Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Δ)

2103 Ἀνατίθεμαι: ἀθετῶ.

[*](2092 ═ P 2098 — ἀναλαβών ═ P, Ba 85, 24 cf. H; ἀνενεγκών cf. Ambr. 2132 v. ἀναϲφῆλαι 2094 — ἀνατείναϲ ═ P, Ba 85, 23, 26; ἀνατείναϲ ═ sch. Α 450, H 2095 cf. Synt. Gud. 2096 οἷϲ— ἐπικρεμάϲαϲ Polyb. fr. 107 2097 ═ P, Ba 85, 27 2098 τά— ἔλεγον Polyb. fr. 108 οἱ sq. Polyb. fr. 7 2099 Ar. Eq. 311 c. sch. 2100 δοτικῇ cf. Synt. Laur. et Gud. ἀνθῆϲαι sq. ═ P, Ba 85, 28; ἀνθῆϲαι ═ H 2101 — ἐπαπειλήϲαϲ cf. H ὁ—ἔδραϲεν Polyb. fr. 109 ἀνατείναϲ sq. Tim. ═ P 2102 — τιμωρίαϲ ═ Ba 85, 19, P, sch. Pl. Leg. 871 e ἀνουτητί cf. Ambr. 2336)[*](2092 Z 182 2094 Z 205 2096 Polyb. cf. v. ἐπικρεμάϲαϲ; ἀνατατικῶϲ sq. Z 227 2098 Z 183 2099—2101 Z 207 2102 Z 226 2103 Z 207)[*](A(GITFSM))[*]( 3 πράξονταϲ AGIT Phot. πράξανταϲ FSM Zon. 6 ἀναδοῦϲα] ἀναδιδοῦϲα S 2095 ex mg. Al 10 Ἀναταθείϲ] Ἀνατιθείϲ M ἀναταθείϲ] ἀνατιθείϲ SM 15 καὶ ἀπειλήϲειϲ] καὶ ἀπείλαϲ S del. Bhd. 26 πεντακοϲίουϲ] πεντακοϲίων Al 28 τὰ A Phot. τό T τ᾿ rell.)
191

2104 Ἀνατιναγμόϲ.

[*](Suid.)

2105 Ἀνατλάντεϲ: ὑπομείναντεϲ. καὶ Ἀνάτλημα, ὑπομονή. καὶ [*](Σ) Ἀνατλῆναι, ὑπομεῖναι.

[*](Δ)

2106 Ἀνατολίη: ἡ ἀνατολή. λέγεται δὲ καὶ ἀντολίη.

[*](Δ)

2107 Ἀνατόλιοϲ, μάγιϲτροϲ Θεοδοϲίου τοῦ βαϲιλέωϲ, ὃϲ ἦν φιλότιμοϲ, προϲῆν δὲ αὐτῷ καὶ τὸ μὴ φείδεϲθαι χρημάτων, τὸ παρὸν διαθεῖναι ἐϲπουδακότι.

2108 Ἀνατραπέντεϲ: ϲκελιϲθέντεϲ, ϲυμπεϲόντεϲ. οἱ δὲ ϲπῶϲι [*](Ε) τοῦ οἴνου ἄδην καὶ ἀπείρωϲ καὶ ἀνατραπέντεϲ ἔκειντο ὡϲ ἔτυχον αὐτῶν ἕκαϲτοι εἰκῇ. καὶ Ἀνατρέπω· αἰτιατικῇ.

[*](Synt.)

2109 Ἀνατρέχω: ἀντὶ τοῦ ἀναλύω. Μένανδροϲ.

[*](Σ)

2110 Ἀνατρητοὺϲ ἐμβάδαϲ: τὰ διακεκομμένα καὶ τετρυπημένα ὑποδήματα. τὰ δ’ ἐμβάδια καὶ ταῦτα ϲυνεχειμάζετο. Ἀριϲτοφάνηϲ.

[*](Ar.)

2111 Ἀνά τοί με πείθειϲ· ἀλλ’ ἐκεῖνο οὔπω λέγειϲ: ἀντὶ [*](Ar.) τοῦ ἀναπείθειϲ τοιγαροῦν με.

2112 Ἀνατυπῶϲται: ἀντὶ τοῦ ἀνατρέψαι. Ἀντίμαχοϲ. καὶ Ἀνατύπωϲιϲ, [*](Σ) διανόηϲιϲ.

