Symposium Sive Convivium Decem Virginum
Methodius
Methodius, Symposium Sive Convivium Decem Virginum, Bonwetsch, Hinrichs, 1917
Καί μοι ἐχέγγυος μάρτυς καὶ σαφὴς ὁ προφήτης Ἱερεμίας παρίτω, »καὶ κατέβην εἰς τὸν οἶκον τοῦ κεραμέως« λέγων »καὶ ἰδοὺ αὐτὸς ἐποίει ἔργον ἐπὶ τῶν λίθων. καὶ διέπεσε τὸ ἀγγεῖον, ὃ ἐποίει ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ. καὶ πάλιν ἐποίησεν αὐτὸ ἀγγεῖον ἓτερον, καθὼς ἤρεσεν ἐνώπιον αὐτοῦ τοῦ ποιῆσαι«. ἒτι γὰρ πηλουργούμενον τὸν Ἀδάμ, ὡς ἔστιν καὶ τηκτὸν ὄντα καὶ ὁδαρῆ, καὶ μηδέπω φθάσαντα δίκην ὀστράκου τῇ ἀφθαρσίᾳ κραταιωθῆναι καὶ ἀποπετρωθῆναι, ὕδωρ ὥσπερ καταλειβομένη καὶ καταστάζουσα διέλυσεν αὐτὸν ἡ ἁμαρτία. διὸ δὴ πάλιν ἄνωθεν ἀναδεύων καὶ τὸν αὐτὸν »εἰς τιμήν‘ ὁ θεός, ἐν τῇ παρθενικῇ κραταιώσας πρῶτον καὶ πήξας μήτρᾳ καὶ συνενώσας καὶ συγκεράσας τῷ λόγῳ, ἄτηκτον καὶ ἄθραυστον ἐξήγαγεν εἰς τὸν βίον, ἵνα μὴ πάλιν τῆς φθορᾶς ἔξωθεν ἐπικλυσθεὶς ῥεύμασιν τηκεδόνα γεννήσας διαπέσῃ. — [*](6 Luk. 1, 35 — 7 Iren. Adv. haer. El, 21, 10 — 8 Gen. 2, 7 — 10 Symp. 2, 2. 7 S. 18, 5. 25, 9 — De res. I, 43, 5. Jerem. 18, 3. 4 — 18 De res. I, 44, 1. Hipp. In Dan, IV, 11, 5. De antichr. 26 — 19 HTim. 2, 20. 21) [*](1 ἂνθρωπον < M AI | ἐν vor ἀκράτῳ + Μ Ausgg. | ἀκράσθω w. e. Ο (nicht M AI) | θεότητι καὶ undeutl. O 2 θεὸν — πρεπωδ. vinleserl. Ο | θεὸν — γὰρ] τὸν ἐν κάλλει M AI 3 καὶ τὸν πρ. M AI | τὸν πρ. Ο 46 4 f τῆς ἀνθρ. ἂνθρ.]τῶν ἀνθρώπων P Jh 7 οὒσης — ἀνηρότου Ζ. 8 < P 10 P 165 (bis διὸ δὴ Ζ. 18, sowie einige Worte hernach, erneuert; war mit e. Flüssigkeit begossen) 11 παρήτω O Po Cb: παρείτω P 12 ἐπὶ τὸν PAl 13 ἐποίει Ο: ἐποίησεν P 13 f ἀγγ. ἀστεῖον P: ἀστεῖον ἀστεῖον B 14 καθὰ BV, καθὼ? P | τοῦ < P 15 καὶ τ. — ὐδαρῆ < Ρ, P (u. B) halbe Zeile leer 16 μήπω Ο 16 f κ. ἀποπετρ.] κ. ἀποπαγιωθῆναι P: < B: κ. παγιωθῆναι Jh 17 καταλαβομένη κ. κατασκήψασα P 18 ἄν. ἀναδεύων] leerer Raum in B, v. 2. Hd. in V; ört nicht zu dem in P Erneuerten 19 τὸν < P 22 ἒξωθεν < B | τηκεδόνα Ο)
