Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

2727 Προϲκέχηνα· δοτικῇ.

[*](Synt.)

2728 Προϲκέψομαι: περιϲκοπήϲω. περιεργάϲομαι, εἰϲελθὼν καὶ [*](Σ) κατανοήϲαϲ.

[*](Ar.)

2729 Προϲκείμενοι: οἷον κολλώμενοι, προϲεγγίζοντεϲ. καὶ Προϲκειμένων [*](Σ) τῶν θμρῶν, τουτέϲτιν ἠϲφαλιϲμένων. ὁ δὲ ἐντυχιὼν [*](Ε) προϲκειμέαιϲ ταῖϲ θύραιϲ (ἀντὶ τοῦ κεκλειϲμέναιϲ) καὶ τῶν ἐπιϲπαϲτήρων [*](2713 ═ Synt. Laur. st Gud. 2714 ═ P 2712 cf. Paroem. ed. Gsf. 97 3. 794 2718 ═ Synt. Laur. et Gud. 2719 Ar. Nu. 1235 c. sch. 2729 Ar. Vsp. 828 2721 ad Soph. Ai. 38 —9 rettulit Pors. 2722 Ar. Nu. 1277—8 c. sch. ?? ὁ sq. Eunap. fr. 47, FHG 4, 35 cf. Rév. de Phil. 1918, 52 sq. 2724 cf. Paroem. ed. Gsf. 96 n. 790 2725 cf. Diogen. VII 84 2726 Ἀριϲτοφάνηϲ Lys. 926 Synt. Laur. 2728 — περιϲκοπήϲω ═ P, Ba 351, 9 περιεργάϲομαι sq. Ar. Eq. 154 2729 προϲεγγίζοντεϲ ═ P, Ba 351, 10 ὁ— θύραιϲ + καὶ τών sq. Aelian. fr. 51) [*](2717 cf. 2745 2723 cf. v. Σ 177 2724 cf. 2646 2729 Aelian. cf. v. Ε 2596) [*](1 of A 17 ϲὺ—19 Νεφέλαιϲ om. F 19 Ἀριϲτοφάνηϲ Νεφέλαιϲ A(GFVM) om. A, add. Ar Νεφέλαιϲ 27 οὅτω φηϲιν Ἀριϲτοφάνηϲ om. AF add. Ar cf. ad vs. 19 31 προϲκολλώμενοι FV 32 ἠϲφαλιϲμένωϲ V)

228
λαβόμεοϲ ἀπρὶξ εἴχετο, καρτερικῶϲ καὶ μάλα ἐγκρατῶϲ. ἐπεὶ δὲ ἀποϲπώντων βίᾳ ἀπέκοψαν τὸ πᾶν ϲῶμα τῶν χειρῶν.

[*](Ar.)

2730 Προϲκινήϲομαι· Ἀριϲτοφάνηϲ· κακῶϲ παρέξω κοὐχὶ προϲκινήϲομαι. ϲυνουϲιάϲαι αὐτῷ δηλονότι.

2731 Προϲκήνιον: τὸ πρὸ τῆϲ ϲκηνῆϲ παραπέταϲμα. ἡ δὲ τύχη παρελκομένη τὴν πρόφαϲιν καθάπερ ἐπὶ προϲκήνιον παρεγύμνωϲε τὰϲ ἀληθεῖϲ ἐπινοίαϲ.

[*](Ε)

2732 Προϲκληδονιζόμενοϲ: ἐπ᾿ ἀγαθῷ ὀττευόμενοϲ. Ἰώϲηποϲ ταῦτά τε δὴ προϲκληδονιζόμενοϲ καὶ ϲταθερὰν μετ᾿ ἐμπειρίαϲ τὴν ἡλικίαν ὁρῶν.

[*](Σ)

2733 Προϲκλήϲειϲ: πρὸϲ ἃϲ καλεῖ τιϲεἰϲ δικαϲτήριον ἢ βουλήν. κλητῆραϲ ἔχων· πρόκληϲιϲ δέ. χωρὶϲ τοῦ ϲ, καὶ προκαλεῖϲθαι ἐπὶ δι αιτητὴν καὶ οἷον ἐπὶ βάϲανόν τινοϲ ἀνδραπόδου ἢ μαρτυρίαν τοῦδέ τινοϲ βαλέϲθαι.

[*](Harp)

2734 Πρόϲκληϲιϲ: ἡ εἰϲ δικαϲτήριον κλῆϲιϲ. καὶ προϲκαλέϲαι τὸ παραγγέλλειν εἰϲ δίκην. Δημοϲθένηϲ ἐν τῷ περὶ τοῦ Ἁγνίου κλήρου.

[*](Σ)

2735 Πρόϲκλιϲιϲ: ἑτερομέρεια. μὴ διαπράξαϲθαί τι κατ᾿ ἔχθραν ἢ κατὰ πρόϲκλιϲιν.

[*](Δ)

2736 Προϲκλιτόν: ἐν ᾦ ἀκουμβίζομεν.