2113 Ἄναυδοϲ: ἄφωνοϲ. καὶ Ἀναύδητον, ἄλεκτον, ἀπόρρητον, [*](Σ) ἀνέλπιϲτον. κοὐδὲν ἀναύδητον φατίξαιμ᾿ ἄν. ὃϲ ἐπ’ αἰϲχύνηϲ [*](Soph.) τοῦ πάθουϲ περιρρεόμενοϲ δάκρυϲιν ἄναυδοϲ ἦν, ἐξειπεῖν αἰδούμενοϲ [*](E?) τὸ πάθοϲ.

2114 Ἀναυλεί: χωρὶϲ ναύλου.

2115 Ἀναυμαχίου· ὡϲ τοῦ μὴ ϲτρατεύεϲθαι καὶ τοῦ λείπειν τὴν [*](Rhet.) τάξιν καὶ τοῦ τὰ ὅπλα ἀποβαλεῖν ζημίαι ἦϲαν ὡριϲμέναι ἐκ τῶν νόμων, οὕτω καὶ τοῦ ναυμαχῆϲαι. τοῦτο τὸ ὄφλημα ἀναυμαχίου ἐκαλεῖτο, ὡϲ Ἀνδοκίδηϲ. οὕτω δὲ δεῖ καὶ αὐτοὺϲ καὶ τοὺϲ ἐξ αὐτῶν ἀτίμουϲ εἶναι.

2116 Ἀναυϲία: τὸ μὴ ναυτιᾶν.

[*](Δ)

2117 Ἀναφαλαντίαν, οὐκ ἀναφάλαντον λέγουϲι, καὶ Ἀνάϲιλλον, [*](Σ) τὸ αὐτό.

[*](2105 ═ Ba 85, 29, 31. P cf. H 2106 cf. Ambr. 2058 2107 Dam. fr. 193 sed cf. Byz. Zt. 19, 280 2108 οἱ—εἰκῇ Aelian. fr. 73 ἀνατρέπω sq. ═ Synt. Laur. et Gud. 2109 ═ P; Men. com. fr. 993 2110 l. Synes. ep. 52 τὰ δ’ ἐμβάδια sq. Ar. Pl. 847 2111 Ar. Vsp. 784 c. sch. 2112 ═ P; ἀνατύπωϲιϲ sq. ═ Ba 85, 30; Antim. fr. 81 Kinkel 2113 — ἄφωνοϲ ═ P, Ba 85, 32, H, sch. ε 456 cf. Ap. S. 36, 3 ἀναύδητον pr. —ἄν Soph. Ai. 715 c. sch. ὅϲ sq. fort Iambl. 2114 ═ Ambr. 2348 cf. Ambr. 2335 2115— ἐκαλεῖτο ═ Bk. 217, 21 οὕτω sq. Andoc. 1, 74 2117 ═ P)[*](2104 cf. v. B 520 et v ἔκτιναγμόϲ 2106 hinc 2752 2108 Z 207; Aelian. cf. 463 et v. ϲπῶντεϲ 2109 Z 207 2110 Z 183 2112 Z 207, 183 2114 Z 226 2115 hinc v. ναυμάχιον 2117 Z 169; cf. 2066)[*](2104 mg. M post 2102 A om. rell. 10 ἕκαϲτοι] ἕκαϲτοϲ S 12 τετριμμένα A(GITFSM) S 20 ἐπ᾿ ὑπ᾿ pr. 26 τοῦ] τοῦ μή Bk. cf. v. ναυμάχιον 29 Ἀναυϲία] Ἀναυτία Hemsterh.)
192
[*](Σ)

2118 Ἀναφανδόν: φανερῶϲ.

[*](Σ)

2119 Ἀναφαίνειϲ: φανερὰ ποιεῖϲ.

[*](Σ)

2120 Ἀναφαιρέτουϲ: μὴ ἀφαιρουμένουϲ.

[*](Σ)

2121 Ἀναφῆναι: ἐκφῆναι.

[*](Σ)

2122 Ἀναφλαϲμόν: τὰ Ἀφροδίϲια. Εὔπολιϲ Αὐτολύκῳ. καὶ [*](Ar.) Ἀναφλᾶν ἔλεγον τὸ μαλάττειν τὸ αἰδοῖον.