Dialexeis

Maximus of Tyre

Maximus of Tyre. Maximi Tyrii philosophumena. Hobein, Hermann, editor. Leipzig: Teubner, 1910.

Ἀλλὰ καὶ τὸν Διογένην ἐκεῖνον εἰς τὸν πίθον ἡδονὴ εἰσάγει· εἰ δὲ καὶ ἡ ἀρετὴ αὐτῷ συνεισέβαλλεν.

τί τὴν ἡδονὴν ἐξοικίζεις τῷ λόγῳ; Ἥδετο ὁ Διογένης τῷ πίθῳ, ὡς Βαβυλῶνι Ξέρξης· ἥῆδετο τῇ μάζῃ ὁ Διογένης, ὡς ὁ Σμινδυρίδης τῇ καρύκῃ· ῆδετο ταῖς κρήναις ταῖς πανταχοῦ, ὡς ὁ Καμβύσης Χοάσπῃ μόνῳ· ῆδετο τῷ ἡλίῳ, ὡς αρδανάπαλλος ταῖς πορφυρίσιν· ῆδετο τῇ βακτηρίφ, ὡς Ἀλέξανδρος τῷ δόρατι· ἥδετο [*](7 Διογένην..εἰς πίθον sq. vi. or. 26.2 f cf. Οrig.c. Cels. ΙΙ 84 Lucian. hist 3 fugit. 20 Ζenob 4.14 Diog. Laert. VI 23 || 8 εἰ δὲ . . ἀρετὴ sq nam ἡδονὴν concedit ὀπαδὸν ἀρετῆς vi. or. 25. 7 b 10 τῇ μάζῃ cf. Lucian fugit. 14 ὡς πρὸ τοῦ μᾶζα ψιλὴ Diog.ep. 32 (Herch. 247) Dio Chrys. 6 12 || 11 Σμινδυρίδης cf. Themist.or. 26. 331 c || 11. 12 ταῖς κρήναις vi or 36. 5 e γῆ τε πᾶσα sq. cf. Lu- cian. vit. auct. 9 eyn. 5 et 15 fugit. 20 || 12 Xοάσπῃ vi. or. 33. 4 b ; 34. 6 d cf. Herod. l 188 Athen. 2. 45 b Plut. exil. 6 Aelian. var. hist. 12. 40 Lucian. necyom. 7 || 13 ἡλίῳ vi. or. 36. 5 e καὶ φίλος sq. || 14 βακτηρίᾳ vi. or. 1. 9 μ cf. Diog. Laert. VI 23 Lu- cian. pisc. 1 Cercid. ap. Diog. Laert. VI 76 (ὁ βακτροφόρας) Athen. 2. 49 a) [*](9 ἥδετο — p. 377.1 θησαυροῖς n | ἥδετο — p.377.8 ἄπειροι p) [*](1 ἡλίου Mα(δ Δ) || 2 γανυμέναις MNQ n(δ Δ⁰) || 4 οὐ Πλά- τωνι — μεγαλυνομένῳ om.n || 5 πάντα ] πάντως φα(δ) 6 σώμιατα] ἄσματα Markl (Duebn.) haesitat Schenkl || Διομήδην ρ (teste Stephano) | πίθον] πόνον B ||8 συνεισέβαλεν P (pr. man.) 9 ἡδονὴ (suprascr ν) R! | ὁ ante Διογένης om. Bnα(δ) || 10 τῷ πίθῳ om. p || 10. 11 ὁ Διογένης om. p || 11 Σμηνδυρίδης nφ καρύκῃ RM καρύκῃ cert (δΔ⁰) || 12 ταῖς (ante πανταχοῦ) om. ΧQV α(δ Δ⁰) |Καμβύσης (ης in ras.) R! |Χοάσπῃ (ασ in ras.) R! || 13 ἡλίῳ (in ras ) R:)

