Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

321 Μαικήναϲ: ὄνομα κύριον. ἐν τῷ ϲυνδείπνῳ τοῦ Μαικήνα [*](Δ) τράπεζα ἐγγώνιοϲ ἦν. ἀντὶ τοῦ οὐ ϲτρογγύλη, οὐδὲ περιφερήϲ. Πλούταρχοϲ. [*](Ε) καὶ ζήτει ἐν τῷ ἐγγώνιοϲ τράπεζα.

322 Μαιμακτηριών: ὁ πέμπτοϲ μὴν παρʼ Ἀθηναίοιϲ. ὁ Ἰαννουάριοϲ. [*](Harp) ὠνομάϲθη δὲ ἀπὸ Διὸϲ Μαιμάκτου. Μαιμάκτηϲ δέ ἐϲτιν ὁ [*](Harp) [*](306 αὕτη sq. Proc. h. a. 1,12 307 — γυναικομανία P, Ba 295, 29 cf. Ap.S. 110, 9, H, sch. Δ in Ω  30 Ἡϲιόδειοϲ —θυγατέρων sch. A (Aristonic.) in Ω 25 εἵνεκα sq. Hesiod. fr. 28 308 ═ H cf. Zon. 1338 309 ═ Synt. Gud. cf Synt Laur. 310 cf. Alex. Aphr. 93, 9—10 311 ═ P cf Et. M. 574, 307, H,sch.B120 312 — ἑκούϲιον ═ P, (praeter πολύ) H cf. Ambr. 238, sch. Ε 374 Μαψιδίωϲ Ambr. 281 cf. Zon. 1338 313 — μάμμη ═ L, Ps. Herodian 83, τρόφοϲ cf. H; gl Hom. καὶ—Ἑρμᾶ Anth 6, 334, 3 314 ποταμὸϲ ═ Ambr. 121 ἔκτανε— ὕδωρ Anth 6,110, 2 Μαιάνδριον sq. ═ Ambr 234, Zon.1335 315 Pisid. fr. 118 317 ═ P, Ba 294,11 318 ═ P, Ba 294,10 319 cf. Ambr. 217 320 ═ Ambr. 206 321 — κύριον ═ L cf. Ambr 65 ἐν—ἦν + Πλούταρχοϲ Aelian. fr. 108 322 praeter ὁ Ἰαννουάριοϲ Harp ═ P cf Bk. 280, 27, Ambr. 72 et 125) [*](310 cf v. Α918 313 cf v. 304 321 cf vv. Ε 157 et l 423) [*](l μάχλοϲ] τοῦ λ εἰϲ χ καὶ τοῦ κ εἰϲ λ μάλχοϲ F 2 μάχλην A 3 πα A(GFVM) ρῴιϲ] πρῶτον G 5 οὖνεκα μαχλοϲύνη ϲτυγερὴ Bhd. 6 ὤλεϲαν ed. pr. 9 τῷ] τὸ G F 14 καὶ— 15 μητρόϲ om. F 17 παρ᾿] παν F πα V 20 νεοτροφοῦϲαν F V γυναῖκαϲ F 22 ἐρευνοῦντεϲ F, Ba (Σα) 27 ἦν om A οὐδὲ περιφερήϲ om. V 29. 30 ὁ Ἰαννουάριοϲ del. Κust.)

340
ἐνθουϲιώδηϲ καὶ ταρακτικόϲ. ἀρχὴν δὲ λαμβάνοντοϲ τοῦ χειμῶνοϲ ἐν τούτῳ τῷ μηνί, ὁ ἀὴρ ταράττεται καὶ μεταβολὴν ἴϲχει.

[*](Harp.)

323 Μαιμάκτηϲ: ὁ ἐνθουϲιώδηϲ καὶ ταρακτικόϲ.

[*](Δ)

324 Μαιμαλίδηϲ.

[*](Σ)

325 Μαιμάϲϲει: ϲφύζει, προθυμεῖ. καταδαπανᾶται, καταναλίϲκεται. [*](Σ) κυματοῦται, πηδᾷ, καχλάζει, κλονεῖται.

[*](Δ)

326 Μαιμάχηϲ.

[*](Hom. + soph.)

327 Μαιμόωϲα καὶ Μαιμῶϲα: ἐνθουϲιῶϲα καὶ ὀξέωϲ ὁρμῶϲα, ἡ τοῦ αἵματοϲ γευϲτικῶϲ ἔχουϲα, τοῦ μ πλεονάζοντοϲ. καὶ Σοφοκλῆϲ ἐπὶ τοῦ διψῶϲαν· καὶ πῶϲ ἐπέϲχε χεῖρα μαιμῶϲαν φόνου; καὶ Anth. δεινὸν μαιμώϲαιϲ ἐγκονέουϲα κυϲί.

