De materia medica

Dioscurides Pedianus

Dioscurides Pedianus. De materia medica, Volumes 1-3. Wellmann, Max, editor. Berlin: Weidmann, 1907-1914.

23 ἀψίνθιον· γνώριμος ἡ πόα. ἐστι δὲ αὐτοῦ βέλτιον τὸ ἐν Πόντῳ καὶ Καππαδοκίᾳ γεννώμενον ἐν ὄρει τῳ καλουμένῳ Ταύρῳ.

δύναμιν δὲ ἔχει στυπτικήν, θερμαντικήν, ἀποκαθαρτικὴν τῶν ἐνηρεικότων στομάχῳ καὶ κοιλίᾳ χολωδῶν. ἐστι δὲ καὶ οὐρητικὸν καὶ ἀκραίπαλον προπινόμενον, καὶ πρὸς ἐμπνευματώσεις [*](23 RV: ἀψίνθιον βαθύπικρον· Αἰγύπτιοι σομί, Ῥωμαῖοι ἀψίνθιουμ ῥούστικουμ.) [*](4 EXC.: 0rAb. XI s. v. φώγνυται — λείου).) [*](9 SIM.: Pl. XXVII 45 sq. (e S. N.) — Pl. l. s. 48 Ruf. (ed. Ruell) 534 — Pl. l. s Ruf. (Orib. II 120) — Cels. II 31 Pl. 48. 50 eup. II 109 (307) Ruf. (ed. R.) 349 — Pl. 48. 49 eup. lI 41 (255) — Cela. II 24 Pl. 48 — Ruf. (ed. R.) 349.) [*](9 EXC.: Orib. syn. II 56 (V 70 D. ἀψινθιον — γεννώμενον); Ps. Ap. 100 Ie D. at.), unde Ps. Orib I 81 (aliis aliunde additis), I 38 (A. Mai VII 429); Isid. XVII 9, 60. med. Gal. XI 844 (unde Aet. I s. v. Paul. Aeg. VII 3 s. v) Hes, s. v. σέριφος (e D. glossogr.).) [*](9 TEST.: Gal. XI 805: ἡμεἰς οὔν τὰς μὲν ἰδέας (sc. τῶν τοῦ ἀψινθίου εἰδῶν) αὐτάρκως ἔφαμεν εἰρῆσθαι Διοσκουρίδῃ τε καὶ ἄλλοις οὐκ ὀλέγοις, ὥστ᾿ οὐ χρὴ γράφειν αὖθις ὅσα τοῖς πρόσθεν ὀρθῶς εἴρηται.) [*](1 post παρηγορεῖ inser. ἔστιν δὲ καὶ ἀντιφάρμακον· πραῦνει δὲ καὶ E verba καὶ κεφαλαγίαν — λείου del. A2 κεφαλαλγίας E 2 μετώπῳ καὶ κροτάφοις ἐπιχριόμενα Di: καταχριομένων E 3 δὲ om. V 4 τῷ στόματι FHADi ἢ] καὶ EDl 6 μεταβαλλόμενον] μεταλαμβανόμενον E: κενουμένη Orib. μέχρις Orib. HDi post ἂν inser. πᾶσα Orib.E ἐπιμελῶς καὶ ὁμαλῶς E 7 καὶ πλύνεται Orib. 8 τοῦ] ὡς F λιπαρωτέρου Orib.) [*](9 num. cap. τλζ ODi: κδ E tit. περὶ ἀψινθίου FHADi ἀψίνθιον βαθύπικρον RHADi syn. e R add. AH2Di ἡ πόα γνώριμος (γνώριμον E) RE αὐτῆς HDi βελτίων ἡ FHA 10 ἐν Καππαδοκίᾳ EDi ηεννωμένη E: γεννώμενον post Ταύρῳ transpos. RDi καὶ ἐν ὄρει Di λεγομένῳ E 12 θερμαντικήν στυπτικήν E πεπτικήν (pro στυπτ. θέρμ.) RA2 καὶ ἀποκαθαρτικὴν REDi: ἀποκαθαρτικὴν om. PV 13 ἐνιζηκότων (ιζ in ras.) E τῷ στομάχῳ καὶ τῇ NE ἄγον χολώδη RE (corr. E2) καὶ (alt.) om. R 14 προπινόμενον om, E καὶ — πινόμενον om. R: del. A2) [*](15 C fol. 23r: N fol. 8 cf. Pelag. ed. Ihm 235.)

