Scholia in Euripidis Hecubam (scholia vetera et scholia recentiora Thomae Magistri, Triclinii, Moschopuli et anonyma)
Scholia in Euripidem
Scholia in Euripidem. Scholia Graeca in Euripidis tragoedias, Volume 1. Dindorf, Wilhelm, editor. Oxford: Oxford University Press, 1863.
216. μήν: καὶ μὴν, ὦ Ἑκάβη, ἔρχεται ὁ Ὀδυσσεὺς σὺν σπουδῇ ποδὸς, σημανῶν καὶ δηλώσων, ἤτοι λέξειν μέλλων πρὸς σὲ ἔπος τι νέον. I. καὶ μήν: καὶ δὴ ἔρχεται ταχύδρομος, ὦ Ἑκαβη. El. 33. τὸ καὶ μήν τίθεται ἐπὶ μεταπτώσει προσώπων καὶ ὑποθέσεων, ἢ ἐπὶ ἐναντιώσει, οἷον ὑβρίζεις με· καὶ μὴν ἐγὼ ἐπαινῶ σε. Gr. τὸ μήν βεβαιωτικὸν, ἔστι δὲ οὗ καὶ ἐναντιωματικόν. Gu. σπουδῇ ποδός: μετὰ σπουδῆς τοῦ ποδός. M. ἀντὶ τοῦ ἐν σπουδῇ. Gr.
217. νέον: ἤτοι καινὸν ἢ δεινόν. Μένανδρος “νεώτερόν τί σοι συμβέβηκεν.” M. χαλεπόν. Fl. 6. δεινόν. Fl. 10. λυπηρόν. Gr. καινὸν, κακὸν, δεινόν. Gu. σημανῶν ἔπος: χρέος, πρᾶγμα. M. λέξων λόγον. Fl. 33. δηλώσων λόγιον. Gr. ἔπος παρὰ τοῖς ποιηταῖς τὸ λόγιον καὶ ὁ ἔμμετρος στίχος, παρὰ δὲ τοῖς ῥήτορσιν οὐδ᾿ [*](1. μυρίων] ὦν δὲ (sic) addit M. 6. ἐκήρυξε—δέον δὲ om. I. 7. ἐκήρυσσεν] ἐκήρυξεν I.)
218. γύναι: νομίζω σε, ὦ γύναι, γινώσκειν τὴν ψῆφον καὶ τὴν ἀπόφασιν τοῦ στρατοῦ, τὴν κυρωθεῖσαν καὶ τελειωθεῖσαν. ἀλλ᾿ ὅμως λέξω. I.
δοκῶ: ὑπολαμβάνω, νομίζω. Fl. 6. Gu. γνώμην: τὴν βουλήν. Fl. 9. 17. 21. Gu. τὴν δόξαν. Fl. 21. 56. 59. 76. Gu. ὦ γύναι, ὑπολαμβάνω γινώσκειν σε τὴν γνώμην καὶ βουλὴν τοῦ στρατοῦ. Fl. 33.
219. ψῆφον: ἤγουν τὴν κρίσιν. Fl. 6. 9. 10. 17. 21. 56. 59. 76. καὶ τὴν προκριθεῖσαν ψῆφον, ἀλλ᾿ ὅμως λέξω. Fl. 33. τὴν κραθεῖσαν: κιρνῶ ἐνεστὼς, κεράσω μέλλων, κεκέρακα παρακείμενος, ἐκράθην δεύτερος ἀόριστος, κραθεὶς μετοχή. λέγεται δὲ κρᾶσις ἐπὶ τῶν ὑγρῶν, οἷον οἴνου καὶ ὕδατος καὶ τῶν τοιούτων, μίξις δὲ ἐπὶ ξηρῶν, σίτου, κριθῆς καὶ τῶν ὁμοίων. I. κραθεῖσαν: τὴν κυρωθεῖσαν. M. Gr. τελειωθεῖσαν. Gu. ἑνωθεῖσαν, ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν συγκιρνωμένων καὶ εἰς ἓν ἡνωμένων ὑγρῶν, οἴνου καὶ ὕδατος, ὄξους καὶ μέλιτος. καὶ ἡ βουλὴ ἐξ ἐναντιουμένων καὶ ἀμφοτερογνωμόνων ἑνοῦται καὶ συνδοξάζεται. Gu.