377
τῷ θυλάκῳ, ὡς ὁ Κροῖσος τοῖς θησαυροῖς. Κἂν παραβάλῃς ἡδονὰς ἡδοναῖς, τὰ Διογένους κρατεῖ· τὰ γὰρ ἐκείνων μεστὰ μὲν ἡδονῆς, ἀλλὰ ἀναμίμικται λύπῃ πανταχοῦ· ὀδύρεται Ξέρξης ἡττώμενος, στένει Καμβύσῃς τιτρωσκόμενος, οἰμώζει αρδανάπαλλος ἐμπιμιπράμενος, ἀνιᾶται μινδυρίδης ἀπελαυνόμενος, δακρύει Κροῖσος λαμβανόμενος, λυπεῖται Ἀλέξανδρος μὴ μαχόμενος· αἱ δὲ Διογένους ἡδοναὶ οἰμωγῆς ἄπειροι, ἄστονοι, ἀδάκρυτοι, ἄλυποι.

Σύ δὲ τὰς ἡδονὰς αὐτοῦ πόνους καλεῖς· μετρεῖς γὰρ τὰ Διογένους τῇ σαυτοῦ φύσει, πονηρῷ μέτρῳ· σύ μὲν γὰρ ἀλγήσεις ταῦτα δρῶν, Διογένης δὲ ῆδετο.

Ἐπιτολμήσαιμι δʼ ἄν ἔγωγε εἰπεῖν, ὡς οὐδεὶς ἡδονῆς Διογένους ἥν ἐραστὴς ἀκριβέστερος. Οὐχ ἑστίαν ἔνεμεν, ἐπίλυπον γὰρ οἰκονομία· οὐ πολιτείας ἐφήψατο, ἀνιαρὸν γὰρ τὸ χρῆμα· οὐκ ἐπειράθη γάμου, ἤκουεν γὰρ τὴν Ξανθίππην· οὐκ ἐπειράθη παιδοτροφίας, ἐώρα γὰρ τὰ δεινά· ἀλλὰ ἄφετος παντὸς τοῦ δεινοῦ, ἐλεύθερος, ἄφροντις, ἀδεής, [*](1 θυλάκῳ vi. or. 1. 9 g cf. Lucian. vit. auct. 9 || 10. 11 με- τρεῖς ... μέτρῳ ut or.35 2i ceterum alludit Protagorae illud πάν- των χρημάτων μέτρον ἄνθρωπος s cf. liog. Laert. lX 51 || 12 ἐπι- τολμήσαιμι sq. ut or. 1. 8 a ; 26. 3 a || 14 οὐχ ἑστίαν ἔνεμεν sq vi. or. 36. 5 b cf. Lucian. vit. auct. 9 Diog. ep. 47 Diog. Laert. VI 38 (ἄπολις, ἄοικος sq.) vi. etiam or. 36. 3 b τὸν γυμνὸν sq. 17.18 ἄφετος sq vi. or. 36. 5 b || 18 ἐλεύθερος cf. Diog ep. 7 Lucian. vit. auct. 7 Demon. 3 vi. etiam or. 7. 5 a vers. finem) [*](4 ὀδύρεται — 7. 8 μαχόμενος n ||13 ὡς οὐδεὶς — p. 378. 3 ἀφθόνοις n) [*](2 κράτη R || 3 μὲν (ante ἡδονῆς) adrasum (sed punctis subter litteras positis in integrum restitutum) R! |λύπη R!H λύπη certt. (δΔ) ||4 στένει] στένει ει στένει Η στόλῳ στένει QV (in mge) φ 6 ἀνιᾶται — ἀπελαυνόμενος om φ || 11 ἀλγήσειας Markl. || 12 ἐπι- τομήσαιμι (suprascr. λ et η in ras ) H || 14 γὰρ 〈ἡ〉 οἰκονομία Reiske ||17 τὰ δεῖνα] τὸν δεῖνα Reiske τὸν Κλειίου Markl.)

378
ἄλυπος ἐνέμετο τὴν πᾶσαν γῆν, ὡς οἶκον ἕνα, μόνος [*](κΘ΄)ἀνθρώ |πων ἡδοναῖς συνὼν ἀφρουρήτοις καὶ ἀταμιεύτοις [*](9a) καὶ ἀφθόνοις.