Περὶ Ὀδυσσειακῆς προσῳδίας

Aelius Herodianus

Aelius Herodianus, Περὶ Ὀδυσσειακῆς προσῳδίας, Grammatici Graeci 3.2, Lentz, Teubner, 1868

11. τοῦτό τι μοι κάλλιϲτον: ἐγκλιτέον τὸ τι. Η.

21. Ἰθάκην εὐδείελον. εὐδείελοϲ εἰ μὲν τὴν εὔδηλον ἢ εὐόρατον ϲημαίνει, ψιλοῦται (sc. εὐδείἐλοϲ), εἰ δὲ τὴν εὖ πρὸϲ δείλην κειμένην, δαϲύνεται. ἐτυμολογεῖται γὰρ τὸ δείλη παρὰ τὸ ἐνδεῖν τῇ ἕλῃ δεέλη.

39. ἄνεμοϲ Κικόνεϲϲι πέλαϲϲεν: οὐ κανονικῶϲ γράφεται διὰ τοῦ ο οἱ Κίκονεϲ. λέγει γὰρ Ἡρωδιανὸϲ διὰ τοῦ ω κλίνονται Λάκωνοϲ Κίκωνοϲ. τὸ μέντοι «Κικόνεϲϲι πέλαϲϲεν» διὰ τὸ μέτρον φηϲὶ οὕτω κλιθῆναι. Eustath. ad h. l. p. 1615, 12.

116. νῆϲοϲ ἔπειτα λάχεια: τινὲϲ μὲν τὸ λάχεια ὄνομα τῆϲ νήϲου ὑπώπτευϲαν ὡϲ γνωϲθὲν ἐκ Κίρκηϲ δυϲϲεῖ, ἕτεροι δὲ λάχειαν τὴν εὔγεων φαϲὶ καὶ ἐπιτηδείαν λαχαίνεϲθαι ἤτοι ϲκάπτεϲθαι. εἰ δὲ γράφεται τετραϲυλλάβωϲ ἐλάχεια, εἴη ἂν ὥϲπερ λιγύϲ λίγεια οὕτω καὶ ἐλαχύϲ ἐλάχεια ἡ ἐλαχίϲτη. Eustath. ad h. l. p. 1619, 13 coll. Scholio P ad h. l.

135. εἰϲ ὥραϲ ἀμῷεν: ϲημειῶδεϲ τὸ ἀμῶ ῥῆμα. οὐδέποτε γὰρ [*](329 scribebant enim quidam, ut apparet ex alio Scholio cod. Q: οὐκ εἰϲὶν ἀρετὰ καὶ ἰϲχυρὰ ποιοῦντα τοὺϲ ἀϲθενεῖϲ τὰ κακὰ ἔργα, oxytonos ἀρετά.) [*](370 cf. v. 119. 371 cf. Io. Al. 38, 5. 384 cf. Arc. 61, 22. 396 ef. Lehrs qu. ep. 114. — v. 477 quae de τῆ traduntur, ex Herodiano derivata viden- tur, sed sic ut hic proferuntur, non sunt ex Odyssiaca Prosodia , in qua si de τῆ sermo fuit, de diversa scriptura τῆ (imperativo) et τῇ, nam quidam cum ι scribebant teste Schol. ad Arist. Acharn. 204. 506 cf. lo. Al. 33, 8. 531 cf. Arc. 200, 3.) [*](1 21 sie fere comparatis Scholiis ad h. l. et ad β 167 scripturus fuit Herodianus, ut ex Ιl. Pr. Κ 466 δέελον ταὐτόν ἐϲτι τῷ δῆλον. διὸ καὶ τρίτη ἀπὸ τέλουϲ ἡ ὀξεῖα καὶ ψιλοῦται τὸ δεύτερον et Τ 26, cuius adnotamenti particulam huc pertinentem ἐτυμολογεῖται γὰρ κτλ. huc recepi, coniectari licet. 116 cf. Arvcad. p. 95, 20, Lehre qu. ep. 169. Huiuscemodi adnotamentum in Odyssiaca Prosodia exstitisse satis certum est. 135 hinc factum est, ut ἀμμῷεν scriberetur: γράφεται ἀμμῷεν. Η.)

149
τὸ α πρὸ τοῦ μ κατὰ τὴν κοινὴν διάλεκτον ἐκτεταμένον ἐϲτὶν ἐν ἀρχῇ οἶον ἅμα ἀμύϲϲω ἄμεινον ἅμιλλα ἀμίϲ ἀμύνω ἄμαθοϲ. Mon. 43, 4.

184. μῆλ’ ὄϊέϲ τε καὶ αἶγεϲ: ὄϊεϲ τριϲυλλάβωϲ. οὐδέποτε γὰρ ὁ ποιητὴϲ μονοϲυλλάβωϲ εἶπε τὴν εὐθεῖαν. Ιl. Pr. Γ 198.

221. ἔρχατο: ψιλωτέον τὸ ἔρχατο. ἀπὸ γὰρ τοῦ εἶρκτο ἐϲτὶ κατὰ Ἰωνικὸν ὑπερϲυντέλικον παθητικῶϲ γενόμενον. Η.

223. γαυλοί τε: νῦν μὲν ὀξυτόνωϲ τὸ γαυλοί, ἐπὶ δὲ τοῦ πλοίου βαρυτόνωϲ. QV.

268. ἥ τε ξείνων θέμιϲ ἐϲτίν: τὸ η δαϲυντέον. ἔϲτι γὰρ ἰϲοδυναμοῦν τῷ ὥϲ, διὸ καὶ ὁ τέ προϲτίθεται ϲύνδεϲμοϲ πολλάκιϲ. ὡϲ γὰρ λέγομεν «ὥϲ τε γὰρ παῖδεϲ νεαροί» (Ιl. B 209) οὕτωϲ «ἥ τε ξείνων θέμιϲ ἐϲτίν ». Ιl. Pr. Ι 134.

273. νήπιόϲ εἰϲ, ὦ ξεῖν , ἢ τηλόθεν εἰλήλουθαϲ: βαρυντέον τὸν η. διαζευκτικὸϲ γάρ ἐϲτι. ο γᾲρ ἐρωτᾷ, ἀλλ’ ἀποφαίνεται ὅτι δι’ ἀφροϲύνην ἢ δι’ ἀπορίαν ὡϲ ἂν μακρόθεν ἐληλυθὼϲ τὰ Κυκλώπων ἀγνοεῖ. Η.

280. που ἐπ’ ἐϲχατιῆϲ ἦ καὶ ϲχεδόν: περιϲπαϲτέον τὸν δεύτερον ἠ. τινὲϲ δὲ ὤξυναν. H.

347. ἀνδρόμεα κρέα: δεῖ ϲυϲτέλλειν τὸ κρέα, ἵνα δάκτυλοϲ γένηται ὡϲ τὸ «πὺξ ἀγαθὸν Πολυδεύκεα» (Ιl. Γ 237). 1Ι. Pr. Ο 187.

353. ἥϲατο: δαϲύνεται τὸ ἥϲατο. ἔϲτι γὰρ ἀπὸ τοῦ ἥθω. Q.

366. Οὖτιϲ ἔμοιγ’ ὄνομα: προπεριϲπαϲτέον νῦν τὸ ὄνομα. ἐπὶ τοῦ «οὔτιϲ με κτείνει» (408) παροξυντέον. ὡϲ γὰρ δύο μέρη λόγου παραλαμβάνεται. Q.

387. πυριήκεα ὡϲ τανυήκεα. H Q.