220. — 221. ἔδοξ᾿ Ἀχαιοῖς: ἀρεστὸν ἐφάνη τοῖς Ἕλλησι σφάξαι τὴν σὴν παῖδα πρὸς τὸν ὑψηλὸν τάφον τοῦ Ἀχιλλέως, ἐμὲ δὲ πομπὸν καὶ ἀγωγὸν τῆς κόρης ἔταξαν ὑπάρχειν· ἡγεμὼν δὲ καὶ σφαγεὺς τοῦ σφαγίου τοῦδε ὁ Νεοπτόλεμος, ὁ παῖς τοῦ Ἀχιλλέως. I.
ἔδοξ᾿: ἐφάνη. Fl. 17. 33. ἤρεσε. Fl. 6. 9. 17. 21. 50. 59. 76. ἐκρίθη δίκαιον, ἐκυρώθη, ἤρεσε. Gu.
221. ὀρθόν: ὑψηλόν. Gr. χῶμα: ἀντὶ τοῦ μνῆμα. M. μνῆμα, τὸν τάφον. Gu. ἤγουν πρὸς τὸν ὑψηλὸν τάφον, ἀντὶ τοῦ πρὸς τὸ μνῆμα. Fl. 21. θυσιάσαι πρὸς τὸ μέγα ἢ φανερὸν μνῆμα τοῦ Ἀχιλλέως. Fl. 33.
222. ἡμᾶς δέ: ἐμὲ, Ἀττικόν. Gr. πομπούς: ὁδηγούς. Fl. 6. [*](9. 17. 21. 56. 59. 76. προπομπούς. Gr. ἀγωγοὺς, ὁδηγούς. Gu. κομιστῆρας: ἀρχηγούς. M. ἐκ παραλλήλου. Fl. 17. Gu. ἐπιμελητάς. Fl. 56. ἵνα κομίσομεν. Fl. 21. κόρης: τῆς Πολυξένης, 24. τοῦδε King. τοῦδε ἔγωγε 1. 31. προπομπούς et ὁδηγούς etiam M.)
223. ἐπιστάτης: οἰκονόμος. Fl. 17. ἡγεμὼν, πράκτης, ὁ τελειτὴς· ἤγουν ὁ Νεοπτόλεμος. Fl. 59. δεσπότης. M. Fl. 21. ἐνεργός. Gr. οἰκονόμος, δεσπότης, ἡγεμών. Gu.
224. ἱερεύς: σφαγεύς. Gr. θύτης. κυρίως ἱερεὺς ὁ σφαγεὺς καὶ ἱέρευσις ἡ σφαγή. Gu. εἰκότως τὸν Νεοπτόλεμον θύτην τῆς Πολυξένης ἔταξαν, ὑπερπονοῦντα τοῦ πατρὸς καὶ λύπην ὑπὲρ τούτου ἔχοντα μείζονα. Gu. ἐπέστη: ἐτάχθη. Fl. 17. ἐτάγη, ἐχειροτονήθη. M. Fl. 21. Gu. παῖς Ἀχιλλέως: ὁ υἱὸς, ὁ Νεοπτόλεμος. Fl. 17. ἤγουν ὁ Νεοπτόλεμος ὁ καὶ Πύρρος καλούμενος. B. rec. Fl. 6. 9. 21. 56. 59. 76. καὶ ἱερεὺς, ἤγουν θυσιαστὴς, ἦλθεν ὁ Νεοπτόλεμος, ὁ τοῦ Ἀχιλλέως παῖς. Fl. 33.