31
δὲ ἁρμόζει καὶ κοιλίας καὶ στομάχου ἀλγήματα πινόμενον μετὰ σεσέλεως ἢ νάρδου Κελτικῆς, καὶ ἀνορεξίας καὶ ἰκτερικούς θεραπεύει τὸ ἀπόβρεγμα αὐτοῦ ἢ τὸ ἀφέψημα καθʼ ἑκάστην ἡμέραν λαμβανόμενον εἰς πλῆθος κυάθων τριῶν.

ἄγει 2 δὲ καὶ ἔμμηνα πινόμενόν τε καὶ προστιθέμενον μετὰ μέλιτος πρός τε τοὺς ὑπὸ μυκήτων πνιγομένους ἁρμόζει σὺν ὄξει πινόμενον, σὺν οἴνῳ δὲ πρὸς ἰξίαν καὶ κώνειον καὶ μυγαλῆς δήγματα καὶ δράκοντα θαλάσσιον συναγχικοῖς τε διάχρισμα σὺν μέλιτι καὶ νίτρῳ καὶ πρὸς ἐπινυκτίδας σὺν ὕδατι, πρὸς δὲ ὑπώπια σὺν μέλιτι καὶ ἀμβλυωπίας καὶ πρὸς τὰ ἰχωρορροοῦντα ὦτα ὁμοίως· καὶ ὁ ὑπατμισμὸς δὲ αὐτοῦ τοῦ ἀφεψήματος πρὸς ὠταλγίαν ἀφεψόμενόν τε σὺν γλυκεῖ κατάπλασμα ὀφθαλμῶν περιοδυνώντων ἐστί.

