In Jeremiam (Homiliae 1-11)
Origen
Origenes. Origenes Werke, Vol 3. Klostermann, Erich, editor. Leipzig: Hinrichs, 1901.
»προφήτην εἰς ἔθνη τέθεικά σε«. ἐπὶ τοῦ Ἱερεμίου ἐὰν ἀναζητήσῃς τὸ »προφήτην εἰς ἔθνη τέθεικά σε«, τήρησον ἐν τοῖς ἑξῆς, ὅτι κελεύεται προφητεῦσαι »ἐπὶ πάντα τὰ ἔθνη«, καὶ ἔστι προγραφή· »Ἃ προεφήτευσεν Ἱερεμίας ἐπὶ πάντα τὰ ἔθνη« τῇ »Αἰλὰμ«, »τῇ Δαμασκῷ«, »τῇ Μωάβ«. καὶ ἔχομεν, ὅτι »προεφήτευσεν ἐπὶ πάντα τά ἔθνη«, ὡς πρὸς τὸ ῥητὸν ὅτι »προφήτην εἰς ἔθνη τέθεικά σε« πρὸς ἐκεῖνον. ἐὰν δὲ πρὸς ἀναγωγήν , ἐὰν μὲν ἐπὶ τοῦ Ἱερεμίου, προειρήκαμεν, ἐὰν δὲ ἐπὶ τοῦ σωτῆρος, τί δεῖ καὶ λέγειν; οὑτος ἀληθῶς ἐπὶ πάντα τὰ ἔθνη προεφήτευσεν· ἔστι γὰρ ὥσπερ ἄλλα μυρία οὕτως καὶ προφήτης. ὥς ἐστιν ἀρχιερεύς, ὥς ἐστι σωτήρ, ὥς έστιν ἰατρός, οὕτως καὶ προφήτης. Μωσῆς γοῦν προφητεύων περὶ αὐτοῦ οὐχὶ προφήτην μόνον, ἀλλὰ καὶ ἐξαιρέτως εἶπεν εἰπών· »προξήτην ἐκ τῶν ἀδελφῶν ὑμῶν ἀναστήσει ὑμῖν κύριος ό θεὸς ὡς ἐμέ, αὐτοῦ καὶ ἔσται, ὃς ἂν μὴ ἀκούσῃ τοῦ προφήτου ἐκείνου ἐξολοθρευθήσεται ἐκ τοῦ λαοῦ αὐτοῦ«. οὑτος οὖν έστιν ὁ καὶ προφήτης »εἰς ἔθνη« τεθειμένος καὶ ἔλαβε χάριν ἀπὸ θεοῦ ἐκχυθεῖσαν ἐν τοῖς χείλεσιν αὐτοῦ, ἴνα μὴ μόνον, ὅτε παρῆν τῷ οώματι, ἀλλὰ καὶ νῦν, ὅτε πάρεστι δυνάμει καὶ τῷ πνεύματι, προφητεύῃ »ἐπὶ πάντα τὰ ἔθνη«, ὥστε ἀπὸ πάντων τῶν Μνῶν ἀνύειν αὐτοῦ τὴν προφητείαν καὶ ἕλκειν ἀνθρώπους ἐπὶ σωτηρίαν.
»Καὶ εἶπα· ὁ ὤν δέσποτα κύριε, ἰδοὺ οὐκ ἐπίσταμαι λαλεῖν ὅτι νεώτερος ἐηώ εἰμι. καὶ εἶπε κύριος πρός με· μὴ λέγε ὅτι νεώτερος ἐγώ εἰμι, ὅτι πρὸς πάντας οὓς ἐὰν ἐξαποστείλω σε πολλάκις εἴπομεν, ὅτι ἔστι κατὰ τὸν ἔσω ἄνθρωπον εἶναι παιδίον, κἂν ἐν γεροντικῇ τις ᾖ ἡλικίᾳ σώματος· ἔστι δέ ποτε κατὰ τὸν ἔξω [*](5 Vgl. Hier. Comm. 837. — 10 Vgl. Jerem. 25, 14. — 11—13 Jerem. 25, 14 30, 12. 31, 1. — 15 Vgl. Jerem. 25, 14. — 19 Deut. 18, 15. 19. 20 vgl. Act. 3, 22. 23. — 23 Vgl. Psal. 44, 3. — 25 Vgl. Jerera. 25, 14. — 31 Vgl. in Psal. 37 Hom. 4, 3 (Lo 12, 212 f.): videamus, ne forte sint aliquae aetates interioris hominis nostri . . . . Unde et interdum ad vires jam matura aetate dicitur, quia pueri sunt, et aliis, quia senes, et aliis, quia juvenes etc., u. ö.) [*](10 ὅτι] cum Η (= ὅτε) | τοῦ Ἱερεμίου] vgl. Ζ. 8 de Jeremia Η τὸν ιερεμίαν S Ι 20 ὑμῶν nach Η: vestris | 25 προφητεύῃ Ru προφητεύει S | 30 οὓς ἐὰν Lo quoscumque Η.)
