Scholia in Euripidis Phoenissas (scholia vetera et scholia recentiora Thomae Magistri, Triclinii, Moschopuli et anonyma)

Scholia in Euripidem

Scholia Euripidem. Scholia Graeca in Euripidis Tragoedias, Vol. 3. Dindorf, Wilhelm, editor. Oxford: Oxford University Press, 1863.

600.

κομπὸς εἶ
: ἀλαζονικὸς ὑπάρχεις, θαρρῶν ἐν σπονδαῖς, αἵ σε τηροῦσι θανεῖν. I.

κομπός
: κόμπος ἡ ἀλαζονεία, κομπὸς δὲ ὁ κομπαστὴς ἤτοι ὁ ἀλαζών. Gu.

κόμπος
: τὸ μὲν προσηγορικὸν ὡς τὸ τέμπος, τὸ δ’ ἐπίθετον ὡς τὸ καρπός. κόμπος γὰρ λόγος, κομπὸς δὲ ὁ κομπαστής. ὁ δὲ νοῦς, μεγαλοφρονεῖς ἐπὶ ταῖς γενομέναις σπονδαῖς καὶ συνθήκαις, αἵτινές σε ῥύονται τοῦ ἤδη τεθνήξεσθαι. A.B.C.M. T. Gu. I. Ἄλλως. κομπὸς ὁ κομπηρὸς καὶ ἐπῃρμένος, πρὸς ἀντιδιαστολὴν τοῦ κόμπος ἡ ἔπαρσις. γράφεται δὲ καὶ κομψός. κρεῖττον δὲ τοῦ κομψὸς τὸ κομπός. σπονδαῖς ταῖς εἰρηνηκαῖς καταλλαγαῖς λέγει. A.

κομπός
: κομπηρὸς (εἶ add. Florr.), ἤγουν φλύαρος. (φλυαρεῖς Florr.) Gr. Fl. 5. 6. 9. 21. 56. 76. φλύαρος. M. γαῦρος, σοβαρὸς, κομπαστὴς, ἀλαζονικός. Gu. ἐπῃρμένος. Fl. 59.

σπονδαῖς
: σπονδάς φησι καθ’ ἃς ἐπετράπη ἐξελθεῖν. A. C.M.

αἵ σε σώζουσιν θανεῖν
: αἵ σοι τὸ ζῆν χαρίζονται καὶ οὐκ ἐῶσι θανεῖν. δέον δὲ εἰπεῖν, αἵ σε σώζουσι θανάτου, ἀντὶ ὀνόματος ἀπαρέμφατον ἔθηκε τὸ θανεῖν, ὃ καὶ δυσκολίαν τινὰ παρέχει. Gu. Bar.

σώζουσιν θανεῖν
: ῥύονται μὴ θανεῖν. Gr. Cant.