[*](Σ)

328 Μαινάδαϲ: μαινομέναϲ, ζητούϲαϲ βακχεύειν, παραφόρουϲ. καὶ [*](Ar.) Αριϲτοφάνηϲ· μιϲῶ τἄνδρ’ ἐκεῖνον, εἰ μὴ μαίνομαι.

[*](Δ)

329 Μαιναλία ἔλαφοϲ. καὶ Μαιναλίων, ὁρμητικῶν. ἐν Ἐπιγράμμαϲι· [*](Anth.) ἄγκεινται κεφαλαὶ Μαιναλίων ἐλάφων.

[*](Δ)

330 Μαίναλοϲ: ὄνομα κύριον.

[*](Σ)

331 Μαἰνάϲ: Βάκχη.

[*](Δ)

332 Μαίνεται: ὀργίζεται.

[*](Δ)

333 Μαινίϲ, μαινίδοϲ: εἶδοϲ ἰχθύοϲ. ἀφύαϲ. καὶ ζήτει ἐν τῷ ἀφύα.

[*](Σ Δ)

334 Μαινόληϲ: μανικόϲ. μαινόμενοϲ.

[*](Δ)

335 Μαίνουροϲ: εἶδοϲ ἰχθύοϲ.

[*](Σ)

336 Μαίνω: ἐνθουϲιωδῶϲ κινοῦμαι.

[*](Δ)

337 Μαιονίδαϲ: ὁ Ὅμηροϲ. εἰ δ’ ἑάλωϲ, ϲυγγνωϲτόν· ἐπεὶ καὶ [*](Anth.) κοίρανοϲ ὕμνων Μαιονίδαϲ γρίφων ἰχθυβόλων ἔθανε. τὰν ἴϲα Μού. ϲαιϲ φθεγξαμέναν κεφαλάν, ὦ ξένε, Μαιονίδεω.

[*](Δ)

338 Μαίονοϲ: ὄνομα κύριον.

[*](323 cf ad 322 324 cf Ambr. 69 325 — προθυμεῖ κυματοῦται sq. ═ P, Ba294,12 cf. sch. Greg. An Ox. 2, 482, 6, Et. M. 574, 326; H ═ Ambr. 254 Ps Herodian. 83 ═ Et. M. 574, 314 Theognost. An. Ox. 2, 10, 5 καταδαπανᾶται, καταναλίϲκεται cf. Et. Gud 326 cf Ambr. 11 ═ Zon. 1327, Theognost. An Ox 2, 10, 6 327 — πλεονάζοντοϲ praeter καὶ Μαιμῶϲα cf. An Ox. 2, 322, 16 sch.(AD) in Ε 661; ἐνθουϲιῶϲα P, Ba 294, 14 cf. Et. M. 574, 324; Ap S.109, 31 H (in Ν 75) μαιμῶϲα Σοφοκλῆϲ — φόνου Soph Ai. 50 c. sch. δεινὸν sq. Anth 6, 268, 4 328— παραφόρουϲ ═ P, Ba 204, 16 μιϲῶ sq. Ar. Th 470 329 ἄγκεινται sq Anth. 6, 112, 2 330 ═ Ambr 32 331 ═ P, Ba 294, 15 cf. H (in Χ 460) 332 cf. H (in Z 101) 333 ἰχθύοϲ cf. Ambr. 163 ═ Ps Herodian. 83 334 — μανικόϲ ═ P, Σa, Ps. Herodian 83 cf. Ba 294, 18 μαινόμενοϲ ═ Ambr. 5 333 ═ P, Ba 294, 20 cf. H (in Ζ132), Et. M. 574, 335 337 εἰ — ἔθανε Anth 7, 213, 7 —8 τὰν sq. Anth 7, 2, 1 —2 338 cf. Ambr. 55 l. ═ Ambr. 93)[*](327 Anth. cf. v. Ε 107 329 cf. v. Α 4564)[*](A(GFVM))[*](323 om G V 324 om F 8 ἡ] ἢ e sch. Gsf. 10 καὶ αὖθιϲ— 11 κυϲί om. F 14, 15 Μαιναδία cett. G VM 15 ἄγκεινται F: ἄγκειται A ἔγκεινται M cf. v. A 4564 ἔγκειται V 18 ὀργίζεται om. A 19 μαινίδοϲ om. sed δ ss. A ἀφύαϲ— ἀφύα om AF; καὶ— ἀφύα om V; Μαινίϲ, μαινίδοϲ, εἶδοϲ ἰχθύοϲ ὡϲ τὸ ϲμαρίϲ, ϲμαρίδοϲ mg. add, Ar cf. Ambr. 334—5 om A 20 μαινόμενοϲ om. V 23 ὁ om. F)
341

339 Μαιοτάλιμνοϲ: ὄνομα τόπου.

340 Μαιόταλμοϲ: ποταμόϲ.

[*](Δ)