Ἐπειδὴ γὰρ αὐτὸς ὡς ἀληθῶς ἠν τε καὶ ἒστιν, »ἐν ἀρχῇ« ὢν »πρὸς τὸν θεὸν. καὶ »θεὸς« ὤν, ὁ »ἀρχιστράτηγος« καὶ »ποιμἠν« τῶν κατ' οὐρανόν, ᾠ πάντα πείθονται καὶ ὁμαρτοῦσι τὰ λογικά, καὶ ποιμαίνων εὐτάκτως καὶ ἀριθμῶν τὰ πλήθη τῶν μακαρίων ἀγγέλων, . . οὗτος γὰρ ἴσος καὶ τέλειος ἀριθμὸς ἀθανάτων ζῴων κατὰ γένη καὶ φῦλα διῃρημένων, συμπαραληφθέντος ἐνταῦθα τῇ ποίμηῃ καὶ τοῦ ἀνθρώπου· δεδημιούρητο γὰρ δὴ καὶ αὐτὸς ἒξω φθορᾶς, ἳνα τὸν βασιλέα γεραίρῃ πάντων καὶ ποιητὴν ἀντίφθογγα μελῳδῶν ταῖς τῶν ἀγγέλων ἐξ οὐρανοῦ φερομέναις βοαῖς. ἀλλ’ ἐπεὶ συνέβη παρεληλυθότα τὴν ἐντολὴν ὀλέθριον πτῶμα καὶ δεινὸν πεσεῖν, εἰς θάνατον ἀνστοιχειωθέντα, διὰ τοῦτό φησιν ὁ κύριος ἑαυτὸν εἰς τὸν βίον ἐκ τῶν οὐρανῶν ἐληλυθέναι, καταλελοιπότα τὰς τάξεις καὶ τὰ στρατόπεδα τῶν ἀγγέλων. ἀπεικονίστέον γὰρ τὰ μὲν ὄρη τοῖς [*](2 Iren. Adv. haer. HI, 19, 3 — 3 Luk. 15, 4—6 — 9 Job. 1, 1 — 10 5, 14. Jes. 40, 11; vgl. Hos. 13, 4—19 vgl. Symp. 8, 7 1—8 4. 4. 21—S. 33,3 Phot.Bibl.237 S.308b,15ff—9 Heir.PL26,135. Petr.Laod.S.204) [*](1 καὶ — παρεστηκότας Ζ. 2f] ὅτι τὸ ἐν τοῖς εὐαγγελίοις εἰρημένον παραβολικῶς Ph | ὡς καὶ Po Cb Jh | δὲ < Po Cb Jh | φαίν.] φέρεται nur scheinbar τὰ αὐτὰ + Kl 2 μου + Ο | παραβολήν Ο | ὁ κύριος μου nach φησὶ + P 3 f καὶ ἀπολέσει P Ph 4 ἓν unleserl. O | οὐκ — ἀπολωλὸς Z. 5] καὶ ἑξης Ph ἐπὶ < P 6 αὑτοῦ Jh | οἶ)κον unleserl. Ο 7 μοι unleserl. Ο 9 — ἀγγέλων Ζ. 21 < Ph | Ἐπειδὴ] P 165v | ἀληθῶς undeutl. Ο 11 B, ab. a. Rd. νὸν | πείθεται P | ὁμαρ)τοῦσι τὰ) λογικ(ὰ) unleserl. Ο | καἰ < P 12 ἀριθμῶν] κυβερνῶν Ρ | τῶν μa(καρ.) unleserl. Ο | . .] ἑκατὸν πρόβατα, od. mehr, ausgefallen Kl 13 ὗτος — καὶ unleserl. Ο | ἴσος αὐτὸς Μ AI | (ζ)ώων — διῆρ. Ζ. 14 unleserl. Ο | κ. γ. — διῃρ. Ζ. 14 v. 2. Hd. M Ι γενεὰς Al (?M) 14 φῦλα] κατὰ φύλας Jh | διορισμένων? Μ, διορισμένος Al ποίμνη ο 46v 15 ἐδημιουργεῖτο Ρ | δὴ vor καὶ < Ο Jh | ἒξω φθορᾶς < P 17 συμβαίνει P 19 αὐτὸν Ο 21 ἀπεικ. — ποιμήν S. 33, 3] ἐνενήκοτα ἐννέα μὲν πρόβατα τὰς οὐρανίους δυνάμεις φησὶν ἐκδέχεσθαι χρή, ἓν δὲ τὸ ἀπολωλὸς τὸν ἂνθρωπον ἤγουν τὴν ἀνθρωπείαν φύσιν, δι’ ἢν καὶ κετεληλυθέναι τὸν λόγον τοῦ πατρὸς ἐκ τῶν οὐρανῶν u. endet Ph)
