De Resurrectione

Methodius

Methodius, De Resurrectione, Bonwetsch, Hinrichs, 1917

Ὡς οὖν ἐπαύσατο μόγις ὁ Πρόκλος καὶ σιγὴ τῶν παρόντων ἦν ἐπὶ πολύ, καταβληθέτων ἱκανῶσ πρὸς ἀπιστίαν, καὶ ἐπὼ ᾐσθόμην ὅτι τῷ ὄντι πεπαυμένος εἴη, ἠρέμα τὴν κεφαλὴυν ἐπάρας καὶ ἀναπνεύσας, ὥσπερ οἱ πλέοντες τοῦ κύματος ἤδη λωφῶντος, ὑποτρέμων ἔτι καὶ σκοτιζόμενος (ἐβεβλήμην γάρ, ὡς πρὸσ ὑρῆσθαι, τῇ δεινότητι κατηντλημένος τῶν λόγων) τρέπομαι πρὸς τὸν Αὐξέντιον, τιον, καὶ καλέσας αὐτόν Ὦ Αὐζέντιε, νομίζω, ἔφην, μὴ μάτην λελέχθαι τὸ ποιητιὸν

  • σύντε δύ’ ἐρχομένω ·
  • καὶ γὰρ οἱ ἀνταγωνισταὶ δύο.

    [*](4 Plato Pol. VII, 534 A — 7 Plato Alkib. I, 104 E. 84 C. Meth. Symp. S. 22, 19f 110, 16f. 121, 16ff – 9 Plato Prot. 328 D – 10 Symp. 2,4 S. 19, 6. Plato Pol. I, 336 E. Prot. 339 E. Eu8thyd. 276 C — 11 Plato Pol. X, 599 B – 14 Plato Symp. 174 D. Plato Prot. 348 C D. 340 A –15 Ilias 10, 224 3 τοιαῦτα] πολολὰ S 4 ἅ S: ὅσα VU | Pl ἵνα μὴ ἡμᾶς π ολλαπλασίων λόγων ἐμπλήςῃ | ἐῶμεν + Μd | ἡμεῖς <S 5 μνημονεύοντες U | τὸν < U 6 ΛΟΙΠΟΝ ΜΕΘ. VU 7 μόλις V, μόγις καὶ U | Pl Phead. 84 C σιγὴ . . ἐπὶ πόλὺν χρόνον 8 ἐπὶ πολύ < S | καταβλ. S 68v | ἱκανῶν S 9 ᾐσθόμην —εἴη auch Pl | τῷ ὄντι: »sehr« »ganz« übersetzt S | πεπαυμ. U 134v | εἴην U | ἠρέμα τὴν] ἡρε,συολὴν U 10 ἐκ τοῦ κύματος S (schwerl. las S. [»aus den schon sich beruhigenden Wellen« ] ἐκ το. κυμάτων ἤδη λωφώντων) 10f Pl εἶπον ὑποτρέμων u. εἰρῆσθαι S u. Jh nach Plat. Pol. X, 595 B: εἰρήσθω VU 12 τῶν λόγων κατηντλ. U 12 κατηντλημένος < S: vgl. Symp. S. 139, 7 | τῶν λόγω V | τρέπομαι] Αοριστφορμ bei S 14 τὸ ποιητικὸν: »jenes Wort« S | Pl 340 A ἐκπέρςῃ 15 τε δύ’ ἐρχ. ] τε δύο ἐρχομένω V, τε δυοῖν ἐρχομένοιν U (ἐρχομένῳ?) S 16 καὶ übersetzt nicht S | δύο < S)
    255
  • διὸ σθένος ἀμφότεροι ἀμφοτέρων περ σχῶμεν.
  • συναντιλήπτορα γὰρ καὶ συναγωνιστὴν αἱροῦμαί σε τῆς πρὸς αὐτοὺς μάχης, μὴ ἡμῖν ὀ Ἀγλαοφῶν μετὰ Πρόκλου καὶ Ὠριγένους τοῖς ἀνατρεπτικοῖς καθ’ ἡμῶν ὡπλισμένος λόγοις ἐκπέρςῃ τὴν ἀνάστασιν.

    ἄγε οὖν ἀντιπαραταζώμεθα, τῶν σοφισμάτων αὐτῶν μηδὲν τῶν ἀντιλογικῶν, οἶς οἱ δειλοῖ βάλλονται, φοβηθέντες. καὶ γὰρ οὐδὲν ἐν αὐτοῖς ὑγιὲς ὅλως οὐδὲ πάγιον, ἀλλὰ φαντασία μόνον εὐπρεπὴς ῥημάτων, πρὸς κατάπληξιν <μόνον> τῶν ἀκουόντων καὶ πειθὼ κατεσκευασμένη· οὐ τῆς ἀληθείας καὶ τοῦ συμφέροντος χάριν, ἀλλὰ τοῦ δόξαι τοῖς παροῦσι σοφοῦς τοῦς λόγους.