Persians
Aeschylus
Aeschyli Tragoediae. Sidgwick, Arthur, editor. Oxford: Clarendon Press, 1902.
- ἁβροδιαίτων δ᾽ ἕπεται Λυδῶν
- ὄχλος, οἵτ᾽ ἐπίπαν ἠπειρογενὲς
- κατέχουσιν ἔθνος, τοὺς Μιτρογαθὴς[*](Μιτρογαθὴς recc. duo: μητρογάθης M G)
- Ἀρκτεύς τ᾽ ἀγαθός, βασιλῆς δίοποι,
- καὶ πολύχρυσοι Σάρδεις ἐπόχους
- πολλοῖς ἅρμασιν ἐξορμῶσιν,
- δίρρυμά τε καὶ τρίρρυμα[*](τρίρρυμα recc.: τίρρυμα M) τέλη,
- φοβερὰν ὄψιν προσιδέσθαι.
- στεῦται[*](στεῦται rec. et schol. M: στεῦνται (ν puncto notata) M) δ᾽ ἱεροῦ Τμώλου πελάτης[*](πελάτης Weil: πελάται codd.)
- ζυγὸν ἀμφιβαλεῖν δούλιον[*](δούλιον Scaliger: δούλειον codd.) Ἑλλάδι,
- Μάρδων, Θάρυβις, λόγχης ἄκμονες,
- καὶ ἀκοντισταὶ Μυσοί: Βαβυλὼν δ᾽
- ἡ πολύχρυσος πάμμικτον ὄχλον
- πέμπει σύρδην, ναῶν τ᾽ ἐπόχους
- καὶ[*](καὶ omittit G) τοξουλκῷ λήματι πιστούς:
- τὸ μαχαιροφόρον τ᾽ ἔθνος ἐκ πάσης
- Ἀσίας ἕπεται
- δειναῖς βασιλέως ὑπὸ πομπαῖς.
- τοιόνδ᾽ ἄνθος Περσίδος αἴας
- οἴχεται ἀνδρῶν,