καταπλάσσεται δὲ καὶ πρὸς ὑποχόνδρια καὶ ἧπαρ καὶ 3 στόμαχον ἐπάνω χρονίως πάσχοντα συνεκλειούμενον κηρωτῇ Κυπρίνῃ, πρὸς δὲ στόμαχον ῥοδίνη· ἁρμόζει δὲ καὶ σπληνικοῖς καὶ ὑδρωπικοῖς μιγέντων αὐτῷ σύκων καὶ νίτρου καὶ αἰρίνου ἀλεύρου. σκευάζεται δὲ καὶ οἷνος ὁ λεγόμενος ἀψινθίτης διʼ αὐτοῦ, μάλιστα περὶ τὴν Προποντίδα καὶ Θρᾴκην, ᾧ πρὸς τὰ προειρημένα χρῶνται ἐν ἀπυρεξίᾳ· καὶ ἄλλως δὲ προπίνουσι θέρους [*](3 SIM.: Pl. l. s. 49 eup. I 56 (267) — Zop. (Orib. II 597) Pl. 50 eup. II 76 (288) Ruf. (ed. R.) 349 — Pl. 50 (ex Apoll.) eup. I 160 (336) Ruf. Orib. II 216) — Nic. Al. 298 (ex Apoll.) Pl. 50 eup. II 141 (329) — Pl. 50 (ex Apoll.) eup. II 142 (329) — Pl. l. s. eup. II 123 (322) — Pl. 51 — Pl. 51 eup. I 171 (183) — Pl. 50 eup. I 41 (112) Ruf. (ed. R.) 534 — Pl. 50 eup. I 56 (119) — Pl. 50 eup. I 59 (122) I 60 (123) — eup. II 17 (233) II 2 (227) — Pl. 49 eup. II 62 (274) Ruf. 349 — eup. II 65 (279).) [*](17 SIM.: Pl. XIV 109 XXVII 46 — PI. XXVII 52 eup. II 133 (325) — Pl. l. s. 52. 47.) [*](3 ἴκτερον RE ἢ τὸ ἀφέψημα] πινόμενον R ἀφέψημα αὐτοῦ V 4 λαμβανόμενον post τριῶν transpos. R ἄγει — πινόμενον om, N: ἄγει — προστιθέμενον om. C 5 τε om. PV 6 ἀπὸ Di: ἐπὶ V πνιγμοὺς ODi 7 τηξίαν (═ τε ἰξίαν) R: ἰξίαν ἢ τοξίαν E (corr. E2) μυγαλῆν (om. δήγματα) R 8 τε] δὲ E 9 καὶ νίτρῳ — μέλιτι om. R: del. A2 δὲ om. HA 10 πρὸς ἀμβλυωπίας Di: ἀμβλυωπίαις R πρὸς om. O τὰ om. REDi ἰχωροοῦντα HADi 11 δὲ] δι᾿ Di cf. D. eup. I 59 ὑπατμίζεται δὲ διὰ καλάμου πρὸς ὠταλγίαν καὶ ἤχους ἀψινθίου ἀπόζεμα καὶ [om. C) τὸ ἀφέψημα R ὠταλγίας EA post ὠτ. inser. καὶ ὀδονταλγίαν Di 12 περιωδυνούντων REH 13 ἐστὶ βοήθημα R 14 ἐπάνω P: ἐπὰν ἡ F: ἐπὰν εἰ V: ἐναλγῆ R: θάλπει E: ἐπαλγῆ καὶ reliqui συνεκλειζόμενον C: συνεκλεαινόμενον EDi 15 δὲ (alt.) om. R ὑδρωπικοῖς καὶ σπληνικοῖς FHADi 16 αὐτῶν A ἀλεύρου αἰρήνου E 17 δὲ ἐξ αὐτοῦ Di καλούμενος R 18 ᾧ] καὶ RE εἰγημένα REHADi 19 ἄλλως τε Di προπίνουσιν ἐξ αὐτοῦ Di)

32
ὑγιείας ποιητικὸν εἶναι νομίζοντες.

4 δοκεῖ δὲ καὶ παραπαττόμενον εἰς τὰς κιβωτοὺς ἄβρωτα φυλάττειν τὰ ἐσθήματα ἀλειφόμενόν τε μετʼ ἐλαίου κώνωπας κωλύειν ἅπτεσθαι τοῦ σώματος· τὸ δὲ μέλαν τῷ ἀποβρέγματι αὐτοῦ βραχὲν ἄβρωτα μυσὶ τηρεῖ τὶ γράμματα. ἔοικε δὲ καὶ τὰ τοῦ χυλίσματος ἔργα τὰ αὐτά, πλὴν εἰς τὰς πόσεις οὐ δοκιμάζομεν αὐτό, κακοστόμαχον καὶ κεφαλαλγὲς ὄν. δολοῦται δὲ τὸ χύλισμα ἀμόργῃ ἑψηθείσῃ καὶ μιγνυμένη.

5 καλοῦσί τινες καὶ τὸ σέριφον ἀψίνθιον θαλάσσιον, ὅπερ πλεῖστον ἐν τῷ κατὰ Καππαδοκίαν Γαύρῳ γεννᾶται καὶ ἐν Ταφοσίρει τῆς Αἰγύπτου, ᾧ οἱ Ἰσιακοὶ ἀντὶ θαλλοῦ χρῶνται ἐστι δὲ πόα λεπτόκαρφος, ἐοικυῖα ἀβροτόνῳ μικρῷ, περιπληθὴς σπέρματος, ὑπόπικρος, κακοστόμαχος, βαρύοσμος, στύφουσα μετὰ ποσῆς θερμασίας, ἥτις ἑψηθεῖσα καθʼ ἑαυτὴν καὶ μετὰ ὀρύζης καὶ ληφθεῖσα μετὰ μέλιτος ἀσκαρίδας καὶ ἕλμινθας στρογγύλας κτείνει, ὑπεξάγουσα κοιλίαν κούφως.