Καὶ περὶ μὲν τοῦ τὸν ἄνθρωπον ὄργανον γεγονότα καὶ ἒνδυμα τοῦ μονογενοῦς τοῦτο ἀπειρηάσθαι, ὅπερ ἦν αὐτὸς ὁ εἰς αὐτὸν εἰσοικισθείς, σχεδὸν ἤδη μοι δικεῖ τέλος ἒχειν· τὸ δὲ ὅτι μήτε ἀνισότης ἐστὶ μήτε μὴν ἀναρμοστία πάλιν ἐξ ἀρχῆς διὰ βραχέων ἐπισκεπτέον. τὸ γὰρ αὐτοφύσει καλὸν καὶ αὐτοφύσει δίκαιον καὶ ὅσιον, οὑ τὰ ἄλλα κατὰ μετοχὴν γίνεται καλά, τὴν σοφίαν ὁ λέγων τυγχάνειν μετὰ τὸν θεὸν ὀρθότατα λέγει, τὸ δὲ αὖ ἀ νόσιον καὶ ἂδικον [*](1 vgl. Ephes. 3, 10. Kol. 1, 16 — 6 vgl. Mt. 13, 22. Luk. 8, 14 — 9 C. Porph. 1, 2. De aiitex. 20, 4. 21, 8. Iren. Adv. haer. V, 21, –12 Gen. 8, 19 — 14 l Kor. 15, 22 — 19 Symp. S. 25, 2f. 42, 3f. S. 182 AI — 21 Plato Symp. 211 B — 22 vgl. Plato Phileb. 84 A) [*](1 ἐνε. ἐνν. πρόβατα P 3 ἄνθρωπον Ρ 3f τ. ὅμ. Kl wie 69, 24 τὶν ἀγέλην zuvor Bo: τὴν βίβλον Ο P Ausgg. 4 ταύτην P | βαστάξαντος Ρ 5 ἀμφιασαμένου Ο | μὴ] καὶ B, corr. v. 1. Hd. a. Rd. in μὴ | ὡς ἔφην nach Ο 6 τῆς ἡδονῆς < P | περικλ. P 166 7 δι’ αὐτοῦ B V(? Ρ): < Ο vor μὴ + P 9 f δι’ ὃν δὴ Ο 12 τό < Ρ 13 ἀπελ.] πορεύση B | Ο, vgl. C. Porph. 1, 2: ἀναπλασθεὶς P 14 f πάντες πρότερον viell. richtig O 18 ἀπειργάσθαι w. e. seh. O AI, ἀπεργάσασθαι P | ἦν] καὶ Po Cb Jh 19 ὃτι < P 20 μὴν üb. d. Lin. P 21 f PI τὸ καλὸν) αὐτὸ . . ὂν, τὰ δὲ ἄλλα πάντα καλὰ ἐκείνου μετέχοντα 21 αὐτὸ φύσει beidemal Ο | καὶ unleserl. Ο 22 γίνονται Ο 22 f PI λέγων ὀρθῶς ἂν τις λέγοι | τυγχάνειν unleserl. Ο 23 μετὰ u. θεὸν undeutl. O, τὸν w. e. seh. < Ο (auch MJh) | θεοῦ Jh | τ . Ο)
Προγεγύμνασται γὰρ μετὰ συστάσεων οὐκ εὐκαταφρονήτων ἐκ τῆς γραφῆς ὡς ἄρα ὁ πρωτόπλαστος οἰκείως εἰς αὐτὸν ἀναφέρεσθαι δύναται τὸν Χριστόν, οὐκέτι τύπος ὢν καὶ ἀπεικασία μόνον καὶ εἰκὼν τοῦ μονογενοῦς, ἀλλὰ καὶ αὐτὸ τοῦτο σοφία γεγονὼς καὶ λόγος. δίκην γὰρ ὕδατος ὁ ἂνθρωος συγ κερασθεὶς τῇ σοφίᾳ καὶ τῇ ζωῇ τοῦτο γέγονεν, ὅπερ ἠν αὐτὸ τὸ εἰς αὐτὸν ἄκρατον φῶς. ὅθεν ὁ ἀπόστολος