225. — 228. οἶσθ᾿ οὖν: γίνωσκε οὖν ὃ ποιήσεις· ὅρα ἵνα μὴs ἀφαιρεθῇς τὴν κόρην βίᾳ, μήτε ἔξω τοῦ πρέποντος εἰς ἀγῶνα καὶ ἔριν τῶν ἐμῶν χειρῶν ἔλθῃς. γίνωσκε δὲ τὴν δύναμιν τὴν ἐμὴν, ἢ τὴν τῶν ἀρχόντων ἰσχὺν καὶ τὴν ἐπέλευσιν τῶν σῶν κακῶν. συνετόν ἐστι καὶ ἐν τῇ δυστυχίᾳ φρονεῖν ἃ πρέπει. I.
δρᾶσον: τὰ καλὰ τῶν ἀντιγράφων δρᾶσον ἔχει. M. οἶδας οὖν τί δρᾶσαι ὀφείλεις. M. οἶσθ᾿ οὖν ὃ δρᾶσον: οἱ Ἀττικοὶ χρῶνται τοῖς προστακτικοῖς ἀντὶ ὑποτακτικῶν ἀπαγορευτικῶν, καὶ αὐτοῖς τοῖς προστακτικοῖς ἀντὶ ὁριστικῶν. τοῦ μὲν οὖν πρώτου τὸ Ἀριστοφάνους ἐν Θεσμοφοριαζούσαις παράδειγμα “μὴ ψεῦσον, ὦ Ζεῦ, τῆς ἐπιούστης ἡμέρας.” τοῦ δευτέρου δὲ Μένανδρος “οἶδ᾿ τι ποίησον” ἀντὶ [*](21. ποιήσεις Matth. pro ποιήσῃς. 27. οἱ Ἀττικοὶ —] Scholion ex 26. δρᾶσον, superscripto εις, in Greg. Cor. p. 14. compositum. textu habet M. In Gr. est τὰ ἀκριβέστερα 30. Θεσμοφ.] 870. ubi ἐπιούσης τῶν ἀντιγράφων οἶσθ᾿ οὖν ὃ ἐλπίδος. δρᾶσον ἔχουσιν.)
οἶσθ᾿: γινώσκεις. Fl. 17. δρᾶσον: ποιήσεις. Fl. 17. πράξεις. Fl. 56. ἐν οἷς μέλλεις ποιήσειν, ἢ ὅπερ βούλῃ ποίει. Fl. 33. γινώσκεις τί δρᾶσαι ὀφείλεις. Gr. ἀποσπασθῇς: μὴ ἀφαιρεθῇς. M. ἀποσπάσῃς: γέγραπται καὶ ἀποσπασθῇς, ἤγουν ἀφαιρεθῇς, τὴν κόρην δηλονότι. Cant. ἀφαιρεθῇς, τῆς παιδός. Gu. τῆς Πολυξένης. Gr. βίᾳ: δυνάμει. Gu. βίᾳ: βία ἐστὶν ἡ παρὰ φύσιν φορά· βία καὶ ἡ ἰσχύς. B. rec.
226. ἅμιλλαν: συνάντησιν. Fl. 56. μάχην. Gr. ἀγῶνα, ἔριν, βίαν. ἀπὸ τοῦ ἄμα καὶ τοῦ εἰλῶ τὸ συστρέφω. Gu. ἐξέλθῃς ἐμοί: ἔξω τοῦ προσήκοντος ἔλθῃς. Fl. 6. 9. 21. 56. 59. 76. ἐξενεχθῇς τοῦ προσήκοντος. Fl. 34. μήποτε ἐμοὶ εἰς τῶν ἐμῶν χειρῶν ἔριν καὶ ἀγῶνα ἔλθῃς. Fl. 33. ἀντιστῇς ἐμοὶ διὰ τῆς χειρὸς, ἔξω τοῦ προσήκοντος ἔλθοις. Gu.
