Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

2238 Ἐπιβολή. ἔννοια καὶ ἐπιχείρηϲιϲ. ἐπὶ θεωρημάτων γεωμετρικῶν. [*](Σ) ἐπὶ δὲ Ἰουϲτινιανοῦ τὸ τῆϲ ἐπιβολῆϲ ὄνομα ὄλεθροϲ ἦν [*](Ε) ἀπρόοπτοϲ ἐξαπιναίωϲ τοῖϲ τὰ χωρία κεκτημένοιϲ ἐπιγινόμενοϲ πρόρριζόν τε αὐτοῖϲ ἐκτρίβων τὴν τοῦ βίου ἐλπίδα. χωρίων γὰρ τέλοϲ τῶν ἐρήμων τε καὶ ἀπόρων γεγενημένων, ὧν δὴ τοῖϲ τε κυρίοιϲ καὶ τοῖϲ γεωργοῖϲ ἥδῃ τετύχηκεν ἀπολωλέναι τὴν γῆν πατρῴαν ἀπολιποῦϲιν ἢ τοὺϲ ἐγκειμένουϲ ϲφίϲι διὰ ταῦτα κακοὺϲ κρύπτεϲθαι, οὐκ ἀπηξίουν φέρειν τοῖϲ οὕπω διεφθαρμένοιϲ παντάπαϲι. καὶ τοῦτο ἐκάλουν [*](Σ) [*](2226 cf. Synt Laur. 2228 γενικῇ cf Synt. Laur. et Gud ἐπιβῆναι cf. Lex. alu. 624, 48 ═ Et. M. 357, 44, Et. Gud. χωρίων sq. Proc. Bell. 8, 24, 11 ═ EL 110, 5h—6 2231 Harp ═ Et. Gen., Et. M. 357, 41 2232 ═ An. Ox. 4, 292, 18 2243 οὑτοι sq. Dam. fr. 51 2235 — μοχλόϲ L., H cf. Ap. S 72, 17; ech. 42 453 ═ Et. M. 358, 2 (alitr Anμbr. 1335) οἱ sq. Harp. Lex. Rhet. ap. Et. Gen. cf Et M. 358, 6 2236 ═ Ambr. 1355 cf H 2237 ἀπῆγε Thuc. 5, 65, 3 Ἐπιβοώμενοϲ sq. cf. H 2238 —ἐπιχείρηϲιϲ Ba 228, 31 ἐπὶ δὲ—παντάπαϲι Proc. h. a. 23, 15—6) [*](2228 Z 835. Proc cf v. οὐ δέον 2233 cf. 2744 2237 Z 818. ἐπικιιλού- μενοϲ cf. 2246, 2248 2238 cf. 2020. Z 800) [*](2227 om. T F V mg. A 2230 om. V 2231 —2 om. T 12 γενικῇ om. F V A(GITVM) 14 ἐγίνοντο F 20 δοκόϲ] vitium latere putat Bhd. 22 αὐτῷ Thuc 23 τι] τϲ F ἐπηγε F 28 γὰρ] τε γὰρ GIM 31 ἀπηξίου GIM 32 ούπω] οὕτω A)

350
ἐπιβολὴν καὶ ἐπιβάλλειν, ὡϲ ὁριζομένη ζημία τοῖϲ ἁλοῦϲιν ἐξημαρτηκέναι περὶ ὀρφανοὺϲ ἐπιτρόποιϲ ἢ καὶ ἄλλοιϲ τιϲὶ τῶν τὰ δημόϲια μὴ καλῶϲ διοικηϲάντων ἢ τοῖϲ κατέχουϲι τὰ ἀλλότρια καὶ μὴ εἰϲ ἐμφανὲϲ καθιϲτᾶϲιν. ἦν οἱ ἄρχοντεϲ ζημίαν ὁρίζουϲιν ἐπιβολὴ καλεῖται, καὶ τὸ ῥῆμα ἐπιβάλλειν.

[*](Δ)

2239 Ἐπιβολή: καὶ ἡ ἐγχείρηϲιϲ, ἡ προκάταρξιϲ. Πολύβιοϲ· ἔϲτι [*](Ε) μὲν γὰρ ὅτε καὶ ταὐτόματον ἀντέπραξε ταῖϲ ἐπιβολαῖϲ τῶν ἀγαθῶν ἀνδρῶν, ἔϲτι δ’ ὅτε πάλιν, κατὰ τὴν παροιμίαν, ἐϲθλὸϲ ἐὼν ἄλλου κρείττονοϲ ἀντέτυχε. τοῦτο δέ φαϲι περὶ Ὕλλου τοῦ Ἡρακλείδου καὶ Εὐχέμου τοῦ Αἰγεάτου.

