Περὶ παθῶν
Aelius Herodianus
Aelius Herodianus, Περὶ παθῶν, Grammatici Graeci 3.2, Lentz, Teubner, 1868
222b. Arcad. 142, 26. γνυπῶ τὸ γονυπετῶ.
222c. Il. Pr. Ξ 351. τὸ λάγνοϲ ἔννοιαν ἔχει ϲυνθέϲεωϲ. Eust. 1412,
[*](dosius, quem Chooroboscus exph1cavit. Theodosius autem hausit ex Herodiano, ut patet comparato Arcadio 128, 20: τὸ δὲ Θῶνοϲ ἀπὸ τοῦ Θώνιδοϲ καὶ Θώνιοϲ Ἰωνικῶϲ καὶ κατὰ ϲυγκοπὴν θῶνοϲ ἢ ἀπὸ τοῦ θόων εὐθείαϲ θόωνοϲ καὶ κράϲει. Θῶνοϲ. VerbA E. M. κρεῖττον λέγειν —ϲυγκοπὴν continent Herodiani sententiam et quum sic ipse Herodianus, ubi alteram explicationem alteri praefert, dicere soleat, suspicio exsistt epitomatorem, quum λέγει ὁ τεχνικόϲ diceret. Herodianum, quem fortasse ante oculos habuit, intellexisse. Apud Io. Alex. 10, 6 ἡ θῶνοϲ παράκοιτιϲ ϲεϲημείωται εἰ γὰρ ἐκ τῆϲ εΘώνιοϲ ἐν ψαμάθοιϲ» (Nicand. Ther. 312) ϲυνεκόπη κἆν ξύνετο, ὡϲ ἡ πατρόϲ, μητρόϲ. ἀλλ’ οὐδὲ ϲυνήρηται ἐκ τῆϲ θόωνοϲ, ιύϲ τινεϲ, ἀμαρτύρου scrupulum tantum, qui utrique explicationi inhaereat, ostendit nequo disertis verbis decidit , utri adstipuletur. Sod in libro περὶ παθῶν idem pronunciasse putandus est atquo Choeroboscus, qui quid ἀμαρτύρου Herod. ap. Ιo. Al. significet, accuratius exponit et quomodo accentus abnormi expediendus sit, declarat Ιuod auιιten Lobeckius El. 292 not. 23 Chocroboscum insulsitatis insimulat dicentem Θῶνοϲ gravari exemplo nominativorum κῶνοϲ ὦνοϲ, non Choeroboscus haro rationem invenit, sed Herodianuu ipse cf. supra fr. 209 cum adnotatione et Lehrs ad Herod. p. 107.)223. E. M. 281, 18: δνοπαλίζω: ερητxι παρὰ τὸ δονεῖν καὶ τὰϲ παλάμαϲ δονοπαλίξαι καὶ ἐν ϲυγκοπῇ ἢ παρὰ τὸ δονῶ καὶ πάλλω δνοπαλίζω ἀπὸ τῶν δύο ὁμοιοϲήμων ὡϲ Ἐριχθόνιοϲ κᾶὶ Ἐρεχθεύϲ καὶ «ϲτροψοσίνηθεν» (Ιl. 792).
224. E. M. 759, 19: τίπτε ἀπὸ τοῦ τίποτε κατὰ ϲυγκοπήν· τὸ δὲ πότε ἐπιζητητικὸν χρόνου ἐϲτί· τὸ δὲ «τίπτε δεδάκρυϲαι» (Π 7) οὐκ ἐπιζητεῖ τὸν χρόνον τοῦ δακρύειν, ἀλλὰ κατὰ παρολκὴν λαμβάνετα. πορέλκον οὖν ἐϲτιν.
