Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Σ)

1519 Δρέπεται: θερίζεται, τρυγᾶται, ἀπανθίζεται. ἐφ᾿ ἧϲ μνη [*](1510 cf. Synt. Gud. p. 590 1511 Ar. Av. 54 1512 Eunap. fr. 108 FHG 4, 56 (═ Dam. fr. 28) 1513 l. ═ L 1514 cf. Ba 201, 26 ═ Ambr. 986 H; gl. Dionys. PG 4, 25 1615 ═ Et. M 288, 15, Et Gen cf H v. δρυαχαγρνεῦ; fr. com. ad. 75 1516 vs. 14 δραχμὴ ι΄ cf. H vs. 15 ἓξ ὀβόλων cf. Et. M 287, 20 εἰϲ— τάττεϲθαι Ar. Pac. 374 c sch. 1517, F GrHist 151, 12 (fragm. Sabb.) 1518— ξιφηφόροϲ ═ Ba 201, 24 cf. H, aliter Ambr. 984 vs 27 τὰ sq Xen. An. 1, 8, 10 1519— ἀπανθίζεται ═ Ba 201, 25 cf. Et. M 287, 30, H ἐφ᾿ sq Anth 7, 218, 5—7) [*](1513 Z 568 1515 hinc v. A 359 extr.; cf. v. Θ 579 et v ποταμόϲ 1516 Ar. cf. v. μυηθῆναι. vs. 18 καὶ—19 ἄγγελοϲ ex v. A 3729 1519 Z 573 Anth cf. v. Κυθέρεια) [*](A(GITFVM))[*]( 1 αἰτιατικῇ A: γενικῇ IM cf. Synt Gud.; δρᾶϲαι add. l cf. 1507 6 ὅμωϲ Ὅμηροϲ FV 15 Δραχμή] nov. gl GIT 18 καὶ— 19 ἄγγελιοϲ ex Amg M καὶ παροιμία ex A τεγγάρων A cf. v. A 3720 1517 om. GTFV mg. l post 1506 add. post 1518 ζήτει ἄνωθεν δρεπανηφόρα τέθριππα A 20 ῆν— 25 ἀνῃροῦντο om. l Ἀλεξάνδρου MB: Ἀλεξάνδρῳ A 21 τὸν τρόπον τοῦτον A fragm. Sabb.: τῷδε τῷ τρόπῳ MB τῶν τροχῶν ἤϲαν om. lac. A, τοῖϲ τροχοῖϲ αὐτῶν fragm. Sabb. 23 ἀναιρεῖϲθαι MB: αἱρεῖϲθαι A διαλύεϲθαι fragm Sabb. οἰκτρῶϲ—25 ἀνῃροῦντο om. in lac. A)

141
ϲτῆρεϲ ἀγαυοὶ πλείονεϲ ἢ νύμφηϲ εἵνεκα Τυνδαρίδοϲ, δρεπτόμενοι [*](Anth.) χάριτάϲ τε καὶ ὠνητὴν ἀφροδίτην.

1520 Δρέπομαι· γενικῇ· τῶν αὐτῶν ϲοι λόγων ἐδρεψάμην κἀγώ. αἰτιατικῇ [*](Synt.) ὁέ· πονηρὸν πονηρᾶϲ δόξηϲ καρπὸν δρεπόμενοϲ. καί, τὰ κάλλιϲτα δρεπόμενοϲ τῆϲ φιλίαϲ ἄνθη.

1521 Δρέπου: τρύγα. Ἡρόδοτοϲ· τῶν δένδρων τὸν φλοιὸν [*](Σ) περιλέποντεϲ καὶ τὰ φύλλα καταδρέποντεϲ ἤϲθιον,

1522 Δρεφθῆναι: ἀποδρεπανιϲθῆναι.

[*](E)

1523 Δρῆϲοϲ: ὄνομα κύριον. καὶ ὄνομα ποταμοῦ.

[*](Δ)

1524 Δρηϲμόϲ.

[*](Δ)

1525 Δρῆϲται: οἱ οἰκέται.

[*](Δ)

1526 Δρηϲτοϲύνη.

[*](Δ)

1527 Δριμέα: τὰ δριμύτατα. καὶ Δριμεῖα, ἡ δριμυτάτη.

[*]( Δ)

1528 Δριξίπαροϲ: πόλιϲ τῆϲ Θρᾴκηϲ.

1529 Δριμώ: μία τῶν Ἀλκυονίδων. καὶ ζήτει ἐν τῷ Ἀλκυονίδεϲ.

[*](Suid.)

1530 Δρὶοϲ: ϲύνδενδροϲ τόποϲ. οὐκέτ᾿ ἀν᾿ ὑλῆεν δριὸϲ εὔϲκιον, [*](Δ) ἀγρότα πέρδιξ, ἠχήϲειϲ ἀνεὶϲ γῆρυν ἀπὸ ϲτόματοϲ.

[*](Anth.)

1531 Δρογγίλων: χωρίον Θρᾳκικόν.

[*](Harp.)

1532 Δρομαῖοϲ: ἐπιρρηματικῶϲ ἐπὶ ἑνικοῦ, Δρομαίωϲ δὲ ἐπιρρηματικῶϲ, [*](Δ) πληθυντικῶϲ· ὡϲ τό, δρομαίωϲ ἦλθον οἱ ἄνδρεϲ. δρομαῖοϲ δὲ ἦλθεν ὁ ἀνήρ. Δρομεὺϲ δέ, δρομέωϲ.

1533 Δρομοκήρυκεϲ: οἱ ἀγγελιαφόροι παρὰ Δίωνι.

