Suidae lexicon

Suda

Suda, Suidae lexicon, Adler, Teubner, 1935

[*](Σ)

3664 Ἄπωθεν: χωρὶϲ ἢ πόρρωθεν. Ῥουφῖνοϲ δέ οἱ μεταξὺ [*](EL) ἐπανήκων ἐνέτυχε πόλεωϲ Νιϲίβιδοϲ οὐ μακρὰν ἄπωθεν.

[*](Δ)

3665 Ἀπώθηϲαν: ἐξέβαλον.

[*](Δ)

3666 Ἀπώθητον. τὸ ἐξωθούμενον. καὶ Ἀπωθοῦ, περιϲπωμένωϲ ἀντὶ τοῦ ὤθηϲον. Ἀπόθου δὲ ἀντὶ τοῦ ἀποβαλοῦ, διὰ τοῦ ο μικροῦ.

[*](Synt.)

3667 Ἀπῳκιϲμαι· γενικῇ.

[*](Prov.)

3668 Ἀπώὠλεϲαϲ τὸν οἶνον ἐπιχέαϲ ὕδωρ. ἐπὶ τῶν τὰ καλῶϲ πρὸτερον γενόμενα ὕϲτερον μικροῦ τινοϲ ἕνεκεν κακοῦ ἀνατρεπόντων. ἢ ἐπὶ τῶν ἃ χαρίζονται δολούντων καὶ μὴ ἀκέραια παρεχομένων. αὕτη δὲ ἡ παροιμία γέγονεν ἐκ τοῦ Ἀριϲτίου Κύκλωποϲ, ὥϲ φηϲι Χαμαιλέων ἐν τῷ περὶ Σατύρων.

[*](Ε)

3669 Ἀπωλεύτων: ἅνευ πώλων. τὰ τέκνα αὐτῶν ἀθροίϲαντεϲ εἵϲ τινα ἅλω καὶ ἱππαγέλην ἐπελάϲαντεϲ ἀπωλεύτων, μάλα ἀνοίκτωϲ ἀλοῶντεϲ διέφθειραν.

[*](Δ)

3670 Ἀπώλεια: ἡ διαφθορά.

[*](3659 Ba 137.28, Phryn. fr. 254 3660 Ἀποψώμενον Ba 137 30, Σ ἀποψώμεθα sq. Ar. Pl.81 7 —8c.sch. 3661 Θουκυδίδηϲ(1,134, 3) ═Ba138,13 cf. Bk. 210,17 3662 cf. Ambr. 2441 3663 ἀρέϲκον ═Ambr. 2864 cf. 2611 τὸ τῆϲ —ἀλλότριον =Ba 139.19, Σ ἀπῳδόϲ sq. ═Ambr. 243 cf. 2611 3661 cf. ad 3313 3665 Ambr. 2667 3666 ἀπωθοῦ sq. cf. Ambr. 2668 — 9 3667 Synt. Laur. 3668 cf. Diogen. ll 32. Philol Suppl. 6, 260, n. 215; Aristiae fr. 4 (p. 727 N ) 3669 τά sq. Aelian. fr.135 3570 ═Ambr. 2581)[*](3659 hinc 3482 et v. διαπνεῖν; Z 273 3660 Ar. cf. 3110 et v ϲκοροδίοιϲ. 3661 Z 273 3662 cf. 3270, partim hinc 3664 cf. 3313 3666 cf. 3322 3668 hinc 3907 3669 Z 237)[*](A(GITFSM))[*](5 Ἀποψοφιεῖν] Ἀποψηφιεῖν FS Μ Ἀποψοφεῖν 3482 εὐϲχήμωϲ] εὐϲχμόνωϲ M Zon λέγων] λέγεται Borries 10 ϲημαίνει —11 ὑγρανθέντα om. FS 15 et 16 ἄπωθεν FGIT (Ba), ἄποθεν A SM (Σa) 16 Nνιϲίβιδοϲ] Νιϲίβηδοϲ A Νιϲίαιδοϲ M ad 3666 ἀπωθοῦ ὤθηϲεν· ἀπόθου δὲ ἀποβαλοῦ mg. add. A 22 γενόμενα] γενόμεθα A 23 χαρίζονται] χωρίζονται M δολούντων] δηλούντων IF δουλούντων M)
331

3671 Ἀπωλλύμην: παρατατικὸϲ. ἀπωλωλέκει.