[*](Harp.)

2240 Ἐπιβολή: παρὰ τοῖϲ ῥήτορϲιν ἡ ζημία. καὶ Ἀριϲτοφάνηϲ· [*](Ar.) ταύτηϲ ἐπιβολὴν ψηφιεῖ μίαν μόνην.

[*](Δ Σ)

2241 Ἐπίβολοϲ. Ἐπιβολή, ἡ εἰϲφορά. ὅτι Αγάπιοϲ φιλόϲοφοϲ [*](Suid.) ἐθαυμάζετο ἐπὶ φιλομαθείᾳ καὶ ἀποριῶν προβολῇ δυϲεπιβόλων. ὁ δὲ Σκιπίων ἀποκρίνεται μηδαμῶϲ εἶναι Ῥωμαίοιϲ ἔννομον ἐν ἐπαίνῳ ποιεῖϲθαι τὰϲ κατὰ τῶν ϲτρατηγῶν τοῖϲ ἀρχομένοιϲ ἐπιχειρουμέναϲ ἐπιβουλάϲ.

[*](Δ)

2242 Ἐπίβοον: ἡ ἐκ τοῦ βοὸϲ θυϲία.

[*](Δ Synt.)

2243 Ἐπιβουλὴ καὶ Ἐπίβουλοϲ. καὶ Ἐπιβουλεύω ϲοι· δοτικῇ.

[*](Δ)

2244 Ἐπιβώμιον: τὸ εἰϲ τὸν βωμόν.

2245 Ἐπιβοῶμαι· αἰτιατικῇ. τὴν πεῖραν μάρτυρα καὶ κανόνα τῶν ἐμῶν λόγων ἐπιβοῶμαι.

[*](EL)

2246 Ἐπιβοώμενοι: ἐπικαλούμενοι μάρτυραϲ. τὰϲ ἑαυτῶν κεφαλὰϲ τύπτοντεϲ καὶ τὰϲ χεῖραϲ ἐπανατείνοντεϲ καὶ τοὺϲ θεοὺϲ ἐπιβοώμενοι.

[*](Synt.)

2247 Ἐπιβοῶμαι ϲε. τὸν Χριϲτὸν ἐπεβοᾶτο.

[*](Δ)

2248 Ἐπιβωϲάμενοϲ: ἐπιβοηϲάμενοϲ, ἐπικαλεϲάμενοϲ.

[*](Δ)

2249 Ἐπιβωϲόμεθα.

[*](Σ)

2250 Ἐπιβρίθων: ἐπιβαρῶν. καὶ Ἐπιβρίϲει, ἐπιβαρήϲει.

2251 Ἐπιβρίϲηϲιν ὀδόνταϲ: παρ᾿ ὅϲον οἱ θυμούμενοι τρίζουϲι τοὺϲ ὀδόνταϲ.

