Scholia in Euripidis Orestem (scholia vetera et scholia recentiora Thomae Magistri, Triclinii, Moschopuli et anonyma)
Scholia in Euripidem
Scholia Euripidem. Scholia Graeca in Euripidis Tragoedias, Vol. 2. Dindorf, Wilhelm, editor. Oxford: Oxford University Press, 1863.
235.
μάλιστα: ἤτοι ναί· ἔχει γὰρ τόδε, τὸ ἀνορθωθῆναι δηλονότι, ὑπόληψιν, ἤτοι ἐλπίδα, ὑγείας. καλὸν δὲ τὸ δοκεῖν, κἂν μακρὰν ᾖ τῆς ἀληθείας. I.
δόξαν γὰρ τόδ’ ὑγιείας ἔχει: τὸ ἀναστῆναι. ὁπόταν γὰρ εὐθυμῇ ψυχὴ τῇ τῆς ἐλπίδος ὑπολήψει, συνδιασώζεται τὸ σῶμα. καὶ Σιμωνίδης τὸ δοκεῖν καὶ τὰν ἀλάθειαν βιᾶται. A.B.M.I.
236.
κρεῖσσον δέ: ἀντὶ τοῦ ἰσχυρὸν μέν. M.
τὸ δοκεῖν: καλὸν δὲ τὸ διεγείρεσθαι τὴν ψυχὴν τῇ δόξῃ τῆς ὑγείας ἢ τοιούτου τινὸς, καὶ μὴ καταπίπτειν ἐν ταῖς νόσοις ἢ ἑτέροις τοιούτοις, κἂν μακρὰν ᾖ τῆς ἀληθείας ἡ δόξα. Gr. Fl. 6. 9. 17. 21. 56. 59. 76.
237.
ὦ κασίγνητον κάρα: περιφραστικῶς ἀντὶ τοῦ ὦ ἀδελφέ. B. ὦ ἀδελφὲ, κατὰ περίφρασιν. Gr. αὐτάδελφον. Gu. ὦ ἀδελφὲ, ἐν ὅσῳ ἀφιᾶσί σε αἱ Ἐριννύες φρονεῖν καλῶς. I. διὰ τοῦτο εἶπεν ὅτι οἱ ἐν περιστάσει ὄντες ἀεὶ τὸ ἐπάγγελμα τοῦ μέλλοντος λέγεσθαι δεδοίκασιν. A. C.M. ἡ παρά καὶ τὸ ἐμοῦ προσληπτέον. M.