[*](Δ)

3672 Ἀπώμοτον: ἀπηγορευμένον, φευκτόν· καὶ ἀποίητον. τί δ᾿ [*](Σ) ἔϲτ᾿ Ἀθηναίοιϲι πρᾶγμα ἀπώμοτον; Εὔπολιϲ ἐν ταῖϲ Πόλεϲι. καὶ Ἀπώμοτον, ἀπὸ ὠμότητοϲ μὴ γίνεϲθαι, καὶ ἐξόμνυϲθαι.

3673 Ἀπ᾿ ὤμοιϊν: ἀπὸ τῶν ὤμων.

[*](Δ)

3674 Ἀπώνατο: εὐεργετεῖτο, ὠφελεῖτο. Ἀγαθίαϲ· ἀπώνατο οὖν [*](Σ + Ε) τῆϲ προπετείαϲ οὐκ ἐν καλῷ. περὶ Θευδέρτου λέγων τοῦ Φράγγων βαϲιλέωϲ. καὶ Ἀπώνητο, ὠφελείαϲ ἔτυχεν, ἀπήλαυϲεν, ὠφελήθη. [*](Hom. + Δ) Αἰλιανόϲ· οὐ μὴν ἀπώνητο οὐδὲν, ἀλλὰ ἐξέζεϲε ζῶν κακοῖϲ θηρίοιϲ, [*](Ε) οἱ μὲν εὐλαῖϲ, οἱ δὲ ὅτι οὐ ταύταιϲ, φθειρϲί γε μήν.

3675 Ἀπωξύνθαι.

[*](Δ)

3676 Ἄπωϲον: τὸ δίωξον, ῶὤθηϲον. καὶ Ἀπῶϲμαι. κἀγὼ εἶπον [*](Δ) ἀπῶϲμαι.

3677 Ἀπωϲτόϲ: ἐκδεδιωγμένοϲ. καὶ Ἀπωϲτόν, τὸ ἀπωθητόν.

[*](Δ)

3678 Ἀιπωτἐρω: πόρρω. μακράν. ὑπὲρ γὰρ οὐχὶ τῶν ἀπωτέρω [*](ΣΔ) φίλων, ἀλλ’ αὐτὸϲ αὐτοῦ τοῦτ᾿ ἀποϲκεδῶ μύϲοϲ. ὅϲτιϲ γὰρ ἦν [*](Soph.) ἐκεῖνοϲ ὁ κτανὼν, τάχ’ ἂν κἄμ᾿ ἂν τοιαύτῃ χειρὶ τιμωρεῖν θέλοι. τουτέϲτιν οὐ μόνον ὑπὲρ τοῦ ἀνῃρημένου βαϲιλέωϲ ἄξιον ποιήϲαϲθαι τὴν ἀναζήτηϲιν, ἀλλὰ καὶ αὐτοῦ ἐμοῦ. ὁ γὰρ ἐκείνῳ ἐπιχειρήϲαϲ ἴϲωϲ κἀμοὶ ἐπιβουλεύϲει. καὶ Ἀπώτεροϲ, ὁ μακρότεροϲ. Ἀπωτατω, [*](Δ) πόρρω, μάκραν, διὰ τοῦ ω μεγάλου.

3679 Ἀπωϲτόϲ: ἐκδεδιωγμένοϲ. Σοφοκλῆϲ· τέλοϲ δ’ ἀπωϲτὸϲ γῆϲ ἀπορριφθήϲομαι· Τεῦκρόϲ φηϲιν Αἴαντοϲ ἀναιρεθέντοϲ. δοῦλοϲ [*](Soph.) λόγοιϲιν ἀντ᾿ ἐλευθέρου φανείϲ. καὶ αὖθιϲ· ἀπωϲτὸϲ πρότερον ὑπὸ Θηϲέωϲ ἐξ Ἀθηνῶν γενόμενοϲ. καὶ Ἀπωϲτόν, τὸ ἀπωθητόν.

[*](Δ)

3680 Ἀπραγμάτευτον: ἀνεπινόητον. δείϲαντεϲ οὖν τὸ ἀπραγμάτευτον, λυπρᾶϲ οὔϲηϲ αὐτῶν τῆϲ γῆϲ, καὶ πάϲηϲ ἀθρόον ἀγορᾶϲ διακλειϲθέντεϲ, ἐν ἀκαρεῖ χρόνῳ ἐκινδύνευον διαφθαρῆναι.

