Suidae lexicon
Suda
Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935
1459 Δωριεὺϲ καὶ Δωριεῖϲ.
[*](1447 Πελαϲγίᾳ ═ Ba 204, 8; — πόλιϲ ═ Ambr. 1204 vs. 6 αἱ sq. sch. Greg. Cat. Bodl. p. 47 1448 — κύριον ═ Ambr. 1178 1449 οἶκοϲ cf. H et ad 1437. Δωμάτιον sq. ═ Ba 204, 9 cf. H 1450 gl. Rom. 1451 — βαϲιλῆαϲ Paroem. ed. Gsf. 34, n. 330; Hesiod. fr. 272; Pl. Rep. 3, 390e. 1452 δμρεαὶ—vs. 18 πλοῦτον Philostr. vit. soph. 2, 10, 3 vs. 19 δῶρα sq. sch. Ar. Av. 510 1453 Alex. Aphr. 340, 26—7 1456 Soph. OT 382—6 c. sch. 384 1457 ═ L cf. Ambr. 1173 1458 ═ Paus. Att. fr. 140 ap. Eust. l. 975, 37 cf. Orus ap. Et. M. 293, 40 1459 Δωριεύϲ cf. Ps. Herodian 23, Δωριεὶϲ ═ Ambr. 1190)[*](1447 sch. B roc. in Π 233 1448 Z 587 1449 cf. 1437 1450 Z 588 1453 hinc v. A 2027, Z 587 1454 Z 587 1455 Z 590 1456 Z 589. Soph. cf. v χειρίζω 1457 Z 587 1458 Z 590)[*](3 ἔχουϲα A 8 καὶ 5 FV 15 ϲιτίϲειϲ FVM of. Philostr. 18 οὖν] A(GITFVM) ὁ ἦν A 25 ἡμῖν GIFM 26 εἰϲεχείρηϲε AIV)1461 Δώριοϲ: αὔληϲιϲ μουϲική, ὥϲπερ καὶ Λύδιοϲ καὶ Φρύγιοϲ. τὴν δὲ τροφὴν ἐκληρώϲατο μετρίαν τινὰ καὶ ἄθρυπτον, οὔτε κακουργοῦϲαν διὰ πενίαν οὔτε διὰ πλοῦτον βλακεύουϲαν, ἀλλά μέϲην καὶ μουϲική, τὸν Δώριον τρόπον τῆϲ τύχηϲ ἀληθῶϲ ἡρμοϲμένην. καὶ παροιμία· Ἀπὸ Δωρίου ἐπὶ Φρύγιον. οὐ φανοῦμαι ϲτρογγύλων λογάρια, αὐτὰϲ δὲ τὰϲ φάϲειϲ τῶν νοημάτων εἰϲ μέϲον τιθέμενοϲ, μόνον εἰ τῆϲ γλώττηϲ τὸν τόνον ἀπὸ τῆϲ διαλέξεωϲ εἰϲ ἐπιϲτροφὴν μεθαρμόϲαιμι, ἀπὸ Δωρίου φαϲὶν ἐπὶ Φρύγιον.
1462 Δώριοϲ: ὄνομα κύριον. καὶ Δώριοϲ οἰκονομία. τήν τε ἀκακία καὶ τὸν αὐχμὸν ὁ Πολέμων ἐνεδέδυτο Ξενοκράτουϲ καὶ τὸ [*](Δ) βάροϲ, οἱονεὶ Δώριοϲ οἰκονομία. καὶ Δώριον μέλοϲ.
1463 Δωρίϲ, Δωρίδοϲ, ὦ Δωρί.
1464 Δωρίϲκοϲ: διφορεῖται. ὄνομα τόπου.
1465 Δωριϲτί: τουτέϲτι δωροδοκιϲτί. Ἀριϲτοφάνηϲ· τὴν Δωριϲτὶ μόνην ἁρμονίαν ἁρμόττεϲθαι θαμὰ τὴν λύραν, ἄλλην δ᾿ οὐκ ἐθέλειν λαβεῖν.
1466 Δωρίχα: ὄνομα κύριον. καὶ ζήτει ἐν τῷ Ῥοδώπιδοϲ ἀνάθημα.
1467 Δωρογραφή· ὅταν τιϲ αἰτίαν ἔχοι τῶν πολιτευομένων δῶρα λαβεῖν, τὸ ἔγκλημα τὸ κατ᾿ αὐτοῦ διχῆ ἐλέγετο, δωροδοκία τε καὶ δώρων γραφή.
1468 Δωροδοκηθέντα.
1469 Δωροδοκήϲαντα: οὐ μόνον δῶρα διδόναι καὶ ἀναπείθειν, ἀλλὰ καὶ τὸ λαμβάνειν. δωροδοκήϲαντ᾿ ἐκ Μιτυλήνηϲ πλεῖν ἢ μνᾶϲ ἕξ.
1470 Δωροδοκήϲαϲ· αἰτιατικῇ. δῶρα λαβών.
1471 Δωροδόκοϲ: δῶρα δεχόμενοϲ.
1472 Δῶρον: ἡ παλαιϲτή. καὶ Ὅμηροϲ· ἑκκαιδεκάδωρα πεφύκει.
1473 Δώρων δόκηϲιν: τὴν δωροδοκίαν. Θουκυδίδηϲ.
1474 Δῶρον, ὃ διδοῖ τιϲ, ἐπαίνει.
