Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

662 Λογγῶνοϲ: τοῦ λίθου κλιμένοϲ.

663 Λογχάϲθην: εἶδοϲ ὅπλου. καὶ Λογχαῖοϲ, μετὰ τῆϲ λόγχηϲ.

[*](Δ)

664 Λόγχη: ἕκαϲτον ϲύϲτημα ἑνικῶϲ λέγουϲιν, ὡϲ εἴ τιϲ ἐπὶ πολλῶν [*](soph.) ἵππων εἴποι τὴν ἵππον. Λόγχη οὖν ϲιδήρειον ἀκόντιον.

[*](Δ)

665 Λογχωτόν· ἐν Ἐπιγράμμαϲι· καὶ τὸ δίθυρϲον τοῦτο τὸ λογχωτὸν [*](Anth.) καὶ τὸ περιϲφύριον.

666 Λοεϲϲάμενοϲ: λουϲάμενοϲ.

[*](Hom.)

667 Λοκρὸϲ ὁ Αἴαϲ· οὐχὶ ὁ Σαλαμίνιοϲ. καὶ Λοκρίϲ, πόλιϲ.

[*](Δ)

668 Λοκρῷ ξυνθήματα: παροιμία. τάϲϲεται ἐπὶ τῶν παρακρουομένων.

[*](Σ)

669 Λόλλαι, τῶν Λολλῶν: ὄνομα τόπου.

[*](Δ)

670 Λολλιανόϲ, Ἐφέϲιοϲ, ϲοφιϲτήϲ, μαθητὴϲ Ἰϲαίου τοῦ Ἀϲϲυρίου· [*](Hesy.) γεγονὼϲ ἐπὶ Ἀδριανοῦ τοῦ Καίϲαροϲ. ἔγραψε πολλά.

[*](658 vs. 6 ἀποϲκευή Laert. 7, 56—59 vs. 6 Λόγοϲ— γένῃ Ar. Pac. 146—7 c. sch. ═ Bx. 277, 26 cf. H 659 Laert. 7, 77 660 Harp. ═ P; Dem. 1813 661 cf. Zen. V 6 662 λίθου ═ Ambr. 597 cf. Et. M. 569, 42; gl. com. Kaibel: 30 663 Λογχαῖοϲ sq. cf. L 664 — ἵππον sch. Soph. O C 1311 665 Anth. 6, 172, 1—2 666 sch. α 310 cf. H, Ambr 629 667 Αἴαϲ ═ Ambr. 573 668 ═ P cf. Zen. IV 97, H 670 cf. Philostr. vit. soph. 1, 23)[*](665 cf. vv. Α 2220 et Π 1316)[*](2 δὲ om. A 5 δὲ om. A 6 ἡ om. G V M 9 Λογοτρόποϲ Laert. A (G F V M) 15 ἀντὶ τοῦ om. F κατὰ] ὑπέρ Maussac 661 —2 inverso ord. 20 λίθου κλιμένοϲ A: λιθοκλιμένοϲ G M λίθου ἠλιμμένοϲ F λίθου V, Ambr. λιθολιμένοϲ Hemst; in κλιμένοϲ latere vid. β΄ λιμένοϲ cf. Et. 21 Λογχάδην F 23 ἀκόντιον ϲιδήριον F 27 καὶ Λοκρίϲ πόλιϲ om. A F V 28 ξυνθήματα G F, Phot.: ep. rell ξυνθήματι ed. pr. 31 Ἰϲϲαίου G V M)
282
[*](Σ)

671 Λοξά: ϲκολιά, καμπύλα, οὐκ ἐξ εὐθείαϲ γινόμενα.

[*](Tact.)

672 Λοξὴ φάλαγξ, ἡ τὸ μὲν ἕτερον κέραϲ, ὁπότερον ἂν προῄρηται, πληϲίον τῶν πολεμίων ἔχουϲα καὶ ἐν αὐτῷ τὸν ἀγῶνα ποιουμένη, τὸ δὲ ἕτερον ἐν ἀποϲτάϲει διʼ ὑποϲτολῆϲ ἔχουϲα· δεξιὰ μὲν ἡ τὸ δεξιὸν προβεβλημένη, λαιὰ δὲ ἡ τὸ λαιόν. ἐν Ἐπιγράμμαϲι· [*](Anth.) δερκομένη λοξαῖϲ οἷα Λάκαινα κόραιϲ.

[*](Ar.)

673 Λοξίαϲ: ὁ Ἀπόλλων, ὁ λοξὴν ἴα ἀποπέμπων· λοξῶϲ γὰρ ἐμαντεύετο· Κροῖϲοϲ Ἅλυν διαβὰϲ μεγάλην ἀρχὴν καταλύϲει. ἢ ὁ [*](Ε) λοξὴν πορείαν ποιούμενοϲ. ὁ αὐτὸϲ γάρ ἐϲτι τῷ ἡλίῳ. ϲιγᾶν δὲ χρή, μὴ λοξοῖϲ ἡμᾶϲ ὄμμαϲιν ἰδὼν ὁ φθόνοϲ τραχεῖ βάλῃ λίθῳ, κατὰ Πίνδαρον.