εὐθυβόλως εἰς Χριστὸν τὰ κατὰ τὸν Ἀδάμ. οὓτως γὰρ ἂν μάλιστα ἐκ τῶν ὀστῶν αὐτοῦ καὶ τῆς σαρκὸς τὴν ἐκκλησίαν συμφωνησαι γεγονέναι, ἡς δὴ χάριν καταλείψας τὸν πατέρα τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς κατῆλθεν ὁ λόγος προσκολληθησόμμενος τῇ γυναικὶ καὶ ὕπνωσε τὴν ἔκστασιν τοῦ πάθους, ὑπὲρ αὐτῆς ἀποθανών, »ὃπως αὐτὸς ἑαυτῷ παραστήσῃ τὴν ἐκκλησίαν ἔνδοξον καὶ ἂμωμον, καθαρίσας τῷ λουτρῷ« πρὸς τοῦ νοητοῦ καὶ μακαρίου σπέρματος, ὃ σπείρει μὲν αὐτὸς ὑπηχῶν καὶ καταφυτεύων ἐν τῷ βάθει τοῦ νοός, ὑποδέχεται δὲ καὶ μορφοῖ δίκην γυναικὸς ἡ ἐκκλησία εἰς τὸ γεννᾶν τὴν ἀρετὴν καὶ ἐκτρέφειν. ταύτῃ γὰρ καὶ τό »αὐξάνσθε καὶ πληθύνεσθε« πληροῦται προσηκόντως, εἰς μέγεθος καὶ κάλλος καὶ πλῆθος αὐξανομένης καθ᾿ ἡμέραν αὐτῆς διὰ τὴν σύνερξιν καὶ τὴν κοινωνίαν τοῦ λόγου συγκαταβαίνοντος ἡμῖν καὶ νῦν ἒτι καὶ ἐξισταμένου κατὰ τὴν ἀνάμνησιν τοῦ πάθους. οὐ γὰρ ἂν ἄλλως ἡ ἐκκλησία συλλαβεῖν τοὺς πιστεύοντας καὶ ἀναγεννῆσαι »διὰ τοῦ λουτροῦ« δύναιτο »τῆς παλιγγενεσίας«, ἐὰν [*](2 Plato Tim. 89 D — 10 vgl. Gen. 2, 24. 21 — 14 Ephes. 5, 27. 26 — 18 Plato Symp. 209 C E — 19 Gen. 1, 28 — 24 Tit. 3, 5) [*](13 Nilus Epist. I 26 PGr 79, 92 C) [*](2 καὶ περὶ τούτων μὲν δὴ? Wd | αὐτάρκως unleserl. O: ταῦτα AlJh 3 συστασ . . . Ο, συστάσεως MAI | οὐκ εὐκαταφρ. unleseil. Ο: καὶ σωφροσύνης M AI 4 (πρω)τόπλαστος οἰκείως unleseil. Ο | οἰκ.] δικαίως M AI 5 δύναιτο P | ἀπεικασία vgl. ο. S. 30, 2 u. De lepra 6, 7: ἀπείκασμα (a. Rd. ἀπεικασία) BJh | μόνο unleserl. Ο 6 τ. μονογ. auch Ο: + υἱοῦ MAI | ἀλλὰ — γεγονὼς unleserl. Ο: ἀλλ’ αὐτὸς ὁ μονογενὴς υἱὸς (2. Hd.) MAI 7 ὓδ(ατ) unleserl. Ο | ὃ ἂνθρ. συγκ. Ο 47 v : συγκ. ὁ ἂνθρ. P Jh 9 PI Pol. Vm, 545 A ἣ ἂκρατος δικαιοσύνη | ἀνηκόντησε PO 10 ὀστέων Ο 11 συμφωνήση OP: συμφωνήσει Jh 13 ὓπωνσεν P ν 13 f (ἑκουσ)ίως unklar O 18 PI καὶ γεννᾷ . . καὶ . . συνεκτρέφει . . . γεννήσαντες παντοίαν ἀρετήν 19 d. 1. καὶ < OV 20 καθ’ ἡμ. αὐξ. P Jh 21 τὴν vor κοινωνίαν < B Jh 22 νῦν PJh 24 τοῦ < P | τῆς παλιγγενεσίας δύν.)