[*](1461 Φρύγιοϲ cf. sch. Ar. Eq. 989 vs. 3 τὴν—5 ἡρμοϲμένην Dam. fr. 50 ═ Phot. Bibl 338 b 14—17 vs. 6 οὐ sq. Synes. Enc. calv. PG 66, 1173c 1462 vs. 10 τήν—12 οἰκονομία Laert. 4, 19 Δώριον μέλοϲ ═ Ambr. 1215 1463 ═ Ambr 1201 cf. Ps. Herodian. 23 1464 ═ Ambr. 1180 et 1186 2465 Ar. Eq. 989—991 c. sch. 1467 Harp. 1439 Ar. Eq. 834—5 c. sch 1470 αἰτιατικῇ cf. Synt Laur. δῶρα λαβών ═ Ba 204, 10 1471 ═ Ba 204, 12 Bk. 234, 22 1472 — παλαιϲτή ═ Et. M 293, 21, sch. Δ 109, Apion cf. L, H; Ὅμηροϲ Δ 109 1473 cf. sch. Thuc. 5, 16, 3 1474 cf. Zen. III 42)[*](1461 hinc v. Λύδιον μέλοϲ extr. et v. Φρύγιοϲ αὔληϲιϲ. Synes. cf. v. A 764 et v. λογάρια 1462 Z 587 et 589 1463 Z 588 1464 cf. 1384 1465 cf. v. τὴν Δωριϲτί. Z 592 1467 Z 588 1469 Z 590 1471 Z 587 1472 cf 1439 ct v. Ε 406)[*](A(GITFVM))[*]( 1460 ex M 9 Φρύγιον| Συνέϲιοϲ ἐν τῷ περὶ φαλάκραϲ φηϲί add T 12 μένοϲ M 14 Δορίϲκοϲ AcaITae FMea διφορεῖται ex (ante l.), ss. M 16 ἐθέλει GIT 1466 om TFV mg. A 18 καὶ— ἀνάθημα om. G Ῥοδώπιδοϲ s. v.: Ῥοδώπιλοϲ l Ῥοδάπιδοϲ M Δωρώπιδοϲ A 19 ἔχη T cf. Harp. 1468 ex A 1472 om. T 1474 om. T)1475 Δωροξενία: ὅταν τιϲ γραφεὶϲ ξενίαϲ καὶ δῶρα δοὺϲ ἐκφύγῃ [*](Harp.) τὴν ϲυκοφαντίαν, δωροξενία λέγεται.
1476 Δῶροϲ, ὁ ἀπὸ τῆϲ Ἀραβίαϲ· ὥϲ φηϲι Δαμάϲκιοϲ εἰϲ τὴν Φιλόϲοφον ἱϲτορίαν, δεινότατον εἶναι ζητητὴν τῆϲ ἀληθείαϲ. τοῦτον Ἰϲίδωροϲ ὁ φιλόϲοφοϲ ᾐϲθάνετο μὲν τὴν ἀρχὴν ἐπὶ ταῖϲ Ἀριϲτοτέλουϲ ὑποθέϲεϲιν ἐνδεδεμένον, ἅτε ἐκ παίδων ἐν αὐταῖϲ τεθραμμένον, πορρωτέρω τῆϲ ἡλικίαϲ, καὶ διὰ τὴν ἀήθειαν τῆϲ Πλάτωνοϲ μεγαλοπρεποῦϲ ἐπιϲτήμηϲ οὐ δυνάμενον ἀναπτῆναι πρὸϲ τὰ ὑψηλὰ καὶ λαμπρὰ τῶν νοημάτων. οὕτω δὲ ἔχοντα καταμαθὼν ἀνεκαλέϲατό τε κατὰ βραχὺ καὶ ἀνεπέταϲεν αὐτοῦ τὴν ψυχὴν εἰϲ τὸ μέγα πέλαγοϲ τῆϲ ἀληθείαϲ, ὥϲτε ἀποϲκευαϲάμενον τὴν τὰ μικρὰ ϲυλλογιζομένην ἀκρίβειαν περιπατητικὴν εἰϲ τὴν διὰ Προμηθέωϲ τινὸϲ ἅμα φανοτάτῳ πυρὶ καταπεμφθεῖϲαν διαλεκτικήν, αὐτοψίαν τε καθαρώτατον οὖϲαν νοῦ καὶ φροήϲεωϲ, ἀναδραμεῖν τε καὶ ἐν αὐτῇ εἰϲοικίϲαι τὰϲ τοῦ βίου φιλο ϲόφουϲ ἐλπίδαϲ.
1477 Δωροῦμααι· δοτικῇ. αἰτιατικῇ δέ· δωγροῦμααί ϲε χρήμαϲιν.
[*](Synt.)1478 Δώϲ: ἡ δόϲιϲ, ἡ δωρεά. δὼϲ ἀγαθή, ἅρπαξ δὲ κακή, θανάτοιο [*](Δ) δότειρα. καὶ Αἰλιανὸϲ Ποικίλῃ ἱϲτορίᾳ περὶ τῶν Ῥωμαίων γυναι κῶ· αἳ δεξάμεναι παρὰ Πύρρου τὰ δῶρα, ἔφαϲαν, ἡ δὼϲ αὐταῖϲ πρέπειν καὶ ἀξία εἶναι τοῦ πέμψαντοϲ Πύρρου, ἀνόϲιον δὲ αὐταῖϲ εἶναι φορεῖν.