscit, mg. M (qui gl. Post 18 delevit) 27 Νακόλεια G. Steph. ἰϲτέον—31 Ἐθνικόγραφον om. AFV 29 δέ om. G 30 Νακώλια M)
435

21 Νάκοϲ: ἔντριχον δέρμα, ἤτοι δορὰ προβάτου. κυρίωϲ δὲ τὸ [*](Σ) τῆϲ αἰγὸϲ δέρμα. καὶ κῴδιον καὶ κῶοϲ κῶαϲ δὲ τὸ τοῦ προβάτου. Ἴώϲηποϲ· ἕρπειν τὰ πολλὰ κελεύϲαϲ τοῖϲ εἰϲιοῦϲι καὶ τὰ νῶτα καλύπτειν [*](Ε) νάκεϲιν, ὡϲ εἰ κατίδοι τιϲ αὐτοὺϲ νύκτωρ, φανταϲίαν παρέχοιεν κυνῶν. ἡ δοτικὴ νάκει. ἡ ἀναλογία, ὡϲ βλάβη, βλάβοϲ· δίψα, δίψοϲ· [*](Δ) νάπη, νάποϲ· οὕτω νάκη, νάκοϲ, ὥϲπερ δέ, φαϲίν, ἡ ἀήτη, καὶ ἀρϲενικὸν ἀήτηϲ, [*](Etym.) ἀήτου· καὶ ἡ ἀράχνη, ἀράχνηϲ, ἀράχνου, οὕτω καὶ ἡ νάκη, ὁ νάκοϲ, τοῦ νάκου τριχῶϲ οὖν ὁ νάκοϲ, ἡ νάκη, τὸ νάκοϲ.

22 Νακοτίλται: οἱ τῶν προβάτων κουρεῖϲ.

[*](Σ)

23 Νᾶμα: ὕδωρ ποτόν. τόποϲ κατάρρυτοϲ ναματιαίοιϲ ὕδαϲι.

[*](Σ Ε)

24 Νάννακοϲ: παλαιὸϲ ἀνὴρ πρὸ Δευκαλίωνοϲ. τοῦτόν φαϲι βαϲιλέα γενέϲθαι πρὸ τοῦ Δευκαλίωνοϲ· ὃϲ προειδὼϲ τὸν μέλλοντα κατακλυϲμόν, ϲυναγαγὼν [*](Suid.) πάνταϲ εἰϲ τὸ ἱερὸν μετὰ δακρύων ἱκέτευε. καὶ παροιμία· ἀπὸ Ναννάκου, ἐπὶ τῶν πάνυ ἀρχαίων.

25 Νάννιον· Ἀπολλόδωροϲ ἐν τῷ Περὶ τῶν ἑταιρῶν Αἷγα λέγεϲθαι [*](Harp.) φηϲὶ ταύτην τὴν ἑταίραν διὰ τὸ Θαλλὸν τὸν κάπηλον καταφαγεῖν· χαίρουϲι γὰρ αἱ αἶγεϲ τῷ θαλλῷ. ἔϲτι δὲ αὐτῆϲ μνήμη καὶ ἐν τῇ κωμῳδίᾳ. Ἀντιφάνηϲ δὲ ὁ νεώτεροϲ ἐν τῷ Περὶ τῶν ἑταιρῶν τὴν Νάννιον φηϲὶ Προϲκήνιον ἐπονομάζεϲθαι διὰ τὸ ἔξωθεν δοκεῖν εὐμορφωτέραν εἶναι.

26 Νάνοϲ: ἐπὶ τῶν μικρῶν, παρὰ Νεοκλείδῃ καὶ Ἀριϲτοτέλει. καὶ ὁ [*](Σ) θεόφραϲτοϲ· ὡϲ νάνον καὶ αἰδοῖον ἔχοντα μέγα. οἱ γοῦν νάνοι μέγα αἰδοῖον ἔχουϲι. Νάννοι λέγονται οἱ κολοβοὶ τῶν ἀνθρώπων. καὶ [*](Ar.) ναννοφυεῖϲ. οἱ δὲ κολοβοὶ τῶν ἵππων ἰννοί. οἱ πλείουϲ τῶν ὕϲτερον γίννουϲ τούτουϲ γράφουϲι. δοκεῖ παρὰ τὸ ἐϲτερῆϲθαι τοῦ ἄνω εἰρῆϲθαι ἡ λέξιϲ· κατακύπτει γὰρ τὰ κυρίωϲ νάνα, καθὰ καὶ τὰ βρέφη, ὦν καὶ μείζω τὰ ἄνω.

[*](Etym.)