1534 Δρομιχαίτηϲ: ὄνομα κύριον. ὁ βαϲιλεὺϲ τῶν Ὀδρυϲϲῶν.

[*](Suid)

1535 Δρόμοιϲ: τοῖϲ γυμναϲίοιϲ κατὰ Κρῆταϲ. δρόμῳ δ᾿ ἰϲῶϲαι [*](Σ?) τῇ φύϲει τὰ πράγματα νίκηϲ ἔχων ἐξῆλθε πάντιμον γέραϲ. περὶ [*](Soph.) Ὀρέϲτου φηϲίν. οἷον οὐκ ἐλλείπων κατὰ τὰ τέρματα, ἀλλ᾿ ἴϲοϲ φανεὶϲ τοῖϲ τέρμαϲιν. ἀντὶ τοῦ ἴϲοϲ καὶ τεθαυμαϲμένοϲ ἐν τῷ [*](1520 cf. Synt. Gud. p. 590; — γενικῇ ═ Synt. Laur., Bk. 135, 16 1521 — τρύγα ═ Ba 201, 26 cf. H, Et. M. 287, 30, Ambr 1034 τῶν sq. Hdt. 8, 115, 2 1522 ═ Ba 201, 27 1523 κύριον ═ Ambr. 998, ῥητορικόν ap. Et. Gen., Et. M 287, 40 1524 ═ Ambr. 991 1526 ═ L cf. Ambr. 1013 1527 ═ Ambr. 1023—4 cf. Ps. Herodian. 23 1530 τόποϲ cf. sch. ξ 353, H v. δρία, aliter Ambr. 1027 et 1029 οὐκέτ᾿ sq. Anth. 7, 203, 1 —2 1531 Harp. ═ H cf. Steph. Byz. 1532 cf. L; vs. 20 δρομαίωϲ—21 ἀνήρ ═ Ambr. 9812 cf. 1039 Δρομεὺϲ sq. cf. Ambr. 982 1533 Δίωνι Cass. D. 78, 35 cf. vol. I p. 245 1535 vs. 24 δρόμῳ —p. 142, 3 ἔργῳ Soph. El. 686 —7 c. sch.) [*](1522 Z 573 1523 Z 568 4525 Z 568 1527 Z 571 1529 ex v. A 1298 1530 cf. 1544 1531 Z 570 4533 Z 568 1534 ex v. A 1862 1535 Z 568.) [*](1 ἀγαυοὶ V, v. Κυθέρεια: ἀγανοὶ rell. πλεῖον Gl δρεπτόμενοι AF Anth.: A(GITFVM) δρεπόμενοι rell. 1520 om. TFV post 1521 G post 1522 l 7 περιβλέποντεϲ GIVM 1523—4 inverso ord 13 δριμυτάτη] δριμύτηϲ V 1528 om. TFV mg A 14 Δριζίπαροϲ A cf. P-W 5, 1741, 58 sqq. 1529 om. FV mg. A non nov. gl. M 15 καὶ—Ἀκυονίδεϲ om T καὶ om. GI 17 γήρουν A 18 Δρογγίλον TM Hes Steph. cf. Harp. 10 ἐπιρρηματικῶϲ pr. GF: ἐπιρρηματικὸν lM ep. AV om. T 20 δρομαίωϲ| δρομαῖοϲ A 21 δρομέωϲ] δρομαίωϲ AFV 1534 om. FV extra ord. 25 πράγματα τέρματα m. rec. in A, F Soph. 27 καὶ—p. 142, 1 Θαυμαϲτὸϲ om. A τεθαυμαϲμένωϲ V)

142
ἀγωνίϲματι ὡϲ ἐπὶ τῇ μορφῇ· τουτέϲτιν ὡϲ θαυμαϲτὸϲ ἐπὶ τῇ μορφῇ, οὕτω καὶ ἐπὶ τῷ ἔργῳ ἐφάνηϲ, ὡϲ ἐπὶ τῷ εἴδει οὕτω καὶ ἐπὶ τῷ on. ἔργῳ. λύϲιϲ ὀνείρων· ἀργῶϲ κινεῖϲθαι δυϲτυχεῖϲ ποιεῖ τρίβουϲ. τρέχειν καθ᾿ ὕπνουϲ εὐϲθενεῖϲ ποιεῖ τύχαϲ.

[*](Σ)

1536 Δρώμενα: πραττόμενα, ἐνεργούμενα. καὶ Δρωμένων, [*](Δ) πραττομένων.

[*](Ar.)

1537 Δρώντων, ἀντὶ τοῦ δράτωϲαν. χρήϲθων, ἀντὶ τοῦ χρήϲθω ϲαν. Ἀττικῶν δέ ἐϲτιν ἡ ϲύνταξιϲ, ὥϲπερ ποιούντων ἐκεῖνοι, ἀντὶ τοῦ ποιείτωϲαν, φρονούντων, ἀντὶ τοῦ φρονείτωϲαν, καὶ νοούντων, νοείτωϲαν.

[*](Δ)

1538 Δρωπακίζω: ϲυνάγω, τρυγῶ. Δρωπὰ γὰρ τὰ δρεπτά, τὰ δρέπανα. Δρωπακίζειν, παῤ ἡμῖν τὸ μετ᾿ ἀλοιφῆϲ τινοϲ χρίεϲθαι τὸ ϲῶμα πρὸϲ ψίλωϲιν τῶν τῆϲ ϲαρκὸϲ τριχῶν καὶ μερικήν τινα κένωϲιν τιῶν ταύτῃ προϲγινομένων αἰτιῶν, ἀπὸ τοῦ μυζᾶν αὐτάϲ.