Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

101 Λαμπρύνομαι· δοτικῇ.

[*](Synt.)

102 Λαμπρυνομένων: ἀντὶ τοῦ καυχωμένων καὶ νικώντων ἐν τοῖϲ [*](Ar.) ἅρμαϲι.

103 Λαμπτῆρεϲ: οἱ κατὰ τὴν οἰκίαν φαίνοντεϲ λύχνοι. ἡνίχ᾿ [*](Soph.) ἕϲπεροι λαμπτῆρεϲ οὐκ ἔτʼ ἦθον.

104 Λαμπτρίϲ· Λαμπραὶ δῆμοϲ τῆϲ Ἐρεχθηΐδοϲ. δύο δέ εἰϲι Λαμπραί, [*](Harp.) αἱ μὲν παράλιοι, αἱ δὲ καθύπερθεν.

[*](92 Ar. Lys 998 c. sch. 93 vs. 9 τινά Ar. Av. 521 c. sch 94 λευχειμονῶ ═ Ambr. 390 95 ═ P 97 ═ P, Ba 287, 28 98 sch. plenior. Ar. Lys.1003 99 ═ P cf. Bk. 106, 6 100 παλαιοῖϲ ═ P cf. sch. Thuc 2, 7, 1; Thuc. 2, 7, 1 καὶ τὴν sq. Proc. Bell. 2, 5, 1 ═ EL 95, 3 101 ═ Synt. Laur. et Gud., An. Ox. 4, 296, 27 102 sch. Ar. Eq. 556 103 Soph. Ai. 285—6 c. sch. 104 Harp. ═ P)[*](98 cf. v. Α 3344 100 Procop. cf. v. Α3035 103 cf v. 957)[*](3 χῆν] ἰχθύν F ἐξαπατᾶ— 4 ἐπετήδευϲαν om. V 3 ἐξαπα A 4 Σωκρατικῶν A(GFVM) F οὕτωϲ] οὗτοι F Ῥαδάμανθυϲ—9 τινά] οὐ γὰρ κατὰ θεοῦ ὤμνυον, ἀλλὰ κατὰ χηνὸϲ καὶ κυνὸϲ καὶ κριοῦ καὶ τῶν ὁμοίων F 5 ὅρκοϲ mg. add. M 9 ὅτι—Ἀθηναίων mg. GM 94 om. AF 10 λευϲχειμονῶ V 12 Πλουτάρχου— 14 ἱϲτορίαϲ] ὄνομα κύριον F qui gl. post 97 iterat 12 Πλούταρχοϲ M 13 ὧν ed. pr.; ὃν omnes 15 Λαμπροείμω: λαμπροφορῶ F 30 καὶ —23 ἔλυε om. F 22 ἀπέραντον V, Proc. Exc.; ἀπέρατον AGM cf. v. A 3035 28 ἦθον] ἦλθον F V 29 Λαμπρίϲ FV Λαμπραὶ — 30 καθύπερθεν mg. M et siglo ante 94 posito V, post p. 232, 17 τάφρον G, nov. gl. F)
234

105 Λαμψακηνῶν· ζήτει περὶ τῆϲ εἰϲ αὐτοὺϲ μήνιδοϲ Ἀλεξάνδρου ἐν τῷ Ἀναξιμένηϲ.

[*](Σ)

106 Λαμυρόν: εὔλαλον, εὐτράπελον, καταπληκτικόν, τερπνόν. ἐν [*](Anth.) Ἐπιγράμμαϲι· βροτολοιγὸϲ ἔρωϲ τὰ πυρίπνοα τόξα βάλλει καὶ λαμυροῖϲ ὄμμαϲι πικρὰ γελᾶ. καὶ αὖθιϲ· ἐϲβέϲθη δὲ τὰ φίλτρα, καὶ κυλίκων αἱ λαμυραὶ προπόϲειϲ. καὶ Λαμυρώτερον.

[*](Synt.)

107 Λανθάνω· αἰτιατικῇ.

[*](Σ)

108 Λὰξ ἐντείνων: λακτίϲματι τύπτων. λὰξ δέ ἐϲτιν ὁ ὑπὸ τοὺϲ δακτύλουϲ τοῦ ποδὸϲ ποιὸϲ ψόφοϲ.

[*](Σ)

109 Λαξευτήριον: ἐργαλεῖον οἰκοδομικόν· λαοξόοϲ γὰρ ὁ οἰκοδόμοϲ.

[*](Hdt.)

110 Λᾶξον: μίξιν, μεριϲμόν, κλῆρον. Ἡρόδοτοϲ.

[*](Σ)

111 Λὰξ ποδὶ κινήϲαϲ: τῷ πλάτει τοῦ ποδὸϲ κινήϲαϲ.

[*](Σ)

112 Λαοϲϲόοϲ: ἡ τοὺϲ λαοὺϲ ϲῴζουϲα.

[*](Ε)

113 Λαμπαδεύεϲθαι· Ἀριϲτογένηϲ οὖν, Διονύϲου μύϲτηϲ, λαμπαδεύεϲθαι μέλλων, εἶτα μέντοι τὰ δεξιὰ παρείθη μέρη.

[*](Σ)

114 Λάπαθον: ὄρυγμα εἰϲ θηρίων ἐνέδραν· καὶ λάχανον, κενωτικὸν γαϲτρόϲ. ὅθεν καὶ τὸ λαπάξαι, κενῶϲαι. Ὅμηροϲ· νέων ἀλάπαξε φάλαγγαϲ. ἀντὶ τοῦ πορθῶν ἐκένου.

[*](Δ)

115 Λαπίθηϲ: ὄνομα κύριον. καὶ Λαπίθαι, τὸ πληθυντικόν.

[*](Δ)

116 Λαπίνη: ἡ ἅμαξα.

[*](Σ)

117 Λαπιϲτήϲ: ψεύϲτηϲ, προπετήϲ.

[*](Σ)

118 Λαπίϲτρια: μετεωριζομένη, ῥεμβομένη, θέλουϲα εὐωχεῖϲθαι.

[*](Δ)

119 Λάπιειν: τὸ ἐκκενοῦν. καὶ Λά πτοντεϲ, τῇ γλώϲϲῃ πίνοντεϲ. ζήτει περὶ τῶν λαψάντων τὰϲ γλώϲϲαϲ ἐν τῷ Γεδέων.

[*](Σ)

120 Λαρινεύειν: τὸ ϲιτεύειν.