227. ἀλκήν: γίνωσκε τὴν ἐμὴν ἰσχὺν, σαυτῆς δὲ ἀσθένειαν. M. τὴν σὴν δύναμιν δηλονότι. Fl. 21. γίνωσκε τὴν ἐμὴν δύναμιν. Fl. 33. Gr. ἀρχήν. Fl. 10. παρουσίαν κακῶν: διὰ τὴν ἐμὴν ἀρχήν. M. καὶ τὰ παρόντα κακά. Fl. 21. ἐπιδημίαν. Gr. ἐπέλευσιν. Gu.
228. σοφόν: φρόνιμον. Fl. 17. γνῶσις Gr. φρόνιμον ὑπάρχει, συνετόν. Gu. κἀν κακοῖς: ἐν δυστυχήμασιν (συμφοραῖς Gu.). ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον δυστυχοῦντες ἄνθρωποι ἐξίστανται τοῦ καλῶς φρονεῖν. Gr. ἃ δεῖ φρονεῖν: ἐπίθετον τοῦτό ἐστι τὸ ἐν τοῖς κακοῖς μὴ ἐπαίρεσθαι καὶ παροξύνεσθαι. M. Gu. μὴ παροξύνεσθαι. Fl. 10. τὸ δεῖ σημαίνει τὸ ἐλλείπει καὶ τὸ δεσμεῖ καὶ τὸ πρέπει καὶ τὸ χρεία ἐστί. καὶ τὸ μὲν δεῖ ἀντὶ τοῦ πρέπει μετὰ ἀπαρεμφάτου, τὸ δὲ δεῖ ἀντὶ τοῦ λείπεται μετὰ γενικῆς, οἷον πολλοῦ γε καὶ δεῖ. ὁμοίως καὶ τὸ δεῖ ἀντὶ τοῦ χρεία ἐστὶ μετὰ γενικῆς, οἷον “δεῖ δὴ χρημάτων.” B. rec.
229.—233. αἶ αἶ παρέστηχ᾿: φεῦ, φεῦ ἐνέστηκε καὶ ἐπῆλθεν, ὡς φαίνεται, ἀγωνία μεγάλη, ἔμπλεως θρήνων καὶ οὐκ ἀμέτοχος, [*](4. ποιήσειν Matth. pro ποιήσει. ribus ἐπίθετον—κακοῖς. 17. τὴν ἐμὴν ἰσχύν est in Fl. 17. 29. δεῖ δὴ χρημάτων] Verba Demosthenis et καὶ σαυτῆς ἀσθένειαν in Fl. 10. p. 15, 2. 23. μὴ] τὸ μὴ Gu., omissis prio-)
παρέστηχ᾿: φαίνεται. Fl. 17. οὐαὶ οὐαὶ, ἐπέστη μοι μεγάλη ἀγωνία. Fl. 33. ἦλθε, ἐνέστηκεν. Gu. ἀγὼν μέγας: κίνδυνος. Gr. ἀγωνία μεγάλη. Gu.
ἔοικ᾿: τὸ ἔοικε λαμβάνεται ποτὲ μὲν ἀντὶ τοῦ φαίνεται, ποτὲ δὲ ἀντὶ τοῦ ὅμοιός ἐστι. καὶ ὅτε μὲν ἀντὶ τοῦ φαίνεται, συντάσσεται ἀπαρεμφάτῳ, ὡς τὸ “ἔοικεν εἰληφέναι δῶρα παρὰ Φιλίππο.” ὅτε δὲ ἀντὶ τοῦ ὅμοιός ἐστι, συντάσσεται δοτικῇ, ὡς τὸ “βασιλῆϊ γὰρ ἀνδρὶ ἔοικας.” ἔστι καὶ ἔοικεν ἀντὶ τοῦ πρέπει ποιητικῶς ἀναπόλυτον, ὡς παῤ Ὁμήρῳ “ἐπεὶ οὐδὲ ἔοικεν.” B.
