Hecala

Callimachus

Callimachus. Callimachus and Lycophron. Mair, A. W., Mair, G. R., editors. London: William Heinemann, 1921.

2.Schol. Callim. Hymn. Apoll. 106 ἐγκαλεῖ διὰ τούτων τοὺς σκώπτοντας αὐτὸν μὴ δύνασθαι ποιῆσαι μέγα ποίημα, ὅθεν ἠναγκάσθη ποιῆσαι τὴν Ἑκάλην.

3.E.M. s.v. Ἐκάλη· ἡ ἡρωίς, εἰς ἣν καὶ ποίημα ἔγραψε Καλλίμαχος· ἡ πρὸς ἑαυτὴν πάντας καλοῦσα. ταύτην Ἑκάλην (leg. Ἑκαλίνην) ἔλεγον οἱ παλαιοὶ ὑποκοριζόμενοι. ἔθυον δὲ αὐτῇ διὰ τὸ ξενίσαι Θησέα. Cf. Suid. s.v. Ἑκάλη.

4.Petronius 135:Qualis in Actaea quondam fuit hospita terra

Digna sacris Hecale, quam Musa loquentibus annis Battiadae veteris mirando tradidit aevo.

5.Epigr. Anonym. Bern. 5 f.:μέλπω δὲ γραὸς τῆς πολυξένου τρόπους καὶ τὴν τελευτὴν Θησέως τε τὴν ἄγραν.