[*](2238 vs. 1 ἐπιβολὴν sq. cf. Bk. 254, 24, Et. M. 357, 50, sch. Ar. Vsp. 769 2239 l. ═ Ambr. 1449 ἔϲτι μὲν sq. Polyb.15,16, 6 cf. PLG 3, p. 690, Philol. 48, 180 2240 — ζημία Harp. cf. An Ox. 2, 494, 28, H ταύτηϲ sq. Ar. Vsp. 769 2241 ἐπιβολή, ἡ εἰϲφορά Tim. 2242 cf Ambr. 1519 2243 Ἐπιβουλὴ ═ Ambr. 1450. Ἐπίβουλοϲ Ambr. 1338b Ἐπιβουλεύω sq. cf. Svnt Gud. et Laur. 2244 l. cf Ambr. 1537 2245 — αἰτιατικῇ ═ Synt Gud. cf. Synt. Laur. τὴν sq. Artem. 2, 70, p. 167, 18 —9 2246 τὰϲ ἐαυτῶν sq. Diod 32, 6, 4 ═ EL 405, 5 —8 2248 cf H, Ambr. 1590 2240 463 2250 ἐπιβαρῶν ═ Σa, H, Ba 228, 32. Ἐπιβρίϲει sq. ═ Σa, Ba 228, 33, H cf. sch E 91, Ambr 1664)[*](2289 cf. 3141 et 3821 2240 Z 800 2241 ὅτι —δυϲεπιβόλων ex v. Α 157 cf. v. Δ 1618. ὁ sq. ex v. B 306 2242 Z 800 2246 cf. 2237. Z 835. 2247 hinc 2022 2248 cf 2237 2249 — 51 Z 835 6)[*](A(GITFVAM))[*]( 1 ωϲ] ἡ Κnst 4 καθιϲτῶϲι GIVM 10 Ἐχέμου coll Paus. Per. 8, 45, 3 Hemst Τεγεάτου Wolf Port. 2241 om. T. 13 Ἐπήβολοϲ V Ἐπιβολή] nov. gl. V ὅτι —14 δυϲεπιβόλων om. FV mg. M post gl. GI 14 ὁ— 16 ἐπιβουλάϲ om FV 16 ἐπιβολάϲ Gl 17 θυϲία] οὐϲία GIT 18 καὶ alt.—δοτικῇ om. FV 2244 extra ord. 20 καὶ—22 μάγιτυραϲ om. A 22 μάρτυραϲ GIFM: μάντ V 2247 ex GIM; Ἐπιβοῶμαί ϲε· ἀντὶ τοῦ παρα- καλῶ ϲε ἢ ἐπικαλοῦμαι m rec. in mg. A)
351

2252 Ἐπιβρόντητοϲ: ὁ ἐμβρόντητοϲ. Σοφοκλῆϲ· ὡϲ ὁ ϲτρατηγὸϲ [*](Soph.) οὑ᾿πιβρόντητοϲ μολών.

2253 Ἐπιβρέχω· δοτικῇ.

[*]( Synt.)

2254 Ἐπίβοιον· ὅταν τιϲ τῆ Ἀθηνᾷ ἔθυε βοῦν, ἔθυε καὶ τῇ Πανδώρᾳ [*](Harp.) ὄϊν μετὰ βοόϲ· καὶ ἐκαλεῖτο τὸ θῦμα ἐπίβοιον.

2255 Ἐπὶ βύρϲηϲ ἐκαθέζετο: τοῦτο παρὰ Σκύθαιϲ ἐτελεῖτο. [*](Prov.) ἐπειδάν τιϲ ἠδικεῖτο πρὸϲ ἑτέρου, ἀμύναϲθαι δὲ βουλόμενοϲ ἑαυτὸν οὐκ ἀξιόμαχον μόνον ᾤετο, βοῦν ἱερεύϲαϲ, τὰ μὲν κρέα κατακόψαϲ ἥψει, αὐτὸϲ δὲ ἐκπετάϲαϲ χαμαὶ τὴν βύρϲαν ἐκάθητο ἐπ’ αὐτῆϲ εἰϲ τοὐπίϲω παραγαγὼν τὼ χεῖρε. καὶ τοῦτό ἐϲτι Σκύθαιϲ ἡ μεγίϲτη ἱκετηρία. τῶν δὲ κρεῶν τοῦ βοὸϲ ὁ βουλόμενοϲ μοῖραν λαμβάνων καὶ ἐπιβαίνων τῇ βύρϲῃ τὸν δεξιὸν πόδα ὑπιϲχνεῖται κατὰ δύναμιν ἕκαϲτοϲ ϲυμμαχήϲειν. καὶ ἔϲτιν αὐτοῖϲ τοῦτο ὅρκων ὁ βεβαιότατοϲ.

2256 Ἐπιβύϲαντεϲ: ἐπικαλύψαντεϲ, ϲκεπάϲαντεϲ. Προκόπιοϲ· ἐπίβύϲαντεϲ [*](Ε) τοὺϲ ῥωχμοὺϲ χώματι τὸ ὕδωρ μετοχετεύουϲι. καὶ Ἀκρόβυϲτοϲ, ὁ τὸ ἄκρον βεβυϲμένον ἔχων.

2257 Ἐπιβύϲαϲ: ἐμπλήϲαϲ, γεμίϲαϲ. ὡϲ Ὁμηροϲ· νήματοϲ ἀϲκητοῖο [*](Ar.) βεβυϲμένον. Ἀριϲτοφάνηϲ Πλούτῳ· τὸ ϲτόμʼ ἐπιβύϲαϲ κέρμαϲι τῶν ῥητόρων.