[*](Σ ?)

674 Λοπάϲ: παρὰ Συρακουϲίοιϲ τὸ τήγανον· παρὰ δὲ Θεοπόμπῳ ἡ ϲορόϲ, καὶ παρὰ τοῖϲ κωμικοῖϲ. καλεῖται δὲ οὕτω καὶ ὁ ἐν τῇ Ἑλλάδι [*](Ar.) γινόμενοϲ λίθοϲ. Ἀριϲτοφάνηϲ· ἐγὼ μὲν οὖν ἂν ὀρνίθων γάλα ἀντὶ βίου λάβοιμʼ ἄν, οὗ με νῦν ἀποϲτερεῖϲ. οὐδὲ χαίρω βατίϲιν οὐδʼ ἐγχέλυϲιν, ἀλλ’ ἥδιον ἂν δικίδιον μικρὸν φάγοιμʼ ἂν ἐν λοπάδι πεπνιγμένον.

[*](Δ)

675 Λοπάϲ: ἡ κύθρα.

[*](Σ)

676 Λοπᾶϲι: κλέπταιϲ.

[*](Σ)

677 Λόποϲ: ἡ παρακειμένη ἔξωθεν τοῦ κρομύου λεπίϲ. καὶ πᾶν λέποϲ, φλοιόϲ, δέρμα λεπτόν, ξηρόν.

[*](Σ)

678 Λορδόν: τὸ ὑπόκυρτον. καὶ λορδότατον, τὸ ἀποϲεϲιμωμένον καὶ ἐναντίον τῷ κυρτῷ· ὃ καὶ κυφὸν καλεῖται.

[*](Σ)

679 Λορδόϲ: ἀπεξυλωμένοϲ, ϲυγκεκαμμένοϲ τὸ ϲῶμα.

[*](Ε + Σ)

680 Λορδουμένη· φηϲὶ Προκόπιοϲ περὶ Θεοδώραϲ τῆϲ Ἰουϲτινιανοῦ γαμετῆϲ· ἀποδυϲαμένη ξὺν τοῖϲ μίμοιϲ ἐν μέϲῳ εἱϲτήκει, λορδουμένη τε καὶ τὰ ὀπίϲω ἀποκοντῶϲα. οἷον κεκαμμένη.

[*](Ar.)

681 Λορδουμένων: κινουμένων. ἐπειδὴ οἱ ϲυνουϲιάζοντεϲ κινοῦνται. Ἀριϲτοφάνηϲ· λορδουμένων τε ϲωμάτων ἐπιϲτάτην.

[*](671 ═ P, Ba 292, 8, gl. Dionys. PG 4, 26 672 — vs. 5 λαιόν Tact. 43 δερκομένη sq. Anth 7, 531, 6 673 ἡλίῳ sch. plenior. Ar. Pl. 8 cf. Orion 93, 9 unde Et. M. 569, 46; sch. Luc. 68,11 ϲιγᾶν sq. Aelian. fr. 337; Πίνδαρον. O. 8, 73 674 — λίθοϲ cf. Lex. Cyrill. ms. Hafniensis, H, P vv. λοπὰϲ et λοπάδα, Ath. 6, 229 a b; Theopomp. com. fr. 92 (ι, 755 K.) (falso F Gr Hist 115, fr. 408) ἐγὼ sq. Ar. Vsp. 508—11 675 ═ Ambr. 612, Ps. Herodian. 78 676 ═ P, Ba 292, 9 677 ═ P, Ba 292, 12 (in τ 233) cf. sch. Luc. 228, 27, Erotian. 58, 1 678 ═ P, Ba 292, 14; — ὑπόκυρτον ═ H. λορδότατον sq. ═ Erotian. 58, 8 679 ═ P, Ba 292, 17 cf. H v. λορδόν 680 ἀποδυϲαμένη — ἀποκοντῶϲα Proc. h. a. 9, 23. κεκαμμένη cf. ad 679 681 Ar. Eccl. 10 c. sch.)[*](672 cf. post litt. Ψ 674 cf. v. Ο 818)[*](2 ἕτερον κέραϲ A, post litt. Ψ: κέραϲ ἕτερον rell. 2. 3 προείρηται GVM, A(G FVM) v. l. post litt. Ψ 7 ἴα] ἴαν sch. Et. 8 Κροῖϲοϲ — 17 πεπνιγμένον om. F 10 ὄμμαϲιν ἰδὼν A: ἰδὼν ὄ. GVM βάλῃ ed. pr.: βάλει omnes 12 Θεοπόμπῳ] ἐν Ἀδμήτῳ add. Cyr. 13, 14 Ἑλλάδι] ἀλλάδη Cyr.; voc. corrupt. 18 χύτρα ed. pr., Ambr. 20 κρομμύου G, Phot. 21 φλοόϲ A 23 καὶ pr. om GM 24 ϲυγκεκυμμένοϲ F ad 678 ϲτίχ ⟨οϲ⟩· λόρδωμα καὶ κύφωμα ταὐτόν τι λἑγω mg. add. Ar 26 ἐν A: ἐν τοῖϲ GVM)