Ἐπισκέψασθαι γὰρ χρὴ καὶ τὰ περὶ τὸν ἀοίδιομον Παῦλον, ὃτι ὁπότε οὐδέπω »τέλειος« οὗτος ἠ »ἐν Χριστῷ«, γεννᾶται πρότερον καὶ γαλουχεῖται, εὐαγγελιζομένου καὶ ἀνακαινίζοντος αὐτὸν Ἀνανίου τῷ βαπτίσματι, καθὼς ἐν ταῖς Πράξεσιν ἡ ἱστορία περιέχει· ὂτε δὲ ἠνδρώθη καὶ ᾠκοδομήθη ἤδη εἰς τελειότητα πνευματικὴν ἀναπλασθεὶς καὶ »βοηθὸς« ἀπειρηάσθη καὶ »νύμφη« τοῦ λόγου, τὰ σπέρματα τῆς ζωῆς ὑποδεξάμενος καὶ συλλαβών, τὸ τηνικαῦτα ὁ πρότερον χρηματίσας παιδίον ἐκκλησία γίνεται καὶ μήτηρ, ὠδίνων καὶ αὐτὸς τοὺς δἰ αὐτοῦ τῷ κυρίῳ πεπιστευκότας, ἔστ᾿ ἂν καὶ ἐν τούτοις ὁ Χριστὸς ἀποτεχθῇ. »τεκνία« γάρ »μου« φησίν »οὓς πάλιν ὠδίνω, ἂχρις [*](6 Gen. 2, 18 — II Kor. 11, 2 — 10 vgl. Gal. 4, 19 — 17 Kol. 1, 28 — 18 Act. 9, 17f — 20 I Kor. 13, 11. 10 — 21 Gen. 2, 18. Hohel. 4, 8 ff — 25 Gal. 4, 19) [*](5 vgl. z. B. Makar. Aeg. honi. 12, 15. PGr 34, 566 — 16. — S. 38, 2 Phot. Bibl. 237 S. 308b, 11—14) [*](1 ἀγεληδὸν + Ο | ἐκκλη)σίαν οὕτως unleserl. Ο (οὕτως < Al, ? M) 2 unleserl. Ο 3 τρανώτερον P, ßer τρ unleserl. O 4 διὰ P 168 v πίστην B 5 ἀποστ. Wd: ἀποστειρωθέντες OPJh | τῆς < Ο | ἐκκλησίαι 8 συνεργήσωμεν P 10 τ. μαθ. εἰς σωτ. Po Cb Jh | εἰς σωτηρίαν Ο 13 ἓτερον Ο | τόκον] τόπον P 16 ἐπισκέψασθε P | χρ]ξ < P | περὶ κατὰ P Jh | Παῦλον] καθὼς καὶ Παῦλος βοᾶ Ph, vgl. zu S. 38, 15 17 ὁποτε < 21 (ἀπ)ειργάσθη κ.) νύμφ(η) unleserl. Ο 22 (ὑποδε)ξάμενος κ. συλλαβών O | ὑπο|δεξ. P 169 | τὸ vor τηνικ. + Ο 23 παιδίον — μήτηρ unleserl. Ο) [*](γίγνεται P (nicht B) 24 τῷ κυρ. — ἂν unleserl. Ο | ἔστ᾿ ἂν ἐπειδὰν 25 ἀποτεψθῇ unleserl. Ο | τεκνία μου undeutl. Ο: τέκνα καλῶν τοὺς οὕτω δι’ αὐτοῦ γεννηθέντας· τέκνα γάρ Ph | μου γαρ Ο | φξσόμ — ἐγέννησα S. 382 auch Ph | οὓς π. ὠδίνω unleserl. O, leerer Raum in M | ἂχρισ] ἓως Ο)
Ὁ γάρ τοι Παῦλος εἰς ἁγιασμὸν ἐκκαλούμενος πάντας καὶ σωφροσύνη, ταύτῃ τὸ κατὰ τὸν πρωτόπλαστον καὶ τὴν Εὒαν | κατὰ | δευτέραν ἐπαπόρησιν εἰς Χριστὸν ἀνηκόντισε καὶ τὴν ἐκκλησίαν πρὸς τὸ τοὺς ἀνεπιστήμονας κατασιγᾶσθαι γυμνουμένους προφάσεω. ἀκολασταίνοτες γὰρ διὰ τὰς ὑπερβαλλούσας ῥύσεις ἐν αὐτοῖς τῶν ἡδυπαειῶν παρὰ τὸν όρθόδοξον βιάζεσθαι τολμῶσι λογισμὸν τὰς γραφάς, ὣσπερ ἒρυμα προανατείνοντες ἀκρασίας τό τε »εἶπεν ὁ θεός· αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε« καὶ τό »ἓνεκεν τούτου καταλίψει ἂνθρωπος τὸν πατέρα αὐτοῦ καὶ τὴν μητέρα«, οὐδὲ αἰσχύνονται κατατρέχοντες τοῦ πνεύματος, ἀλλ᾿ ὥσπερ ἐπὶ ωσπερ ἐπὶ ἔτι καὶ ἐνθωεύοντα τὸν οἶστρον ἀναρριπίζουσιν ἐξάπτοντες ἐρεθισμοῖς. διὸ μάλα δριμέως τὰς ἐπικλόπους ταύτας αὐτῶν κακοφροσύνας τε καὶ πεποιημένος προφάσεις ἐκκόπτων, ἐλθὼν εἰς τὸ διατάξασθαι, πῶς δέοι προσφέρεσθαι τοὺς ἂνδρας ταῖς γυναιξί, καὶ ἀποφηνάμενος, ὅτι οὓτως ὥσπερ καὶ ὁ Χριστὸς τῇ παραδιδοὺς« ὑπὲρ αὐτῆς, »ἳνα αὐτὴν ἁγιάσῃ καὶ καθαρίσῃ τῷ λουτρῷ [*](1 IKor. 4, 15 — 3. 