»Ὅτι μετὰ σοῦ εἰμι τοῦ ἐξαιρεῖσθαί σε, λέγει κύριος. καὶ ἐξέτεινε κύριος τὴν χεῖρα αὐτοῦ πρός με, καὶ ἥψατο τοῦ στόματός μου, καὶ εἶπε κύριος πρός με«. τήρει διαφορὰς Ἱερεμίου καὶ Ἡσαΐου. ὁ Ἡσαΐας [*](4 Vgl. Eph. 4, 13. — 9 Matth. 13, 57. — 10 ff. Vgl. in Joh. Tom. 13, 55 (Br I, 313), in Luc. Hom. 33 (Lo 5, 210) u. in Matth. Tom. 10, 18 (Lo 3, 49): ἃ πέπονθεν Ἱερεμίας ἐν τῷ λαῷ . . . . Ὅσα δὲ καὶ ὑπὸ τοῦ τότε βασιλέως τοῦ Ἰσραὴλ πέπονθεν, ἐν τῇ προφητείᾳ αὐτοῦ ἀναγέγραπται. — 14 f. Vgl. Jerem. 45, 6 44, 21. — 17 Act. 7, 52. — 18 Vgl. II Tim. 3, 12. — 20 Vgl. I Petr. 4, 12? — Vgl. I Petr. 2, 19. — 23 Matth. 5, 11. 12.) [*](6 ἐὰν nach S. 4, 12 ἂν S | 10 οὗ Hu nach H: cujus rei | 15 ἕνα ἄρτον nach LXX cod. 88 vgl. auch H: panem, τ`` [??] ἀρτίων S μόλις ἄρτον Co | 19 πάντως SH πάντας? Blass vgl. II Tim. 3, 12 | 21 πάντα] + quae (od. quae eis) praecepta sunt H.)
Τίς οὕτως μακάριός ἐστιν ὡς τὰς βασιλείας πολλὰς οὔσας, ἃς >δείκνυσιν ὁ διάβολος<, βασιλείας οὔσας δυνάμεων ἀντικειμένων, βασιλείας κατὰ τὰς ἁμαρτίας, ἐκριζοῦν τοῖς διδομένοις ὑπὸ τοῦ θεοῦ λόγοις; γέγραπται γάρ· »ἰδοὺ δέδωκα τοὺς λόγους μου εἰς τὸ στόμα σου. ἰδοὺ καθέστακά σε σήμερον ἐπὶ ἔθνη καὶ βασιλείας, ἐκριζοῦν«. ὥσπερ δὲ βασιλεῖαί εἰσιν, οὕτως καὶ ἔθνη οὐδὲ δύναται λέγεσθαι βασιλεία εἰ μὴ ἡ ἔχουσα ὑφ᾿ ἑαυτὴν ἔθνη. οἷον, βασιλεία ἐστὶ τῆς πορνείας, ἔθνη τῆς πορνείας ἑκάστη πορνεία†. μία βασιλεία ἐστὶ αὐτὸ τὸ γενικὸν ἁμάρτημα τῆς πλεονεξίας καὶ τῆς ἀποστερήσεως, καὶ εἰσὶ πολλαὶ βασιλεῖαι ἐν τοῖς πολλὰ εἴδη ἔχουσιν ἁμαρτημάτων. [*](1 Jes. 6, 5. — 3 Vgl. Jes. 6, 5. — 3 ff. Vgl. in Lev. Hom. 9, 7 (Lo 9, 354): quibus solis se mundum non esse profitetur. Ex quo ostenditur, quo usque ad verbum tantummodo peccatum ejus inveniretur, in facto vero vel opere nullo peccaverit, u. ö. Hier. Comm. 838: Notandum quod hic manus mittatur Dei . . . . in Isaia autem . . . . mittitur unus de Seraphim, qui non manu, sed forcipe et carbone tangat os ejus etc. — 5 Jes. 6, 7. — 7 Vgl. Jes. 6, 6. — 14 Vgl. Matth. 4, 4. — 22 Vgl. in Luc. 4, 5 (Cat. Cram. II, 36, 5ff.): »Βασιλείας κόσμου«, φησὶ, τὸν [l. τῶν] κοσμικῶν ἀνθρώπων, τίνα τρόπον οἱ μὲν βασιλεύονται ὑπὸ πονηρίας, οἱ δὲ βασιλεύονται ὑπὸ φιλαργυρίας, οἱ δὲ ὑπὸ κενοδοξίας, de princ. 4, 17 (Lo 21, 439. 511).) [*](5 τὸ δὲ ἓν] neque unum H; hiernach Hu: μηδὲ ἓν, Blass: οὐδὲ ἕν; aber man müsste dann auch bei Orig. etwas freier behandelt zu sein, während H in der Übers. wie im Comm. genauer ausmalt | 6 ἐπεὶ δὲ] mit H: autem quia (od. quia iam) ἐπειδὴ S | 13—S. 14, 30 Hierzu Fragm. 3 in C: Μακάριον—ποιήσω | ὡς Hu nach H: ut ὃς S Co (der vorher οὗτος liest) | ἃς] + Christo H | 18 ἐκριζοῦν Lo eradicare H | 18/19 οὐδὲ —ἔθνη nach H: Nec potest aliquod regnum dici, nisi quod sub se continet nationes | 19/20 βασιλεία2—ἐστὶν] S w. e. sch. lückenhaft regnat fornicatio in homine peccatore, necesse est ut regnum fornicationis habeat gentes suas H | 21 αὐτὸ τὸ mit H: Ipsum illud | 21/22 ἀποστερήσεως — ἁμαρτημάτων] fraudis, quo vix aliquis immunis est, habet regnum suum, et sub regno uno multas possidet gentes, per plurimas scilicet species avaritiae.)
»Ἐκριζοῦν καὶ κατασκάπτειν«.