Alcestis
Euripides
Euripides. Euripidis Fabulae, Vol. I. Murray, Gilbert, editor. Oxford: Clarendon Press, 1902.
- —πυλῶν πάροιθε δ’ οὐχ ὁρῶ
- πηγαῖον ὡς νομίζεται
- χέρνιβ’ ἐπὶ φθιτῶν πύλαις.
- —χαίτα τ’ οὔτις ἐπὶ προθύροις το-
- μαῖος, ἃ δὴ νεκύων πέν-
- θει πίτνει· οὐ νεολαία
- δουπεῖ χεὶρ γυναικῶν.
- —καὶ μὴν τόδε κύριον ἦμαρ . . .
- —τί τόδ’ αὐδᾷς;
- —ᾧ χρή σφε μολεῖν κατὰ γαίας.
- —ἔθιγες ψυχᾶς, ἔθιγες δὲ φρενῶν.
- —χρὴ τῶν ἀγαθῶν διακναιομένων
- πενθεῖν ὅστις
- χρηστὸς ἀπ’ ἀρχῆς νενόμισται.
- —ἀλλ’ οὐδὲ ναυκληρίαν
- ἔσθ’ ὅποι τις αἴας
- στείλας, ἢ Λυκίαν
- εἴτ’ ἐπὶ τὰς ἀνύδρους
- Ἀμμωνιάδας ἕδρας,
- δυστάνου παραλύσαι