10 Ephes. 5, 32 — 8 vgl. I Tim. 2, 15 — 14 Gen. 1, 28. 2, 24 — 18 Tgl. De lepra 5, 2 — 22 Ephes. 5, 25f) [*](15 ff Phot. Bibl. 237 S. 308b, 7—10) [*](1 μορφ. — πάλιν leerer Raum Μ | μορφ. — ὑμῖν Ζ. 2 unleserl. Ο | Χρ. ἐν ὑ. μορφ. Ph 1 f ἐγὼ V. ἐγένν. διὰ τ. εὐαγγ. B 2 εὐαγγελίου Ο ν etq unleserl. O 4 μα κ. τὸν unleserl. O 5 ὑπ . . κόσμιον Ο 7 καθεξῆς Ο: τὰ ἑξῆς P Jh 10 ἀνηκόντησε V 11 ἀνεπηστήμονας Β | γυμνουμένους Ο: γυμνοὺς P Jh mit PI Pol. IX, 577 B 12 f ἡδυπαθημάτων Ο 14 τό τε] τε < < O: ὃτι 15 ff αὐξάνεσθε] ἀλλὰ καὶ τὸ »αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε« οὐκ ἐπὶ τῶν ἐκ σπέρμα- τος καὶ μίξεως γεννωμένων ἀνθρώπων καὶ σιτίοις αὐξανομένων αὐξομ. A) φησὶν εἰρῆσθαι μόνον, ἀλλὰ καὶ (< A) περὶ τῶν κατὰ πνεῦμα τελειουμένων καὶ καθὼς καὶ Παῦλος usw. (s. ob. S. 37, 16) Ph 16 αὐτοῦ nach πατέρα + Ο | οὐδὲ P 169v 17 ὣσ)περ unleserl. Ο, ὡς M | ἐπὶ τούτω Ο: ἐπὶ τοῦτο P I ἐντυφφόμενον (ab. m. Zeich., ß ein φ zu tilgen) B: ἐντυφώμενον MAI (nicht O) 18 ἐνθωκεύοντα Cb: ἐμφωλεύοντα Jh 19 καὶ vor μάλα + B Jh 21 καὶ vor ἀποφ. < Jh 22 καὶ vor ὁ < P 23 παραδιδοὺς P: I κα . . ρ . σας Ο: καὶ καθαρίσῃ P)
Επισκέψασθε γὰρ ὅτι σωφρονεῖν, ὦ παρθένοι, κατὰ θέλων τοὺς πεπιστευκότας διὰ πολλῶν αὐτοῖς τεκμηρίων ὑπεμφαίνειν πειρᾶται τὸ ἀξίωμα τῆς ἁγνείας· ὁτὲ μέν περὶ δὲ ὡν ἐγράψατέ μοι« λέγων »καλὸν ἀνθρώπῳ γυναικὸς μὴ ἁπτεσθαι«, αὐτόθεν δείκνυσι ἤδη περιφανῶς τὸ μὴ προσψαύειν γυναικὸς καλόν , προτάξας αὐτὸ καὶ προεκθέμενος ἀπολελυμένως. εἶτα τὴν ἀσθένειαν αὐθις συνιδὼν καὶ τὴν ὑπέκκαυσιν τῶν ἀκρατωτέρων τὴν εἰς συνουσίαν, συνεχώρησε τοῖς μὴ δυναμίνοις ἄρχειν σαρκὸς χρῆσθαι ταῖς ἑαυτῶν ὁμεύνοις μᾶλλον ἢ παραπίπτοντας ἀσχημόνως ἐκχεῖσθαι πορνείας. ἀμέλει μετὰ τὸ ἐπιτρέψαι ταῦτα παρήγαγεν »εὐθέως τόδε »ἵνα μὴ πειράζῃ ὑμᾶς ὁ σατανᾶς διὰ τὴν ἀκρασίαν«, ὅπερ εἰ δὲ μὴ δύνασθε, ὦ οὗτοι, παντάπασι σωφριβεῖν διὰ τὴν ἀκρασίαν καὶ τὴν ὑγρότητα τῶν σωμάτων, ἐπέτρεψα μᾶλλον ταῖς σφῶν αὐτῶν κοινωνεῖν γαμεταῖς, καὶ ἵνα μὴ ἐγκράτειαν ἐπαγγέλλεσθαι νομιζόμενοι πειράσησθε συνεχῶς ὑπὸ τοῦ πονηροῦ, εἰς ἀλλοτρίας ἐκφλεγόμενοι.