225. E. M. 622, 45: ἐκ τοῦ ὀλοόϲ γίνεται ἡ κλητικὴ ὀλοέ καὶ κατὰ ϲυγκοπὴν ὀλέ· ἐὰν δὲ ὀλόϲ ῇ ἡ εὐθεῖα, γένοιτ’ ἄν ἡ κλητικὴ ὀλέ· καὶ οὐκ ἔϲτι ϲυγκοπὴ οἷον «ἔχει μ’ ἄχοϲ, ὤ ὀλὲ δαῖμον » (Aleman fr. 47 Βergk.) ὡϲ τὸ μαινόμενε φρέναϲ ἠλέ» (0 128) οἱονεὶ ἀπὸ τοῦ ἠλόϲ, ὅθεν τινὲϲ γράφουϲι «Τρῳὰϲ δὲ ϲτίχαϲ ἠλὸϲ Ἄρηϲ ὤτρυνεν» (Ε 461). τοῦτο περὶ παθῶν Ἡρωδιανόϲ.
226. E. M. 283, 34. δορυξόοϲ ἐκ τοῦ δόρυ καὶ τοῦ ξέω· οὐδεὶϲ δὲ λέγει ληνῶν δόρυξοϲ, ἀλλὰ δορυξόοϲ καὶ κατὰ ϲυγκοπὴν δορυξόϲ. ἔϲτι δὲ τόποϲ ὅπου ξύονται τὰ δόρατα.
227. E. M. 425, 3: ἡ λοξόϲ ἀπὸ τοῦ ἡ λαξόοϲ ἡ λοξόϲ ὡϲ βοηθόοϲ βοηθόϲ.
29: ἐιϲ τοῦ γόνοϲ ἤτοι γονή οὐ μόνον ὁ λάγνοϲ ἀλλὰ καὶ ὁ κατὰ τοὺϲ παλαιοὺϲ λάγνηϲ ὡϲ οἱονεὶ λαγόνηϲ ἤγουν πολύγονοϲ. καὶ μέν τινεϲ παρὰ τὸ λα ἐπιτατικὸν καὶ τὸ γυνή τὰ τοιαῦτα παρήγαγον.
[*](ad fr. *223. Hoc Herodianenm esse coniicio ex simih Herodiani explicatione vocis ὀροθύνω fr. 23.)[*](ad fr. *224. Βerodianea origo et re ipsa proditur et ratione dicendi, qua grammaticus in fine adnotamenti summam expositionis brevibus iterare solet e. g. 82 οὐκ ἄρα πλεοναϲμόϲ, ἀλλὰ παραγωγὴ fr. 76 πλάνη ἄρα κλίϲεωϲ.)[*](ad fr. 225. Verba ὡϲ τὸ «μαινόμενε κτλ.» ex Epim. Cr.I 442,12 ubi eadem fonte non nominato traduntur, adieci.)[*](ad fr, *226. Huiuscemodi vocabula etiam a Theogn. 62, 10 proferuntur λαοξόϲ, pro quo λοξόϲ, et φίλοξοϲ, pro quo φυλλοξόϲ scribendum videtur, praeterea verba οὐδεὶϲ δὲ λέγει Ἑλλήνων admonent Herodiani, qui e. g. fr. 120 dicit: ἀλλὰ τί εἰρήκαϲιν Ἕλληνεϲ;)[*](ad fr. *227. Cum nominativis δορυξόϲ λοξόϲ, qui eliso o accentum in ultimam proliciunt, fortasse componendus est genetivus Κλεόϲ pro Κλεόοϲ a Κλεὼ in E. M. 517, 25 Κλεόϲ Πίνδαροϲ οὐκ οἶδα ὅπου φηϲὶ Μλεόϲ. Κλεόοϲ καὶ ϲυγκοπῇ Κλεόϲ. ὀξῦναί ϲε δεῖ, ut locum emendavit Loboek. El. I p. 303. Diserta accentus notatio in re pathologica admonet Herodiani.)228. E.M. 579, 19. Μενέλαϲ «Μενέλαϲ τε καὶ Ἀγαμέμνων» ἀπὸ τοῦ Μενέλαοϲ. ἀμφίβολον εἴτε ϲυγκοπῇ Μενέλαϲ καὶ Δορύλαϲ εἴτε κράϲει τοῦ ο καὶ α εἰϲ α μακρὸν ὡϲ ἐλέξαο ἐλέξα, ἐπρίαο ἐπρία, ἐπαιδεύϲαο ἐπαιδεύϲα.
229. E. M. 624, 11. ὀμνύω: ὀμῶ ὀμονύω καὶ ϲυγκοπῇ ὀμνύω περὶ παθῶν.