230. πλήρης: πεπληρωμένος. Fl. 17. 21. γεγεμισμένος. Gr. πλήρης στεναγμῶν: θέσις. (κατὰ θέσιν). Gu. οὐδὲ δακρύων: ἄρσις. (κατὰ ἄρσιν). Gu. κενὸς, ἐστερημένος. Fl. 17. καὶ στεναγμάτων γέμουσα καὶ οὐκ ἄμοιρος δακρύων. Fl. 33. διὰ τοῦ στεναγμοῦ καὶ τῶν δακρύων τὸν θρῆνον δηλοῖ. Gu.
231. ἐχρῆν: ἔπρεπεν. Fl. 17. 21. διὰ τί οὐ κἀγὼ ἔθνησκον, ὅτε με ἔπρεπε ἀποθανεῖν, ἤγουν ὅτε ἐπολιορκήθη ἡ Τροία. Fl. 33. ὅπου με ἔδει τεθνάναι οὐκ ἀπέθανον, ὅ ἐστιν ἐν Τροίᾳ. M. θανεῖν: ἐν τῇ Τροίῳ. Fl. 10. Gr. ὅπου. λέγω δὴ εἰς τὴν πρώτην εὐδαιμονίαν. Gu.
232. οὐδ᾿ ὤλεσε: εἰς τὸ τέλος τῆς ζωῆς ἔφερέ με. Gu. Ζεύς: ἡ μοῖρα. Gu. τρέφει: αὔξει. M. φυλάσσει. Gr. σώζει. Gu. τρέφει ἀντὶ τοῦ ἀνατρέφει καὶ παιδαγωγεῖ καὶ ἀντὶ τοῦ τροφὴν παρέχει καὶ ἀντὶ τοῦ φυλάσσειν, ὡς ἐνταῦθα. Gr. τρέφει εἶπεν ἀντὶ τοῦ διατηρεῖ με. Fl. 33. ὅπως: ἵνα. Fl. 6. 9. 17. 21. 56. 59. 76. ἀλλὰ τρέφει με ὁ Ζεὺς, ἤγουν ἡ εἱμαρμένη, ὅπως βλέπω. Fl. 33.
233. κακῶν: τῶν προτέρων. Fl. 17. Gu. τάλαιν᾿ : ἡ ἀθλία. Fl. 17. καὶ ἄλλα κακὰ μείζονα τῶν προτέρων κακῶν ἡ ταλαίπωρος ἐγώ. Fl. 33.
234 —237. εἰ δ᾿ ἔστι: εἰ δ᾿ ἔξεστι τοῖς δούλοις τοὺς ἐλευθέρους ἐρωτᾶν, μὴ λυπῇ μηδὲ δάκνῃ καρδίαν τῶν ἀκουόντων. M. εἰ δ᾿ ἔξεστι τοῖς δεδουλωμένοις ἐρωτῆσαι τοὺς ἐλευθέρους, ἤγουν τοὺς δεσπότας, μὴ λυπηρὰ καὶ τὴν καρδίαν δάκνοντα, σοὶ μὲν, ἤτοι πρὸς
ἔστι: ὑπάρχει. Fl. 17. ἀντὶ τοῦ ἔξεστιν, ἐκδεδομένον ἐστίν. Fl. 3. 21. 56. 59. 76. Gr. ἐλευθέρους: ἀντίκειται τῷ δούλῳ ὁ ἐλεύθερος. Fl. 6. 9. 21. 56. 59. 76. Gu. εἰ δ᾿ ἔξεστι τοῖς δούλοις λέγειν τοὺς ἐλευθέρους. Fl. 33. τοῖς δούλοισι (ἡμῖν) τοὺς ἐλευθέρους τοὺς δεσπότας (ὑμᾶς). Gr. προδιόρθωσις καὶ προπαρασκευή. Gu.
235. δηκτήρια: ἀπὸ τοῦ δάκνω. Fl. 21. ὅσα μὴ λυπεῖ τὴν καρδίαν, καὶ μὴ τιτρώσκει καὶ δάκνει. Fl. 33. δακνηρὰ (λυπηρά). Gr.