[*](5 vgl. De res. I, 61, 1 — 8 I Kor. 7, 1. — 16 I Kor. 7, 5 — 18 Plato Tim. 86 D — vgl. Symp. S. 300 Aλl)[*](1 ὕδατο. Ο | Γένε(σιν ἐπι)μνησ(θεὶς) unleserl. Ο 2 (ἐξομαλί)ζων unleserl. Ο 3 ὑποθέσε)ως — παράσχῃ unleserl. Ο | βλάβην P 4 κεφαλαίοις < Ο | καταχρήσασθαι viell. richtig P Jh | τού)τοις Ο | < Ο 4 f (πρεσβεύον)τας — τεκν(ογονίας) unleserl. Ο l πρεσβεύουσι corrig. in M | προφ] τὰς περὶ M AI 5 παρατριβάς Ο De res. I, 61 : περιτριβάς P, διατριβὰς AI 6 γὰρ — κα(τὰ) unleserl. Ο 7 θέ)λων unleserl. Ο | πεπιστευ)κότας — ἁγνείας Ζ. 8 (außer τεκμηρίων) unleserl. od. sehr undeutl. 7 f ὑπεωφ. πειρ.] ὑπεφῄνατο ὁρᾶσθαι Μ AI 8 ὁτὲ Ο 49 | μέν περὶ unleserl. Ο | ἐγραψε B 9 μοι < P | λέγων u. ἀνθρώπῳ undeutl. Ο | . Ο 9 f δεικνὺς P Jh 10 ἢδη < Ο | γυναικὸς εἶν(αι) unleserl. 11 ἀσθένειαν P 170 12 ἀκρατοτέρων B, ἀκρατόρων Ο wie 44, 3 | τὴν < 14 αὐτῶν Ρ | ἐκχύσθαι P 15 εὐθέως παρήγαγε P Jh 15 f τοῦτο δὲ Ο, τόδε P Jh 16 nach ἀκρασίαν + καὶ τὴν ὑγρότητα, ab. eingeklammert B 17 δὲ < P Jh | παντάπασι < Ο 18 τὴν vor ὑγρότητα < Ο ἐν σώματι ῥυώδη καὶ ὑγραίνουσαν | ἐπέτρεψα Ο : ἐπέτρεψε P : ἐπιτρέψω Ρο Cb Jh 19 καὶ μὴ ἵνα P: ἵνα μὴ καὶ Cb Jh | ἐπαγγ. νομ.] ἐπαγγελλόμενοι 20 πηράζησθε B)Φέρε γὰρα αὐτὰ τὰ κείμενα διαγρήσωμεν ἐπιμελέστερον, ὅτι μὴ ἀπολελυμένως ὁ ἀπόστολος ἐπένευσε ταῦτα τοῖς πολλοῖς, ἀλλὰ προσθεὶς τὴν αἰτίαν πρότερον, δι᾿ ἢν εἰς τοῦτο παρήχθη. ἀποφηνάμενος γοῦν »καλὸν εἶναι ἀνθρώπῳ γυναικὸς μὴ ἅπτεσθαι« παρήγαγε »διὰ δὲ τὰς πορνείας ἕκαστος τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα τουτέστι διὰ τὴν ἀνάγκην τῆς πορνείας, μὴ φέρετε κολάξειν τὴν ἡδονήν. »καὶ ἑκάστη γυνὴ τὸν ἴδιον ἂνδρα ἐχέτω. τῇ γυναικὶ ὁ ἀνὴρ τὴν ὀφειλὴν ἀποδιδότω, ὁμοίοις δὲ καὶ ἡ γυνὴ τῷ ἀνδρί. ἡ γυνὴ τοῦ ἰδίου σώματος οὐκ ἐξουσιάζει, ἀλλ᾿ ὁ ἀνήρ· ὁμοίως δὲ καὶ ὁ ἀνὴρ τοῦ ἰφςιου σώματος οὐκ ἐξουσιάζει, ἀλλ’ ἡ γυνή. μὴ ἀποστερεῖτε ἀλλήλους, εἰ μή