[*](Σ)

2737 Πρόϲκομμα: ζημία, βλάβη, ϲκάνδαλον.

[*](Σ)

2738 Προϲκομιϲτέον: προϲενεκτέον.

[*](Ε)

2739 Προϲκοπήν: πρόϲκρουϲιν. ὁ δὲ τῶν τοῦ βαϲιλέωϲ φίλων ἐπί τοϲοῦτο ἐϲ διαφορὰν ἥκοι καὶ προϲκοπήν, ὥϲτε ϲπεύδειν αὐτοὺϲ περιβαλεῖν αὐτὸν ἀνηκέϲτῳ τινὶ κακῷ.

[*](Synt.)

2740 Προϲκοπῶ· δοτικῇ.

[*](Prov.)

2741 Πρὸϲ κώρυκον γυμνάζεϲθαι: ἐπὶ τῶν διακενῆϲ μοχθούντων.

[*](Ε)

2742 Προϲκόπων: προφυλάκων. ὁ δὲ Τραιανόϲ τιναϲ ἀγγελίαϲ ψευδεῖϲ διὰ τῶν προϲκόπων ἀεὶ καθιεὶϲ εἴθιζεν ἅμα μὲν ἐν κόϲμω πορεύεϲθαι, ἅμα δὲ πρὸϲ τὰ φοβερὰ μὴ ταράττεϲθαι.

[*](2730 Ar. Lys. 227 c. sch. 2731 l. ═ Σᵃ, Ba 351, 11 ἡ sq. Polyh. fr. 212 2732 ταῦτά sq. los. Bell. 3, 6 2733 ═ P 2734 Harp. ═ P cf. An. Ox. 2 498, 32 Dem. 43, 16 2735 ἑτερομέρεια ═ P. Ba 351, 12 μὴ sq. fort. Dam. 2736 cf. Ambr. 1306 2737 ═ P, Ba 351, 14 cf. H (gl. sacra) 2738 ═ P. Ba 351, 13, H, Zon. 1587 2740 cf. Lex. synt. Vat. 93 2741 ═ Diogen. VlI 54 2742 ὁ sq. Arr. Parth. fr. 41 cf. Cass. D. 68, 23, 1)[*](2730 cf. vv. H 426 et 2666 2732 cf. v. Σ 982 2742 cf. v. Κ 102)[*](A(GFVM))[*]("1 ἐπεὶ] καὶ ἐπεὶ V 1. 2 ἀποϲτώντων F 2 ἀπέκοψαι F τῆϲ χειρόϲ F 2730 post 2731 GMac, ordo poscit 11 πρὸϲ del. Bekk. 〈εἰϲ〉 suppl. ed. pr. 12 ἐπὶ om. V 14 ἐμβαλέϲθαι Toup, contradicente Bhd.; locus corruptus 15 προϲκαλεῖϲθαι F προϲκεῖϲθαι V προϲκαλέϲαϲθαι Harp. Phot. 16 Ἀγρίου 17 Πρόϲκληϲιϲ FV διαπράξεϲθαι M 18 πρόϲκληϲιν F 25 Προϲκοπῶν Ar, 2741 post 2742 GMac 26 κώρυκον Port.; κώρικον V κόρυκον AGFM, ordo poscit; ἐν τοῖϲ παλαιοῖϲ ἀντιγρ(άφ)οιϲ μετ᾿ ὀλίγα κεῖται ἡ αὐτὴ παροιμία δητῶϲ πρὸϲ κώρυκον διὰ τοῦ ω μεγάλου mg. add M 28 τῶν om. V)
229

2743 Προϲκόψῃϲ πρὸϲ λίθον τὸν πόδα ϲου: ἀντὶ τοῦ προϲπταίϲειϲ. [*](Thdr.) τὸ ϲμικρότατον δὲ διὰ τοῦ προϲκόψαι τῷ λίθῳ δεδήλωκεν.

2744 Προϲκώπουϲ: τοὺϲ πρὸϲ ταῖϲ κώπαιϲ ναύταϲ, τοὺϲ κωπηλάταϲ.

[*](Thuc.)

2745 Πρὸϲ Κρῆτα κρητίζων: παροιμία ἐπὶ τῶν μάτην πονούντων. [*](Prov.?) Πολύβιοϲ· ὁ δὲ ἠγνόει τὸ δὴ λεγόμενον πρὸϲ Κρῆτα κρητίζων.

[*](Ε)

2746 Προϲκρούειν· δοτικῇ. ἐναντιοῦϲθαι, ἐκμηχανᾶϲθαι. οἱ Σικελιῶται [*](EL) τὸν ϲτόλον ἰδόντεϲ οὐκ ἐν τοῖϲ ὀχυρώμαϲι καθεῖρξαν αὐτούϲ, οὐκ ἄλλο προϲκρούειν τοῖϲ ἐναντίοιϲ οὐδὲν ἔγνωϲαν.