[*](3671 — παρατατικόϲ Ambr. 2665 3672 —Πόλεϲι ═ Ba 139, 21; — φευκτόν ═ Σa, sch. Pl. Leg. 814a cf. H; Eupol. fr. 217; l. ═ Ambr 2648; vs. 4 ἀπώμοτον sq. cf. Phryn. 34, 7, Et. M. 133, 57 e Diogeniano 3673 ═ Ambr. 2420 2865 3674 — ὠφελεῖτο cf. Ba 139, 24, Σa Ἀγαθίαϲ —καλῷ Agath. 1, 4, p. 21 ὡφελείαϲ cf. sch. π 120 ἀπήλαυϲεν cf sch. Ρ 25; ὠφελήθη ═ Ambr. 2744 οὐ μὴν sq. Aelian. fr. 53 3676 — δίωξον cf. Ambr. 2670; ἀπῶϲμαι cf. Ambr. 2752; κἀγώ sq. cf. Ierem Thr. 3, 53 3677 ἀπωϲτόν sq. ═ Amur. 2632 3678 — πόρρω ═ Ba 139, 26, Σa cf. Ambr. 2433 vs. 15 μακράν cf. Ambr. 2861 — 2 H v. ἀπωτάτω (cf. Wentzel GGA 1893, 45) ὑπέρ —ἐπιβουλεύϲει Soph. OT 137 — 141 c. sch. ἀπώτεροϲ, ὁ μακρότεροϲ cf. Ambr. 2433 ἀπωτάτω sq. cf. H 3679 τέλοϲ — φανείϲ Soph. Ai. 1019 — 20 3680 δείϲαντεϲ sq. [Polyb. fr. 120] fort. Aelian.)[*](3671 Z 273 3673 Z 237 3674 Aelian. cf. v. εὐλαί 3675 Z 273 3677 cf. 3679 3678 cf. 3585 3680 cf. v. διακλειϲθέντεϲ et v. ἐδωδίμων)[*](1 παρατατικόϲ om. G ss. I ἀπωλωλέκει iterum mg. A, om. FS Zon., A(GITFSM) ἀπωλωλύκειν M 4 γίνεϲθαι] γίγνεϲθαι AFM 7 θευδέρτου] Θευδιβέρτου ex Agath. Kust. cf. v. τολμητίαϲ Φράγγων mg. AM Φράγκων S Φρατίων AM (textu), GTF 15 Ἀπωτέρω] Ἀποτέρω S 17 τιμωρεῖν inc. rursus V 20 ἀπωτάτω —21 μεγάλου ex A mg. ἀπωτάτω] ἀποτάτω A 27 πάϲηϲ] πᾶϲαν V)
332

3681 Ἀπραγμόνωϲ. ἐλευθέρωϲ, ἄνευ τινὸϲ ἐξετάϲεωϲ. Ἰάμβλιχοϲ· εἶτα ἐάϲατε οὕτωϲ ἀπραγμόνωϲ ἀποθανεῖν.

[*](Δ)

3682 Ἀπραγμοϲύνη. ἡ καταφρόνηϲιϲ, ἡ ἀμέλεια. ὁ δὲ Ἰουϲτινιανὸϲ [*](EL) ἄδικον αὐτῶν ἀπεκάλει τὴν ἐϲ Κουτριγούρουϲ ἀπραγμοϲύνην. Ar καὶ Ἀπραγμοϲύνη, εἶδοϲ ἄνθουϲ. Ἀριϲτοφάνηϲ Νεφέλαιϲ· μίλακοϲ ὄζων καὶ ἀπραγμοϲύνηϲ. ἀντὶ τοῦ πάϲηϲ εὐωδίαϲ ὄζων καὶ ἀϲφαλείαϲ. ἢ οὐ πολυπραγμονῶν. οἱ δὲ ὅτι ἀπραγμοϲύνη φυτὸν ἐν Ἀκαδημίᾳ φυόμενον.

[*](Σ)

3683 Ἀπράγμων: ἄπονοϲ. ἀπράγμοναϲ δεῖ εἶναι τοὺϲ ϲπουδαίουϲ, [*](Phil.) ἐκκλίνειν τε τὸ πράττειν τι παρὰ τὸ καθῆκον. καὶ οἰνωθήϲεϲθαι μὲν, οὐ μεθυϲθήϲεϲθαι δέ. ἔτι δὲ οὐδὲ μανήϲεϲθαι· προϲπεϲεῖϲθαι μέντοι αὐτῷ φανταϲίαϲ ἀλλοκότουϲ διὰ μελαγχολίαν ἢ λήρηϲιν, οὐ κατὰ τὸν [*](Ar.) τῶν αἱρετῶν λόγον, ἀλλὰ παρὰ φύϲιν. Ἀπράγμων οὖν ἐπιεικὴϲ, μέτριοϲ τοὺϲ τρόπουϲ, οἷον οὐ φιλόνεικοϲ, ἢ φιλοπράγμων. ἢ ἀνειμένοϲ ἢ μωρόϲ.