Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Δ)

1679 Δύϲωρον: ὄνομα ὄρουϲ.

[*](Σ)

1680 Δυϲπάλαιϲτοϲ: δυϲκαταγώνιϲτοϲ. οὕτωϲ Εὐριπίδηϲ. καὶ [*](Δ) Δυϲπαλέϲ, δυϲχερέϲ, δυϲκαταγώνιϲτον.

[*](Σ)

1681 Δύϲπαρι: ἐπὶ κακῷ ὠνομαϲμένε, οἷον ζήϲαϲ ὡϲ Πάριϲ, δυϲώνυμε.

[*](Δ)

1682 Δυϲπάριτον: δυϲπόρευτον. Ξενοφῶν· ἐρωτώμενοϲ δ’ εἰ [*](Σ+Ε) εἴη δυϲπάριτόν τι χωρίον. τὸ ἄβατον.

[*](Σ)

1683 Δυϲπέμφελον: δυϲτάραχον.

[*](Σ)

1684 Δυϲπαίπαλοϲ: τραχεῖα.

[*](1670 ═ Ba 203, 20, H cf. Ambr. 1141 1671═ Ba 203, 21 cf. H 1672 πνοή aliter Ambr. 1122 δυϲωδίαν sq. Astramps 1673 ═ cf. 204, 4, H (Ludw. 16, 10) cf. sch. Z 255 1674— ὑπονοίαϲ cf. Ba 200, 4, Lex. rhet. in Et. M. 292, 51 et in Et. Gen., Phot. Amphil. Herm.. 26, 254 (cf Reitzenstein Gesch. Et. 300, 3), Ael. D. fr. 137a.. H, Moer.194, 22, Bk. 234, 23;— ἔχειν Tim. cf sch. Pl.. Leg. 933a ὀρῶν— ὑφορώμενον Aelian. fr 182, Iambl. attr. Bruhn, Rh. Mus. 45, 280 ἔνιοι sq. ═ Et. M. 202, 56, Et. Gen., Ba. 200, 5 cf. Phot. Amphil. Herm. 26, 254, Ael. D. fr. 137 1675 ═ Ambr. 1119 1676 Harp. cf. Bk. 234, 23; Dem 9, 65; Xen. Mem. 2, 1, 4 1677 l. ═ Ambr. 1164 αἰτιατικῇ═ An. Ox. 4, 291, 5, Synt. Laur. παρακαλῶ cf. ad 1674 τοὺϲ sq. los. Bell. 5, 333 1678 ═ Ambr. 1153, sch. Κ 183, Et. Gen., Et. M. 292, 49, H cf. Ap S.60, 26 1679 cf. L 1680 — δυϲκαταγώνιϲτοϲ cf. H; Eur. Suppl. 1118 Δυϲπαλέϲ, δυϲχερέϲ ═ H 1681 ═ Et. Gen) Et. M. 292, 29, Σa, Ba 203, 24 cf. H, sch. Γ 39, Ap. S. 60, 31 1682 Ξενοφῶν (An. 4, 1, 25) + τὸ ἄΒατον ═ Et. Gen., Et. M. 292, 30 1683 ═ Ba 203, 23, H 1684 ═ Ha 203, 22)[*](1672 hinc v. πνοή, cf. v. ὀϲμή 1673 Z 570 1677 los. cf. v. Ε 1799 1682 Z 582 cf. 578 1684 Z 581)[*](A(GITFVM))[*]( 1670—1 om. GIT 7 ὁρῶ GIT 8 ἐπὶ pr.] ὑπὁ T ἔτι Wassius et Schweigh. 9 δυϲωποῦντοϲ Bhd. 21 δυϲχερέϲ] καὶ δυϲχερέϲ A 25 τι AF M τε V όν I om. GT 1684 om. GIT; extri ordinem; Δυϲπέπαλοϲ Zon.)
153

1685 Δυϲπετήϲ: δυϲχερήϲ.

[*](Σ)

1686 Δυϲπετοῦντα: κακῶϲ πάϲχοντα.

[*](Δ?)

1687 Δυϲπειθὴϲ καὶ Δυϲπείθεια.

[*]( Δ)

1688 Δυϲπινῆ: τὰ ἐρρυπωμένα, τὰ ῥυπαρά. πίνοϲ γὰρ ὁ ῥύποϲ. [*]() Ἀριϲτοφάνηϲ· ἀλλ’ ἤδη τὰ δυϲπινῆ θέλειϲ πεπλώματα; καὶ αὖθιϲ· εἶτ᾿ ἔδυϲε δυϲπινεῖϲ ϲτολάϲ.

[*](Soph.)

1689 Δυϲπλῆτιϲ.

[*](Δ)

1690 Δυϲπόριϲτον: δυϲεύρετον.

[*](Σ)

1691 Δυϲποτμότερον: ἀθλιώτερον. καὶ Δυϲποτμία Οἰδἱποδοϲ, [*](Δ) ἡ δυϲτυχία. καὶ Πολύβιοϲ· ἐϲ παραπληϲίαν διάθεϲιν ἦλθον [*](Ε) τοῖϲ ἐν ταῖϲ πολυχρονίαιϲ ἀρρωϲτίαιϲ δυϲποτμοῦϲι.

1692 Δυϲπρόϲιτα: δυϲχερῆ ἐγγιϲθῆναι.

[*](Σ)

1693 Δυϲπροϲπέλαϲτοϲ.

[*](Δ)

1694 Δυϲριγότεροϲ: ὁ φρικωδέϲτατοϲ.

[*](Δ)

1695 Δυϲτέκμαρτον: δυϲκατέργαϲτον, δυϲζήτητον, δυϲεύρετον, [*](Soph.) δυϲκατάληπτον. ποῦ δ’ εὑρεθήϲεται ἴχνοϲ παλαιᾶϲ δυϲτέκμαρτον αἰτίαϲ; καὶ Δυϲτεκμαρτότερον, δυϲκαταληπτότερον.

[*](Σ)

1696 Δύϲτηνοϲ: ταλαίπωροϲ, δυϲτυχήϲ, ἄθλιοϲ. τάττεται δὲ [*](Σ) παρὰ Σοφοκλεῖ δυϲτηνοτάτη ἐπὶ τοῦ ἐξωλεϲτάτη, οὐκ ἐπὶ τοῦ οἴκτου, [*](Soph.) ἐν οἷϲ φηϲιν· ἰὼ παῖ δυϲτανοτάταϲ Ἠλέκτρα μητρόϲ. οὐ γάρ ἐϲτιν νῦν ἐπὶ οἴκτου.

1697 Δύϲτηνοϲ: ἐπὶ τοῦ ἀθλίου παρὰ Σοφοκλεῖ· τῇ τε δυϲτήνῳ [*](Soph.) τροφῷ. ἦπου τάλαινα τήνδ’ ὅταν κλύῃ φάτιν, ἥϲει μέγαν κωκυτὸν ἐν πάϲη πόλει.

1698 Δυϲτόπαϲτοϲ: κακοϋπονόητοϲ. παρὰ τὸ τοπάζω.

[*](Σ)