τι ἂν ἐκ συμφώνου πρὸς καιρόν, ἳνα σχολάζητε τῇ προσευχῇ· καὶ πάλιν ἐπὶ τὸ αὐτὸ συνέρχεσθε, ἴνα μὴ πειράζῃ ὑμᾶς ὁ σατανᾶς διὰ τὴν ἀκρασίαν. τοῦτο δὲ λέγω κατὰ συγγνώμην, οὐ κατ᾿ ἐπιταγήν«· τεθεωρημένως δ·ὲ σφόδρα καὶ τοῦτο. »κατὰ συγγνώμην« γὰρ ἐπεσημήνατο συμβεβουλευκέναι νῦν, καὶ οὐ κατ’ ἐπιταγήν«, ἐπειδὴ τὴν μὲν ἐπιταγὴν ἐπὶ τῆς σωφροσύνης καὶ τοῦ μὴ ἃπτεσθαι γυναικὸς παραλαμβάνει. τὴν δὲ συγγνώμην ἐπὶ τῶν μὴ δυναμένων, ὠς ἔφην. κολάζειν τὴν ἐπιθυμίαν. καὶ περὶ μὲν οὖν μονογάμων τε καὶ μονογαμίδων, ὡν ἡ συζυγία ἕως ἒτι καὶ αὖθις ταῦτα νομοθετεῖ· περὶ δὲ τῶν ἀποβαλομένων ἤδη <τὰς< γαμετὰς ἀνδρῶν ἢ τοὺς σύζυγας πάλιν αὐτὴν ἀκριβῶς ἐξιχνευτέον τοῦ ἀποστόλου τὴν φωνήν, ὅ τί ποτε χρησμῳδεῖ. »λέγω δὲ τοῖς ἀγάμοις καὶ ταῖς χήραις· καλὸν αὐτοῖς, ἐὰν οὕτως μείνωσιν, ὡς καὶ ἐγώ. εἰ δὲ οὐκ ἐγκρατεύονται, γαμείτωσαν· κρεῖσσον γὰρ γαμῆσαι ἢ πυροῦσθαι.. [*](4 I Kor. 7, 1 — 5 I Kor. 7, –7 Ι Kor. 7, 2—6 — 17 vgl. Tert. De cast. 3. De monog. 11. De pud. 16 — 22 I Kor. 7, 8. 9) [*](2 μὴ] οὐκ P S δι’ ἣν < O | παρήχθη] περιηνέχθη viell. richtig Ο 4 γυν. ἀνθρ. Ο 9 σώματος Ρ 170 v | ὁ ἀνήρ — ἀλλ᾿ Ζ. 10 < B (2 mal in 11 ἂν < Ρ 12 αὐ)τὸ unleserl. Ο | συνέρχεσθε] ἦτε P 13 διὰ τ. undeutl. Ο 14 τεθεωρημένως unleserl. Ο 15 συμβ. — τοῦ Ζ. 16 in Lücke Μ | συμβεβουλ(ευκέναι) unleserl. Ο | νῦν undeutl. Ο | καὶ < Po Cb 16 τὴν (μὲν ἐπι)ταγὴν unleserl. O | τοῦ? O, τὸ MAI 17 γυναικὸς vor μὴ ἅπτ. Ο | λαμβάνει P Jh. | τὴν δὲ Ο 49v | (συγγν)ώμην — δυνανέβ(ων) undeutl. Ο 18 ὡς ἔφην < B | (κολάζ)ειν ausgelöscht Rd. M, i. Text κολάζεται) | καὶ + O | περὶ unleserl. O 19 μονογαμ)ίδω(ν) unleserl. Ο | ὦν ἡ συζυγία < M AI, w. e. seh. auch Ο 20 δὲ ἀπ)οβαλο(μένων) unleserl. Ο | ἀποβαλλομένων P | τὰς + Kl 21 συζύγους B Jh | ἐξιχνεύω viell. richtig Ο 22 χρησμοδεῖ B, et unleserl. Ο 23 αὐτοῖς Ο: αὐταῖς P, ab. vgl. S. 41, 2 | οὓτω Β: < O | κἀγώ Ο 24 γαμησάτωσαν P Jh)