Suidae lexicon
Suda
Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935
1 Αἶ: ψιλούμενον καὶ περιϲπώμενον τὸ ὄφελον ϲημαίνει, κατὰ ἀποκοπὴ τοῦ αἶθε, δαϲυνόμενον δὲ ἄρθρον θηλυκὸν καὶ ἀναφορικόν. ϲημαίνει δὲ καὶ ἐπίρρημα θρηνητικὸν περιϲπώμενον καὶ ψιλούμενον, ὅ καὶ διπλαϲιάζεται. αἶ αἶ τάλαινα θηλαμὼν κεκαυμένη.
2 Αἶα: ἡ γῆ.
3 Αἴαγμα: θρῆνοϲ. καὶ ϲύντριμμα.
4 Αἰάζειν: θρηνεῖν. ἢ τὸ κατοικτείρειν.
5 Αἰακίδηϲ: ὁ τοῦ Αἰακοῦ υἱόϲ.
6 Αἰακίξ: εἶδοϲ κύλικοϲ.
7 Αἰανὴϲ κύκλοϲ: ϲκοτεινόϲ, ἀδιάλειπτοϲ. Σοφοκλῆϲ· νυκτὸϲ αἰανὴϲ [*](Soph. + Δ) κύκλοϲ. ἢ Αἰανῆϲ, θρηνητικῆϲ. παρὰ τὸ αἰάζω, τὸ θρηνῶ.
8 Αἰάντειοϲ γέλωϲ: ἐπὶ τῶν παραφρόνωϲ γελώντων. καὶ Δ Αἰάντειοϲ οἶκοϲ, ὁ τοῦ Αἴαντοϲ. καὶ Αἰαντὶϲ φυλή, ἡ τοῦ Αἴατοϲ.
9 Αἴαξ: ὄνομα κύριον.
12 Αἴβιλοϲ: ὄνομα κύριον.
13 Αἰβιωναῖοϲ: ὄνομα κύριον.
14 Αἰβοῖ: ϲχετλιαϲτικὸν ἐπίρρημα. τάττεται δὲ καὶ ἐπὶ ἡδονῆϲ παρὰ Ἀριϲτοφάνει ἐν Ὄρνιϲιν· αἰβοῖ· οὐκ ἔϲτιν οὐδὲν τοῦ πέτεϲθαι γλυκύτερον.
15 Αἰβοῖ.
16 Αἴγαγροϲ: εἶδοϲ ζᾡου.
[*](1 θηλαμὡν ═ P, Ba 41, 14 cf. H; vs 4 αἶ sq. Lycophr 31 2 ═ Ambr.10. Ps. Herodian 26 cf. H, sch B 850 vel M 4, Apion 3 ϲύντριμμα ═ Ambr. 16 4 θρηνεῖν ═ Erotian. p. 22, 80 cf. Ambr. 17 ═ Ps. Herodian 26, Et. M. 27, 1; H τὸ κατοικτείρειν ═ Ba 41, 20 5 ═ Ps Herodian. 26, Ambr. 1 6 ═ Ambr. 11 cf. H, Timachid (fr. 20 Blinkenberg) ap. Ath. 11, 782f 7 vs. 11 κύκλοϲ Soph. Ai. 672 c. sch. Αἰανῆϲ—τὸ cf. sch. Soph. El. 505 αἰάζω sq ═ Amhr. 17 Ps. Herodia. 26, Et M, 27, 1 8 — γελώντων ═ Pnroem. ed Gsf. 8, m. 71 (═ 16, n. 160) Αἰάντειοϲ οἶκοϲ ═ Ambr. 7, Thegnost., An Ox. 2, 124,10. Αἰατὶϲ sq ═ Ambr 9 cf H 9 ═ Ambr. 4 10 Ambr. 3 11 Ambr. 22 Ps. Herodian. 26, An. Ox. 2, 4, 26 cf H v. αἰβάνη 12 ═ Ambr.19. 13 Ambr. 20 14 ἐπίρρημα sch. Ar. Nu. 829 ═ Ambr. 23, Ps. Herodian.26. τἀττεται sq. Ar. Av. 1341 —2 c sch. 15 cf. ad 14 16 ═ Ambr. 28 cf Ps.26 rodian. 27, H)[*](1 Z 96 2 Z 76 3 cf. Z 86 4 Z 90 5 Z 64 s Z 67 5 Z 64 Z 67 11 Z 76 13 Z 64 16 Z 67)[*](A(GITFVM))[*]( 18 Αἴβηλοϲ Aac ITVacMac 15 om. G, non nov. gl. V 24 Αἴγαγροϲ AF. Αἴγαμβροϲ V Αἴγαϲτροϲ GITM)18 Αἰγανέα: ἀκόντιον ὁλοϲίδηρον. ἐν Ἐπιγράμμαϲι· ἄνθετο δέρμα [*](Δ) λέοντοϲ Τεῦκροϲ Ἄραψ καὐτὴν ἀγρότιν αἰγανέαν.
[*](Anth.)19 Αἴγάρ: εἴθε γάρ.
[*](Σ)20 Αἶγαϲ ἀνιεμένουϲ· ζήτει ἐν τῷ ἀνιεμένη.
21 Αἶγα· ὅτι τουτὶ τὸ ζῷον δοκεῖ ἐχθρὸν εἶναι τῇ ἀμπέλῳ. ἀμέλει γοὖν καὶ ἐπίγραμμα φαίνεται πρὀϲ τὴν αἶγα οὕτωϲ ἔχον· κἥν με φάγῃϲ ἐπὶ δίζαν, ὅμωϲ δ’ ἔτι καρποφορήϲω ὅϲϲον ἐπιλεῖιψαί ϲοι, τράγε, θυομένῳ.