Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

1771 Σχεδία: ἡ ἐκ τῶν παρατυχόντων ἢ εἰκαίωϲ πεποιημένη ναῦϲ· καὶ γέφυρα, καὶ ζεῦγμα.

1772 Σχεδιάζει: ἐκ τοῦ παρατυχόντοϲ λέγει.

[*](Σ)

1773 Σχεδιάζειν: ἐγγίζειν, πληϲιάζειν, τὸ εἰκῇ ἀποφαίνεϲθαι. ἀπ’ [*](Σ) ἀρχῆϲ ἄχρι τέλουϲ ἐϲχεδιάϲθαι καὶ διημαρτῆϲθαι.

[*](1763 ═ P, Ba 378,7 cf. H 1734 sch. Ar. Eccl. 22 1765═ P, Et M. 739, 41 cf Ba 378, 9, H, sch. Theocr. 1, 147a 1766═ P, H cf. Et. M. 739, 43 1767 ἔλεγον — ἀποθανεῖν Arr. fr. Parth. vel Exc. 26 1768 — μετάβαλε ═ P, Ba 378, 12 cf. H ϲχαϲάμενοϲ — ϲχάϲαιϲ Ar. Nu. 107 c sch. cf. sch. Eur. Ph. 454 sch. Pind. P. 10, 79c; Pind. P. 10, 79. ϲχάϲαϲ pr. sq. Ar. Nu. 740 c. sch.; Pind. P. 10, 79 1770 ϲύνεγγυϲ cf. Et. M 739, 48, sch. Γ 15, H v ϲχεδόν 1771 cf H 1772 ═ P, Ba 378,13 cf. H 1773— ἀποφαίνεϲθαι ═ P, Σa cf. H ἀπʼ sq. Polyb fr. 46)[*](1766 cf v. Α 2482 1769 ex v. Δ 202 1772 cf. 1775 et v. Ε 3258 1773 Po. lyb. cf v. Ε 3258)[*](1 ταύταιϲ— 3 εἴη om. V 2 καὶ ἀποτυχήμαϲιν om. G 3 οὐδὲν om. A A(GFVM) 4 Καρκίνου Κ 396, sch. 7 ϲφύραϲ G 11 ἀνίϲχαδον F, v. Α 2482, Phot. Et. 13 οὕτωϲ om. G cf. Byz. Zt. 23, 28 15 παυϲάμενοϲ] ϲπαϲάμενοϲ F 17 δὴ καὶ] τὸ G διαχύϲαι F 18 ἔϲτε μοι A μοι ἔϲται G 1769 om. AF mg Ar post 1774 V 24 καὶ] γὰρ καὶ FV 25 τὸ] τι vel τοι Bhd. 27 τῶν] τῷ M περιτυχόντω F 31 ἐϲχεδιάζεϲθαι F)
493
[*](Σ)

1774 Σχεδιαϲθείϲ: παραχρῆμα ῥηθείϲ.

[*](Σ)

1775 Σχεδίον: ἐκ τοῦ ἑτοίμου. καὶ Ἀριϲτοφάνηϲ· ταῦτα δὲ [*](Ar. +Σ) ϲχεδίοιϲ ἔοικε. τουτέϲτιν ἐκ τοῦ παρατυχόντοϲ εἴρηται.

[*](Σ)

1776 Σχεδίοι: εὐτελεῖϲ.

1777 Σχεδίῳ ϲ ἐκτράφηθι.

[*](Σ)

1778 Σχεδόν: πληϲίον, πέλαϲ, ἢ ἐκ χειρόϲ.

[*](Ar+ Σ)

1779 Σχελίδεϲ: βοὸϲ πλευρά. ἢ ἁπλῶϲ τὰ πλευριμϲαῖα τῶν κρεῶν. Ἀριϲτοφάνηϲ ἀλλὰ ϲχελίδαϲ ἐδηδοκὼϲ ὠνήϲομαι μέταλλα.

[*](Σ)

1780 Σχέϲιϲ: ὁρμή, ϲυνάφεια. Σχέϲιϲ ἐπὶ τῶν πρὸϲ τὶ λέγεται, οἷο πατρὸϲ πρὸϲ υἱόν, φίλου πρὸϲ φίλον· ταῦτα γὰρ καὶ ἔχει καὶ ἔχεται ὑπʼ ἀλλήλων· διὸ καὶ ϲχέϲειϲ προϲείρηνται. πρόϲ τι δέ εἰϲι καὶ τὰ κατὰ ϲύγκριϲιν λεγόμενα, οἷον μικρόν, μεῖζον, διπλάϲιον, καὶ ἐπιϲτήμη, καὶ αἴϲθηϲιϲ. καὶ ὁ Θεολόγοϲ· ὡϲ μόναϲ τὰϲ ϲχέϲειϲ λείπεϲθαι ὀρφανὰϲ τῶν πραγμάτων. ἀφίεμεν γὰρ τὴν μητέρα, καὶ ἀφιέμεθα ὑπʼ αὐτῆϲ· ὥϲτε μερίζεϲθαι εἰϲ υἱοὺϲ καὶ πατέραϲ. τὸ δὲ θεῖο ἀμέριϲτον.

[*](Σ)

1781 Σχετικῶϲ: οἰκειωτικῶϲ.

[*](Σ)

1782 Σχετλιάζει: δυϲχεραίνει, ἢ βλαϲφημεῖ.

[*](Σ)

1783 Σχέτλιοϲ: ὀδυνηρόϲ, χαλεπόϲ, ἀγνώμων, ἀτυχήϲ, δεινοπαθήϲ, ἄδικοϲ, ἄποροϲ, θλιβόμενοϲ, τλήμων, ἐπαχθήϲ.

[*](Phil.)

1784 Σχῆμα: ἡ τοιάδε τῶν προτάϲεων κοινωνία· οἷά εἰϲι τὰ παρʼ Ἀριϲτοτέλει. τρία καλούμενα ϲχήματα· μέροϲ γὰρ ἡ πρόταϲιϲ τῆϲ ϲυμπλοκῆϲ. αὕτη δὲ οἷον ὕλη παρὰ τοῦ ϲχήματοϲ εἰδοποιεῖται, καὶ καθάπερ τινὰ μορφὴν ἀπολαμβάνουϲα. τὴν πρὸϲ τὸ μέϲον ποιὰν ϲυνάρτηϲιν.

[*](Σ)

1785 Σχηματιζόμενοϲ: προϲποιούμενοϲ, ἢ ϲυνταττόμενοϲ. λέγεται καὶ Παραϲχηματίζειν, τὸ διεϲτραμμένα λέγειν.