Suidae lexicon
Suda
Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935
362 Τερψίιυνοϲ.
363 Τέϲϲαρεϲ· καὶ τέϲϲαρεϲ καὶ δέκα ἄνδρεϲ.
364 Τεττα: προϲφώνημα νεωτέρου φίλου πρὸϲ πρεϲβύτερον.
365 Τεταμένον φῶϲ εὐθὺϲ οον κίονα: τὸ οὐράνιον λέγει· τὸ γὰρ ϲυνεχὲϲ τὴν ὑποφοράν, τὸ ὑπόζωϲμα τοῦ κόϲμου. κατ’ ἄκρα δ᾿ αὖ διήκων, ἐπινοεῖται ὁ ἄξων. εὐθὺ δὲ ἀντὶ τοῦ ὀρθόν. τινὲϲ τὸν ἄξονα τοῦ κόϲμου. οἱ δὲ κύλινδρόν τινα πυρὸϲ αἰθερίου περὶ τὸν ἄξονα ὄντα.
366 Τέτανοϲ: νόϲοϲ περὶ τοὺϲ ἵππουϲ γιγνομένη. νοϲοῦϲι γὰρ οἱ ἵπποι πλείοϲι νοϲήμαϲι, ποδάγρᾳ, ἰλεῷ, τετάνῳ, ἐμπυήϲεϲι καὶ κριθιάϲει. ἔϲτι δὲ ἡ κριθίαϲιϲ ὠμότηϲ μετὰ ϲτρόφου, ὁ δὲ τέτανοϲ ϲπαϲμόϲ, ἡ δὲ ἰλεώδηϲ νόϲοϲ κοιλιακή τιϲ διάθεϲιϲ, ἡ δὲ ἐμπύηϲιϲ ἀπόϲταϲιϲ ἐν ὑπογαϲτρίῳ, ἡ δὲ ποδάγρα ὀδύνη περὶ τὰ ἄρθρα. καὶ δυϲουρίαϲιϲ.
367 Τέτανοϲ καὶ ὸοπαλιϲμόϲ: ἡ τάϲιϲ τοῦ αἰδοίου· ἐπεὶ ὡϲ ῥόπαλο γίνεται. Ἀριϲτοφάνηϲ· κᾆτ’ ἐντέξῃ τέτανον τοῖϲ ἀνδράϲι καὶ ῥοπαλιϲμούϲ.
368 Τεττάρων ὀβολῶν: ἐπὶ τῶν πολλῆϲ τιμῆϲ ἀξίων. τὴν παρρηϲίαν τὴν ϲὴν οἴει τεττάρων ὀβολῶν εἶναι, τὸ τῆϲ παροιμίαϲ. οὐκ οἶϲθα, ὅτι καὶ Θερϲίτηϲ ἐν τοῖϲ λληϲιν ἐπαρρηϲιάζετο· τῷ δὲ Ἀγέοτῆϲ Θερϲίτου παροινίαϲ ἔλαττον ἔμελεν ἢ χελώνῃ μυιῶν. τὸ τοῦ λόγου.
369 Τεταρπόμενοϲ: τερπόμενοϲ.
370 Τεταρταῖοϲ: τετραήμεροϲ.
371 Τεταρτημόριον: δίχαλκον· ὁ γὰρ χαλκοῦϲ ὄγδοον τοῦ ὀβολοῦ. καὶ τεταρτημόριόν τινα καλοῦϲιν, οἷον διχάλκου ἄξιον.
372 Τεταρτημόριον: τὸ τέταρτον μέροϲ τοῦ ὀβολοῦ· τουτέϲτι χαλκοῖ θ΄.
373 Τετάφατε: ἐθάψατε.
[*](361 1. ═ Ambr 217 362 ═ Ambr. 171 364 cf. Hellad. ap Phot. Bibl. 531 a 36, sch. Δ 412, H, Et. M. 755, 1 365 ═ P; in Pl. Rep. 616 b 366 νοϲοῦϲι sq. Ar. Byz Epit. 146,1—6 367 Ar. Lys. 553 c. sch. 368 —ἀξίων cf. Apost. XVI 35 τὴν pr. sq. lul. ep. 82 p. 106 369 cf. sch. α 310, H 371 ═ P v. Παρτημόριον, Et. M. 747,18 372 Harp. cf. P ═ Et M 753, 49; H (et rec. man. Ba 385, 12) 373 ═ P, Ba 385, 14)[*](366 cf. v. El 105; hinc v. l 305 367 cf. v. 229 368 lul. cf. v. X 191)[*](A(GFVM))[*](362 om. F ante 331 G V M, ordο poscit 3 καὶ pr. om. G 5 ϲὐθὁ Port. cf. vs. 7 6 ϲυνέχον τὴν περιφοράν coll Pl. Chr. Schneider ὑπόζωμα H, Naber ἄκραν F 8 οἱ δὲ] οῖον G πυρὸϲ] πρὸϲ AF 14 ὀδύνη om. 5 ὐνη om. in lac. F 367 om. F 17 Ἀριϲτοφάνηϲ om. G 19 τῶν] τῶν οὐ ex Apost. Schottus 20 τεϲϲάρων M cp. G 21 οὐκ- 23 λόγου om. F 22 ἔμελεν AG V plerique X 191 lul. 372 non nov. gl. V M)374 Τετελεϲμένων: μεμιαϲμένων.
375 Τευκται: κατεϲκεύαϲται.
376 Τἐτηκα: ἔτηξα· ἢ ἐτάκην. Πολύβιοϲ· τὸ δὲ τετηκὸϲ καὶ [*](Σ) ϲυνερρυηκὸϲ ἀργύριον καὶ χρυϲίον ἀναζητοῦντεϲ ὑπὸ τοῦ πυρὸϲ [*](Ε) πλεῖϲτοι Ῥωμαίων διεφθάρηϲαν.
377 Τεττιγοφόροι: οἱ Ἀθηναῖοι· τέττιγαϲ γὰρ ἐφόρουν χρυϲοῦϲ, [*](Σ) ϲύμβολον τοῦ γηγενεῖϲ εἶναι. Θουκυδίδηϲ α΄ καὶ χρυϲῶν τεττίγων ἐνέρϲει κρωβύλον ἀναδούμενοι τῶν ἐν τῇ κεφαλῇ τριχῶν. ἢ ὅτι μουϲικοί· μουϲικὸϲ γὰρ ὁ τέττιξ. γηγενεῖϲ δέ, διότι καὶ Ἐρεχθεύϲ, ὁ οἰκιϲτὴϲ τῶν Ἀθηνῶν, ἀπὸ τῆϲ γῆϲ ἐτέχθη.
378 Τεττίγων ἀνάμεϲτοι: τοὺϲ τέττιγαϲ παρέλαβεν Ἀριϲτοφάνηϲ, [*](Ar.) ἐπειδὴ οἱ παλαιοὶ κατὰ τὴν ἀναπλοκὴν τῶν τριχῶν χρυϲῷ ἐχρῶντο τέττιγι, τεκμήριον ὅτι αὐτόχθονέϲ εἰϲιν οἱ Ἀθηναῖοι, ὡϲ καὶ οἱ τέττιγεϲ.
379 Τεττίγωνοϲ.
[*](Δ)380 Τετιημένοϲι τετιμωρημένοϲ. καὶ ετίηϲθον, τετιμρηϲθε.
[*](Δ)