27 Ναξία: πόλιϲ. καὶ Ναξία λίθοϲ. ἡ Κρητικὴ ἀκόνη· Νάξοϲ [*](Δ) γὰρ πόλιϲ Κρήτηϲ. ὁ γράψαϲ ὅτι Ναξία πόλιϲ Καρίαϲ, ἧϲ ὁ πολίτηϲ Ναξιεὺϲ [*](Σ) καὶ Ναξιάτηϲ· λέγει καὶ ὅτι πόλιϲ Σικελίαϲ Νάξοϲ. καὶ Κρητικὴ δέ, ἀφ᾿ ἧϲ ἠ Ναξία [*](Etym. ?) λίθοϲ· ἣν εἰ διὰ τοῦ ι γράφεται, κριτικὴ εἰλῆφθαι λέγει, ἀντὶ τοῦ διακρίνουϲα καὶ [*](21 — προβάτου pr. ═ P, Ba 306, 5 cf. Ambr. 58 κυρίωϲ — προβάτου alt. cf. Et. M. 597, 14, H ἕρπειν—κυνῶν Ios. Bell. 3, 192 ἡ ἀναλογία sq. cf. An. Ox. 1, 297, 21, unde Et. M. 597, 17; Eust. O. 1771, 47 22 ═ P, Ba 306, 4, Zon. 1384 cf. H 23 — ποτόν ═ P, Ba 306, 6 cf. Zon. 1387, H 25 Harp. (ex Ath. 13, 587) ═ P; FGr Hist 244, 211, 26 — ἔχουϲι ═ P cf. H, sch. Luc. 228, 18; Aristot. h. a. 6, 777b 27 νάννοι—ἰννοί sch. Ar. Pac. 790 cf. zon. 1384 δοκεῖ sq. cf. Orion 108, 18, unde Et. M. 597, 27 27 — πόλιϲ aliter L, Zon. 1386 Ναξία λίθοϲ — Κρήτηϲ ═ P cf. H, sch. Pind. I 6, 108 ὁ γράψαϲ sq. Steph. Byz.) [*](21 cf. v. K 2208; extr. cf. v. A 3750 24 init. cf. v. τὰ ἀπὸ N.; τοῦτον—ἱκέτευε ex v. τὰ Ναννάκου; ἀπὸ sq. ex v. A 3448 26 Ar. cf. vv. I 385, K 396, ϲφυράδεϲ) [*](2 καὶ — κῶοϲ om. AFV mg. M 5 ἡ ἀναλογία—8 νάκοϲ ex mg. GM A(GFVM) 8 τὸ M; καὶ τὸ G 11 τοῦτόν—14 ἀρχαίων om. AF mg. Νάννακοϲ prae- misso Ar 12 τοῦ om. G 13 ἱκέτευϲε GM καὶ om. V, καὶ παροιμία om. Ar ἀπὸ] τὰ ss. M ἐπὶ sq.] γρ. ἐπὶ τῶν ϲφόδρα παλαιῶν καὶ ἀρχαίων ss. GM ═ v. A 3448 21 Νάννοϲ cett. GVM; γρ. Καὶ δι᾿ ἑνὸϲ νυ ss. M 24 οἱ—28 ἄνω ex mg. GM 24 ὑϲτέρων ed. pr. 25 γύννουϲ Bas. 26 ὦν G: ὡϲ M 28 ὁ pr. —p. 436, 4 ἡδύϲ om. AFV mg. M 28 Καρίαϲ om. G)

436
φανεροῦϲα. καὶ Κυκλὰϲ δὲ νῆϲοϲ ἐπίϲημοϲ ἡ Νάξοϲ. ἢ ἀπό τινοϲ Νάξου, ἢ παρὰ τὸ νάξαι, ὅ ἐϲτι θῦϲαι. φαϲὶ δὲ τὰϲ ἐκεῖ Ναξίαϲ γυναῖκαϲ μόναϲ ὀκτάμηνα τίκτειν κατὰ δωρεὰν Ἥραϲ. καὶ Διόνυϲοϲ δέ, φαϲίν, οὕτωϲ ἐτέχθη. καὶ κρήνη δὲ καθ᾿ Ἡρακλείδην ἐκεῖ, ἐξ ἦϲ οἷνοϲ ῥεῖ μάλα ἡδύϲ.

[*](Ar.)

28 Ναξιουργὴϲ κάνθαροϲ: πλοῖα ἦν οὕτω λεγόμενα κάνθαροι, ἐν Νάξῳ γινόμενα· ὡϲ νῦν ϲίλφαϲ λέγουϲί τινα ἀκατίων εἴδη. Κρατῖνοϲ δὲ λέγει, ὅτι θαλαϲϲοκρατοῦντέϲ ποτε Νάξιοι ἐχρῶντο αὐτοῖϲ τοῖϲ κανθάροιϲ. ἢ οὕτωϲ· τῶν πλοίων τὰϲ εὑρούϲαϲ πόλειϲ τὰϲ ἀρχιτεκτονίαϲ ἐποίουν οἱ πρότεροι ἐπωνύμουϲ· οἷον τοὺϲ νῦν λέμβουϲ Ναξιουργεῖϲ ὠνόμαζον. ἐκ τοῦ αὐτοῦ δὲ εἶναι καὶ Κνιδιουργεῖϲ ἀπὸ Κνίδου, καὶ Κέρκυρα ἀπὸ Κερκύραϲ, καὶ Πάρωνα ἀπὸ Πάρου. ἄντικρυϲ δὲ Μένανδροϲ ἐν Ναυκλήρῳ κάνθαροϲ εἶπε πλοῖον εἶναι. ἔϲτι δὲ καὶ εἶδοϲ ποτηρίου. καὶ ἐν Πειραιεῖ Κανθάρου λιμήν. τρεῖϲ γὰρ λιμένεϲ εἰϲίν, οὗτοϲ ὁ Κανθάρου καὶ τὸ Ἀφροδίϲιον καὶ κύκλῳ πέντε ϲτοαί. ἀπὸ Κανθάρου ἥρωοϲ.

[*](Δ)

29 Ναόϲ.